Ποιος είναι ο τρόπος αντιμετώπισης των λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος στους άνδρες;

Η κεντρική θεραπευτική λογική των λοιμώξεων του ουροποιογεννητικού συστήματος είναι η απομόνωση και τυποποίηση του υπεύθυνου μικροοργανισμού και η αντιμετώπιση του με τη χορήγηση του κατάλληλου αντιβιοτικού. Φυσικά, όπως προαναφέραμε, όταν η ουρολοίμωξη κρύβει παθήσεις του ουροποιητικού συστήματος, όπως η λιθίαση ή η καλοήθης υπερτροφία προστάτου, επιβεβλημένη είναι η διάγνωση και αντίστοιχη αντιμετώπιση της υποκείμενης παθολογικής κατάστασης, παράλληλα με τη χορήγηση της κατάλληλης αντιβιοτικής φαρμακευτικής αγωγής. Το χρονικό διάστημα που ο ασθενής πρέπει να λαμβάνει το αντιβιοτικό καθώς και η οδός χορήγησης του ποικίλει αναλόγως του τύπου και της βαρύτητας της λοίμωξης. Έτσι, για ένα απλό επεισόδιο κυστίτιδας μια εβδομάδα από του στόματος αντιβιοτική αγωγή μπορεί να αρκεί, στην περίπτωση όμως οξείας πυελονεφρίτιδας είναι απαραίτητος συνδυασμός ενδοφλεβίου και από του στόματος αντιβίωσης διάρκειας6 έως και 12 εβδομάδων. Πολλά είναι τα φαρμακευτικά σκευάσματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν αναλόγως του παθογόνου μικροοργανισμού, όπως η τετρακυκλίνες, οι κεφαλοσπορίνες , η κοτριμοξαζόλη κλπ

Πολύ χρήσιμα είναι αντιβιοτικά όπως οι κινολόνες που επιτυγχάνοντας υψηλές συγκεντρώσεις στο ουροποιητικό, έχοντας ευρύ αντιμικροβιακό φάσμα και περνώντας τον αιμοπροστατικό φραγμό είναι πολύ αποτελεσματικές στην αντιμετώπιση των λοιμώξεων του ουροποιογεννητικού συστήματος. Μακροχρόνια αγωγή μικρότερης δοσολογίας αντιβιοτικών, η καλούμενη χημειοπροφύλαξη, μπορεί να κριθεί αναγκαία σε ορισμένες περιπτώσεις.

Τι σημαίνει και πως αντιμετωπίζεται η προστατίτιδα;

Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στην κατηγορία της προστατίτιδας αφενός μεν γιατί απασχολεί πλήθος ανδρών αφετέρου δε γιατί αποτελεί μια σύνθετη και ποικιλόμορφη παθολογική οντότητα.

Ο όρος προστατίτιδα υποδηλώνει μια κατάσταση φλεγμονής του προστάτη αδένα, συχνά όμως στην καθημερινή πράξη χρησιμοποιείται σχετικά αυθαίρετα για να περιγράψει οποιαδήποτε κατάσταση ή σύμπτωμα που μπορεί να σχετίζεται με τον προστάτη. Ο όρος προστατίτιδα ή προστάτωση που χρησιμοποιείτο παλιότερα στις μέρες μας έχει αντικατασταθεί με τον όρο προστατική συνδρομή, που τονίζει αφενός μεν την ποικιλία στην κλινική εμφάνιση της πάθησης, αφετέρου δε την αδυναμία μας να προσεγγίσουμε αιτιολογικά και διαγνωστικά τη νόσο. Μόνο στο 5-10% των ασθενών απομονώνεται ο υπεύθυνος παθογόνος μικροοργανισμός και στους υπόλοιπους χορηγείται εμπειρική θεραπεία. Η διάγνωση της προστατικής συνδρομής βασίζεται στη συμπτωματολογία και το κλινικό ιστορικό του ασθενούς, τη δακτυλική εξέταση του προστάτη, τη μικροσκοπική ανάλυση και καλλιέργεια του εκκρίματος που ακολουθεί τη μάλαξη του προστάτη, την καλλιέργεια ούρων και μπορεί να συμπληρωθεί με υπερηχογραφικό έλεγχο του προστάτη διακοιλιακά ή διορθικά αν κριθεί αναγκαίο.

Η προστατική συνδρομή κλινικά μπορεί να εκφραστεί με πόνο στην περιοχή του προστάτη και του περινέου, στο όσχεο και τους όρχεις,στο πέος, την ουροδόχο κύστη και τη μέση. Μπορεί να συνοδεύεται από διαταραχές της ούρησης όπως επιτακτικότητα, συχνουρία, δυσουρία και ελάττωση της ακτίνας της ούρησης που μπορεί να φτάσει στην επίσχεση ούρων. Υψηλός πυρετός μπορεί να υπάρχει στην οξεία προσβολή του αδένα. Το άλγος κατά την εκσπερμάτιση και η αιμοσπερμία μπορεί να αποτελούν άλλα συνοδά κλινικά ευρήματα που συχνά θορυβούν τον ασθενή. Πολλές είναι οι παθήσεις που μπορεί να παρουσιαστούν με παρεμφερή κλινική εικόνα. Έτσι, τα στενώματα ουρήθρας, ο καρκίνος της κύστεως ή του προστάτη, η διάμεση κυστίτιδα, η λιθιασική νόσος, η μυαλγία του πυελικού εδάφους, παθήσεις του ορθοπρωκτικού σωλήνα, βουβωνοκήλες είναι κάποιες από τις παθήσεις που είναι δυνατόν να εμφανιστούν με την εικόνα της προστατικής συνδρομής. ’ρα, προσεκτικός και εξατομικευμένος έλεγχος και αντιμετώπιση είναι επιβεβλημένος.

