Τα ινομυώματα είναι οι πιο συχνοί καλοήθεις όγκοι, που αναπτύσσονται στην μήτρα. Προέρχονται από το μυομήτριο και από τον ινώδη ιστό της μήτρας. Η αιτιολογία τους παραμένει άγνωστη, η ανάπτυξή τους όμως σχετίζεται με τα επίπεδα των οιστρογόνων που κυκλοφορούν στο αίμα της γυναίκας. Έτσι, σπάνια αναπτύσσονται πριν από την ηλικία των 20 ετών, ενώ το μέγεθός τους μειώνεται μετά την εμμηνόπαυση. Αντίθετα το μέγεθός τους αυξάνει σε καταστάσεις που συνοδεύονται από υψηλό επίπεδο οιστρογόνων στο σώμα της γυναίκας, όπως είναι η κύηση, η αναπαραγωγική ηλικία, η διέγερση των ωοθηκών, και η χορήγηση εξωγενώς οιστρογόνων.

 

Τα ινομυώματα εμφανίζονται συνήθως ως σκληροί, στρογγυλοί, πολλαπλοί και καλά διαχωρισμένοι όγκοι του τοιχώματος της μήτρας. Το μέγεθός τους κυμαίνεται από μερικά γραμμάρια μέχρι πολλά κιλά (συνήθως πάνω από 15 κιλά σε πολλαπλά ινομυώματα).  Τα συστατικά τους σε μικροσκοπικό επίπεδο είναι λείες μυϊκές ίνες από το τοίχωμα της μήτρας, στοιχεία συνδετικού ιστού και αγγεία.

Οι περισσότερες γυναίκες που έχουν ινομυώματα δεν το γνωρίζουν, γιατί μπορεί να παραμείνουν μικρά και να είναι ασυμπτωματικά. Ωστόσο, κάποια από αυτά μπορεί να προκαλέσουν συμπτώματα εξαιτίας του μεγέθους, του αριθμού ή της θέσης τους. Τέτοια συμπτώματα, μπορεί να είναι διαταραχές στην περίοδο, πόνος χαμηλά στην κοιλιά ή κατά την διάρκεια της επαφής, αίσθημα πίεσης και βάρους στην πύελο, υπογονιμότητα ή αυτόματες αποβολές. Τα συμπτώματα βέβαια δεν είναι ειδικά, αλλά όταν υπάρχουν πρέπει να οδηγούν την γυναίκα στον γυναικολόγο. Όταν τα ινομυώματα μεγαλώσουν πολύ και ανάλογα με τη θέση τους, μπορεί να δημιουργήσουν και προβλήματα στα γύρω όργανα (έντερο, ουροδόχος κύστη, ουρητήρες) ενώ σπάνια μπορεί και να συστραφούν δημιουργώντας σημεία νέκρωσης με εικόνα οξείας κοιλίας. Πιο σπάνια μπορούν να εξαλλαγούν σε κακοήθεις όγκους της μήτρας, αλλά το ποσοστό αυτό εξαλλαγής είναι πραγματικά πολύ μικρό, μικρότερο από 1 στα 1000.

Τα ινομυώματα ταξινομούνται ανατομικά, ανάλογα με τη θέση τους στη μήτρα σε :

1. Υπορογόνια.  Ευρίσκονται κάτω από τον εξωτερικό χιτώνα της μήτρας, το περιτόναιο. Προβάλλουν εκτός της μητρικής κοιλότητας και εάν έχουν μίσχο που ενώνει τον κύριο όγκο με το τοίχωμα της μήτρας, λέγονται μισχωτά.

2. Ενδοτοιχωματικά.  Εντοπίζονται εντός του τοιχώματος της μήτρας.

3. Υποβλεννογόνια.  Εμφανίζονται κάτω από τον βλεννογόνο της μήτρας, το ενδομήτριο, και προβάλλουν προς το εσωτερικό της κοιλότητας της μήτρας. Εάν έχουν μίσχο και κρέμονται μέσα στην ενδομητρική κοιλότητα, λέγονται ενδοκοιλοτικά.

