Βλεφαροπλαστική με λέιζερ

Είναι γεγονός ότι η περιοχή των ματιών μας είναι αυτή που ουσιαστικά δεσπόζει στο πρόσωπο, μιας και όλοι το πρώτο σημείο που κοιτούν όταν απευθύνονται στον άλλο είναι τα μάτια του. Παράλληλα, οποιαδήποτε αλλαγή στην αισθητική αυτή μονάδα του προσώπου είναι καθοριστική για την εμφάνιση.
Όμως, η περιοχή των βλεφάρων και του δέρματος γύρω από αυτά επιδέχεται τις συνεχείς επιδράσεις της εξωγενούς (περιβάλλον, ήλιος κ.ά.) και της ενδογενούς (γονίδια, κληρονομικότητα, χρόνος) γήρανσης. Έτσι με την πάροδο του χρόνου έχουμε την εμφάνιση συμπτωμάτων τα οποία επιβαρύνουν τη συγκεκριμένη περιοχή. Τα συμπτώματα αυτά είναι τα εξής τρία: η χαλάρωση του δέρματος των άνω και κάτω βλεφάρων, η συγκέντρωση λίπους («σακούλες») και η δημιουργία ρυτίδων τόσο στα βλέφαρα όσο και γύρω από αυτά («πόδι της χήνας»).
H επέμβαση στο κάτω βλέφαρο τόσο για την αφαίρεση της χαλάρωσης όσο και για την αφαίρεση του λίπους έχει μικρή διάρκεια επιτρέποντας την επάνοδο του ασθενούς στις δραστηριότητές του τη μεθεπόμενη ημέρα. Εάν η επέμβαση γίνει για τους ίδιους λόγους στο άνω βλέφαρο χρειάζονται 1-2 ημέρες παραπάνω πριν την επάνοδο. Τέλος, εάν χρειαστεί και απομάκρυνση των ρυτίδων με λέιζερ, μπορεί να χρησιμοποιηθεί μακιγιάζ από την 3-4 ημέρα μετά την επέμβαση προκειμένου να καλύψει την ήπια ερυθρότητα η οποία εμφανίζεται. Ωστόσο η τελευταία τεχνολογία των λέιζερ δεν προκαλεί σχεδόν καθόλου ερυθρότητα, γεγονός εξαιρετικά σημαντικό.
Aυτή τη στιγμή η άποψη είναι ότι στο μεγαλύτερο ποσοστό των περιπτώσεων επιβάλλεται η συνδυασμένη τεχνική, δηλαδή μία επέμβαση και για τα τρία, για την αφαίρεση του λίπους, της χαλάρωσης και των ρυτίδων. Η επέμβαση γίνεται με τοπική αναισθησία και ο ασθενής μπορεί να φύγει από το νοσοκομείο την ίδια ημέρα, λίγες μόλις ώρες μετά το τέλος της επέμβασης.

Ρυτιδοπλαστική (face-lifting)

H ρυτιδοπλαστική (ή face-lifting) είναι μια επέμβαση που επιλύει το πρόβλημα της χαλάρωσης του προσώπου και συγχρόνως αποκαθιστά τη χαλάρωση του τραχήλου (λαιμού). Κατά την εν λόγω επέμβαση το δέρμα ανασηκώνεται προκειμένου να τραβηχτεί και να αφαιρεθεί η περίσσεια των υποκείμενων μυών του προσώπου, με αποτέλεσμα το πρόσωπο να αποκτά νεανική όψη. Eδώ απαιτείται τοπική ή γενική αναισθησία, ανάλογα με την έκταση του προβλήματος, και περίπου μία εβδομάδα αποχής από τις καθημερινές δραστηριότητες, περίοδος μετά την οποία έχουμε πλήρη αποκατάσταση.
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στη συνδυασμένη χρήση λέιζερ και κλασικών μεθόδων πλαστικής χειρουργικής, η οποία προσφέρει άριστα αποτελέσματα. Για παράδειγμα, στη ρυτιδοπλαστική δεν μπορεί να επέμβει κανείς με κλασικές μεθόδους στις λεπτές ρυτίδες του προσώπου, στην υφή του δέρματος, στη φωτογήρανση (καφέ κηλίδες, πανάδες κ.λπ.). Σε αυτές τις περιπτώσεις η χρήση της τεχνολογίας των λέιζερ (laser resurfacing) δίνει άψογο μετεγχειρητικό αποτέλεσμα αφού, πέραν όλων των άλλων (ρυτίδες καπνιστών –άνω χείλους–, ρυτίδες γύρω από τα μάτια –«πόδι της χήνας»–, λεπτές ρυτίδες παρειών κ.λπ.), βελτιώνεται θεαματικά η ποιότητα του δέρματος.
H βελτίωση όλων των παραπάνω στοιχείων χάρη στην τεχνολογία των λέιζερ, σε συνδυασμό με την εξάλειψη της χαλάρωσης με τις κλασικές μεθόδους ρυτιδοπλαστικής, συνεπάγεται εξαιρετικά αποτελέσματα ως προς την εμφάνιση του προσώπου.

Ωτοπλαστική

Η επέμβαση αυτή έχει να κάνει με την αναδιαμόρφωση του χόνδρινου σκελετού του αυτιού, σε περιπτώσεις όπου κάτι τέτοιο απαιτείται, και αντιμετωπίζει είτε το συχνότερο πρόβλημα των αφεστώτων ώτων (πεταχτά αυτιά) είτε συγγενή προβλήματα (όπως ανωτία, μικρωτία) είτε, τέλος, τραυματικά προβλήματα των αυτιών.
Οι επεμβάσεις αποκατάστασης τραυμάτων των αυτιών ή συγγενών προβλημάτων είναι πολύπλοκες (συχνά απαιτούνται περισσότερες από μία επεμβάσεις), γίνονται με τεχνικές ανάλογες με το υπάρχον πρόβλημα και θεωρούνται ιδιαίτερα επιτυχημένες. Χρησιμοποιούνται είτε χόνδρινα αυτόλογα μοσχεύματα είτε συνθετικά υλικά που καλύπτονται με γειτονικούς ιστούς και αποκαθιστούν σοβαρά προβλήματα των αυτιών (ανωτία, μικρωτία, τραύματα κ.λπ.).
Η πιο συχνή επέμβαση είναι για την αισθητική αποκατάσταση των πεταχτών αυτιών (αφεστώτα ώτα), τα οποία συνήθως απασχολούν την παιδική ηλικία, όχι όμως μόνο αυτή. Kατά την επέμβαση, η οποία γίνεται με τοπική αναισθησία ή, εάν αυτό απαιτείται, με γενική, ανοίγεται μια μικρή τομή στην οπίσθια επιφάνεια του αυτιού και αναπλάθεται ο χόνδρος, ώστε το αυτί να επανέλθει στη σωστή ανατομική του θέση και το σχήμα του να βελτιωθεί. Γίνεται ελαφρά περίδεση και ο ασθενής είναι έτοιμος να αναλάβει πάλι καθημερινές δραστηριότητες μετά από 3-5 ημέρες, χωρίς πάντως να απαιτείται νοσηλεία στο νοσοκομείο.

#########