Με βάση, λοιπόν, την κλινική εικόνα του ασθενούς και τα ευρήματα των εξετάσεων που αναφέραμε παραπάνω η προστατική συνδρομή μπορεί να διακριθεί στη βακτηριδιακή προστατίτιδα- οξεία ή χρόνια αν τα ενοχλήματα επιμένουν περισσότερο από τρεις μήνες- και στο σύνδρομο χρόνιου πυελικού άλγους. Η θεραπευτική αντιμετώπιση της οξείας και χρόνιας βακτηριακής προστατίτιδας βασίζεται στη χορήγηση αντιβιοτικής θεραπείας από δέκα ημέρες έως έξι εβδομάδες, εάν κριθεί αναγκαίο, ενώ η χορήγηση για τέσσερις έως έξι μήνες χημειοπροφύλαξης μπορεί να είναι επιβεβλημένη σε ορισμένες περιπτώσεις. Η συγχορήγηση των αντιβιοτικών με αντιφλεγμονώδη φάρμακα ή α αδρενεργικούς ανταγωνιστές (a blockers) προσφέρει συχνά σημαντική ανακούφιση στους ασθενείς και καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα.

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η διάγνωση και θεραπεία των λοιμώξεων του ουροποιογεννητικού συστήματος στους άνδρες αποτελεί μια πολύπλοκη διαδικασία που στηρίζεται σε ειδικές διαγνωστικές εξετάσεις και προϋποθέτει τη γνώση και τηνορθή χρήση ποικίλων θεραπευτικών παρεμβάσεων

Στόχο αποτελεί η υποχώρηση της συμπτωματολογίας και η πλήρης ίαση του ασθενούς με τον απλούστερο και πιο ασφαλή τρόπο, έτσι ώστε να μην υποφέρει ο ασθενής και να αποφευχθούν οι συχνά ενοχλητικές και μπορεί επικίνδυνες επιπλοκές των πλημμελώς θεραπευθέντων λοιμώξεων. Η μη αναγνώριση και θεραπεία για παράδειγμα της προσβολής του γεννητικού συστήματος από άτυπους μικροοργανισμούς, όπως τα χλαμύδια και το ουρεόπλασμα, που αποτελούν το συχνότερο αίτιο ουρηθρίτιδας σε σεξουαλικά ενεργούς άνδρες, μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα του σπέρματος και είτε άμεσα επηρεάζοντας τον αριθμό, την κινητικότητα και την μορφολογία των σπερματοζωαρίων , είτε έμμεσα με ανοσοβιολογικό μηχανισμό, να αποτελέσει μια από τις κύριες αιτίες υπογονιμότητας του ζεύγους. Από την άλλη μεριά η μη ορθή αντιμετώπιση μιας ουρολοίμωξης μπορεί αφενός μεν να οδηγήσει στη χρονιότητα αυτής με ιδιαίτερα ενοχλητικές υποτροπές της νόσου, αφετέρου δε μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία λ.χ. νεφρικής ανεπάρκειας, αποστημάτων έως και σηπτικού shock με κίνδυνο της ζωής του ασθενούς. ’ρα είναι επιβεβλημένη η ευαισθητοποίηση τόσο των ασθενών όσο και των γιατρών για τη λεπτομερή διερεύνηση και πλήρη ίαση αυτής της συχνής και σημαντικής ουρολογικής πάθησης.

Δρ. Αθανάσιος Ρήγας MD, FEBU

Aπόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ειδικεύτηκε στην Ουρολογία στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» . Εκτός από την κλασσική Χειρουργική Ουρολογία και Ανδρολογία εκπαιδεύτηκε στην Παιδιατρική Ουρολογία στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγ. Σοφία» και στη Γυναικολογική Ουρολογία στο Μαιευτήριο «Έλενα». Παράλληλα, ασχολήθηκε με τη μελέτη του Ουροποιογεννητικού συστήματος με τη χρήση υπερήχων και την εκτέλεση διορθικού υπερηχογραφήματος και βιοψιών προστάτη
Ιδιαίτερο πεδίο ενδιαφέροντος και επιστημονικής ενασχόλησης απετέλεσε η Ανδρολογία με γνωστικό αντικείμενο τη Στυτική Δυσλειτουργία και την Υπογονιμότητα., ενώ εκπαιδεύτηκε στις ΗΠΑ (University Texas Health Science Center San Antonio, Texas) στη χειρουργική Προσθετική Ουρολογία, δηλαδή στην αντιμετώπιση της στυτικής δυσλειτουργίας και της ακράτειας ούρων με τη χειρουργική τοποθέτηση πεϊκής προθέσεως και τεχνητού σφιγκτήρα αντιστοίχως. Είναι μόνιμος συνεργάτης και υπεύθυνος του τμήματος ακράτειας του Ινστιτούτου Ανδρολογικών Διαταραχών και της Γενικής Κλινικής Αθηνών. Έχει συνεργαστεί ερευνητικά με το πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Νέας Υόρκης “Rockefeller”. Έχει λάβει από την Ευρωπαϊκή Ουρολογική Εταιρεία (EAU) τον τίτλο «Fellow of the European Board of Urology» (F.E.B.U.). Είναι ενεργό μέλος της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας, της Ευρωπαϊκής Ουρολογικής ¨Ένωσης (EAU) , της Μεσογειακής Ανδρολογικής Εταιρείας (Association Mediterranean of Andrology – A.M.A), της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για την Σεξουαλική Ιατρική ( European Society for Sexual Medicine- E.S.S.M.)και της Διεθνούς Εταιρείας για την Έρευνα της Ανικανότητας (International Society for Sexual and Impotence Research – Ι.S.S.I.R).

#########