 

 

 

 

 

Η διάγνωση των ινομυωμάτων στηρίζεται :

1.  Στα συμπτώματα της ασθενούς.

2.  Στα ευρήματα της γυναικολογικής εξέτασης από τον γυναικολόγο.

3.  Στα υπερηχογραφικά ευρήματα.  Η εξέταση της μήτρας και των ωοθηκών με τη βοήθεια της διακολπικής υπερηχογραφίας, είναι η καλύτερη μέθοδος για την διάγνωση, την ακριβή εντόπιση και την διαφορική διάγνωση των ινομυωμάτων.

4.  Στα ευρήματα από την Μαγνητική ή την Αξονική Τομογραφία και από την υστεροσαλπιγγογραφία ή την υστεροσκόπηση. Μπορούν να βοηθήσουν όταν το υπερηχογράφημα δεν παρέχει αρκετές πληροφορίες για την τελική διάγνωση.

Αν το ινομύωμα δεν ενοχλεί παρακείμενα όργανα, δεν προκαλεί αιμορραγίες και δεν συνυπάρχει με καταστάσεις υπογονιμότητας, τότε δεν χρειάζεται η αφαίρεσή του αλλά η παρακολούθησή του. Σημαντικά στοιχεία της παρακολούθησης είναι η θέση, η υφή και το μέγεθος των ινομυωμάτων. Η παρακολούθησή τους γίνεται κατά κανόνα με διακολπικό υπερηχογράφημα κάθε 4 με 12 μήνες, ανάλογα με τα ευρήματα. Μετά την εμμηνόπαυση, τα ινομυώματα συρρικνώνονται και σπάνια προκαλούν προβλήματα.

Αντιμετώπιση απαιτείται όταν η γυναίκα έχει βαριά ή έντονα επώδυνη περίοδο, αιμόρροια μεταξύ δύο περιόδων, γρήγορη αύξηση του μεγέθους των ινομυωμάτων, υπογονιμότητα ή πόνο στη λεκάνη. Τα συμπτωματικά λοιπόν ινομυώματα, μπορεί να αντιμετωπιστούν με :

1.  Συμπτωματική θεραπεία. Χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για αντιμετώπιση των πόνων, αντισυλληπτικών δισκίων για την μείωση της περιόδου, σιδήρου για την αναιμία, τοποθέτηση ενδομητρικών σπειραμάτων με προγεστερόνη για την μείωση της περιόδου. Η χορήγηση με ενέσιμη μορφή φαρμάκων GnRH analogs, μπορεί γίνει για να μειώσουμε το μέγεθος των ινομυωμάτων προσωρινά και να ελέγξουμε την αιμορραγία από την μήτρα, προκειμένου να προετοιμαστεί η γυναίκα για το χειρουργείο.

2. Θεραπεία με κατευθυνόμενη δέσμη υψηλής έντασης υπερήχων. Είναι μία νέα αναίμακτη μέθοδος που γίνεται με την καθοδήγηση του Μαγνητικού τομογράφου. Η ασθενής δέχεται δέσμες υπερήχων που στοχεύουν το ινομύωμα, και προκαλείται έτσι αύξηση της θερμοκρασίας στο ινομύωμα που φθάνει τους 85ο C. Με τον τρόπο αυτό γίνεται θερμική καταστροφή του ινομυώματος και μείωση στο μέγεθός του. Η μέθοδος δεν έχει καλά αποτελέσματα σε μεγάλα ινομυώματα και σε πολλαπλά ινομυώματα, ενώ σε ποσοστό 20%, χρειάζεται και κάποια άλλη συμπληρωματική μέθοδος. Δεν υπάρχουν δεδομένα ακόμη, για την διατήρηση της γονιμοποιητικής ικανότητας της γυναίκας μετά την εφαρμογή αυτής της θεραπείας.

ΚΑΤΕΥΘΥΝΟΜΕΝΕΣ ΔΕΣΜΕΣ ΥΠΕΡΗΧΩΝ ΣΕ ΙΝΟΜΥΩΜΑ (ΣΧΕΔΙΑΖΟΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΜΑΓΝΗΤΙΚΟΥ ΤΟΜΟΓΡΑΦΟΥ)

 

3. Εμβολισμός της μητριαίας αρτηρίας. Με αυτή την μέθοδο, σταματάει η αιμάτωση του ινομυώματος οπότε αυτό νεκρώνεται και μειώνονται έτσι οι διαστάσεις του. Η επέμβαση γίνεται με την τοποθέτηση ενός καθετήρα στην μηριαία αρτηρία, με τοπική αναισθησία. Ο καθετήρας με ακτινοσκοπικό έλεγχο οδηγείται στην μητριαία αρτηρία και γίνεται έγχυση ειδικών μικροσωματιδίων που εμβολίζουν την αρτηρία. Αυτό οδηγεί σε μείωση της αιμάτωσης του ινομυώματος και επομένως σε μείωσή του. Σαν παρενέργειες αναφέρονται οι πόνοι που υπάρχουν μετά τον εμβολισμό. Και εδώ δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για την διατήρηση της γονιμοποιητικής ικανότητας της γυναίκας μετά την εφαρμογή αυτής της θεραπείας.

4. Χειρουργική αντιμετώπιση. Αποτελεί το «χρυσό κανόνα» στην αντιμετώπιση των ινομυωμάτων. Η χειρουργική αντιμετώπιση περιλαμβάνει την αφαίρεση του ινομυώματος με παραμονή της μήτρας, που λέγεται ινομυωματεκτομή, και την αφαίρεση του ινομυώματος μαζί με την μήτρα, οπότε έχουμε την υστερεκτομή.

  • Ινομυωματεκτομή. Μπορεί να γίνει :

με ανοικτή κλασσική τομή,

με λαπαροσκοπική τεχνική (κλασσική ή ρομποτική ),

με λαπαροσκοπική Single Port τεχνική,

με επεμβατική υστεροσκόπηση για τα υποβλεννογόνια ή ενδοκοιλοτικά ινομυώματα

ΛΑΠΑΡΟΣΚΟΠΙΚΗ  ΕΠΕΜΒΑΣΗ

Single Port  ΛΑΠΑΡΟΣΚΟΠΙΚΗ  ΕΠΕΜΒΑΣΗ

ΕΠΕΜΒΑΤΙΚΗ  ΥΣΤΕΡΟΣΚΟΠΗΣΗ

  • Υστερεκτομή. Η υστερεκτομή είναι η αφαίρεση της μήτρας. Μπορεί να γίνει ταυτόχρονα αφαίρεση των ωοθηκών ή όχι. Στην περίπτωση των ινομυωμάτων αποτελεί την οριστική λύση και θεραπεία από αυτά. Μπορεί να χρειαστεί υστερεκτομή όταν η μήτρα είναι πάρα πολύ μεγάλη, η γυναίκα έχει ολοκληρώσει την τεκνοποίηση και θέλει να δώσει οριστική λύση στο πρόβλημα της, όταν υπάρχει υποψία για κακοήθεια.

Η υστερεκτομή μπορεί να είναι υφολική ή ολική, μπορεί δε να γίνει με την κλασσική ανοικτή μέθοδο και  με την λαπαροσκοπική τεχνική (κλασσική, ρομποτική ή Single Port).

Η αντιμετώπιση των ινομυωμάτων λοιπόν, μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους. Εναπόκειται στον θεράποντα γυναικολόγο να εξηγήσει στην ασθενή του τους τρόπους αυτούς και να εξατομικεύσει την θεραπεία που θα προτείνει και θα εφαρμόσει στην ασθενή.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δρ.  ΠΑΝΤΕΛΗΣ Ν. ΒΑΛΣΑΜΟΠΟΥΛΟΣ

Μαιευτήρας – Γυναικολόγος

Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Α.Π.Θεσσαλονίκης

Μέλος Δ.Σ. Μαιευτηρίου ΡΕΑ

#########