Το δάκρυσμα ή βούρκωμα των ματιών αποτελεί μια από τις πιο συχνές αιτίες προσέλευσης στον Οφθαλμίατρο. Τις περισσότερες φορές είναι ένα αθώο και παροδικό σύμπτωμα που προκαλεί μια μικρή ενόχληση για λίγες μέρες και υποχωρεί αυτόματα. Σε ορισμένες, όμως, περιπτώσεις μπορεί να παραμείνει και να συνοδεύεται και από άλλα συμπτώματα, όπως εκκρίσεις από τα μάτια, πόνος ή φλεγμονή που όχι μόνο επηρεάζουν την ποιότητα της ζωής, αλλά θέτουν σε κίνδυνο την ομαλή οπτική λειτουργία ή ακόμα και τη γενικότερη υγεία μας.Προκειμένου να κατανοήσει κανείς τα αίτια της δακρύρροιας θα πρέπει να γίνει αντιληπτός ο ρόλος που παίζουν τα δάκρυα και ο τρόπος που παράγονται και αποχετεύονται από τα μάτια.

Τα δάκρυα, σε αντίθεση με ότι ενδεχόμενα πιστεύει ο πολύς κόσμος, παράγονται συνεχώς και όχι μόνο όταν είμαστε κάτω από συναισθηματική φόρτιση.

Αυτά τα δάκρυα αποτελούν τη λεγόμενη βασική έκκριση και πρέπει να τα θεωρούμε ως τα καλά δάκρυα αφού με τη χημική τους σύνθεση και τον όγκο τους καθαρίζουν τα μάτια, τα προστατεύουν από τους βλαβερούς παράγοντες του περιβάλλοντος, προσφέρουν θρεπτικές ουσίες και λιπαίνουν την πρόσθια επιφάνεια του βολβού για να βλέπουμε πιο καθαρά. Όταν επιτελέσουν αυτές τις πολύ χρήσιμες λειτουργίες, τα δάκρυα αποχετεύονται μέσα από ένα αρκετά πολύπλοκο αποχετευτικό σύστημα προς τη μύτη (εικόνα).

Μπορούμε, έστω και κάπως απλουστευμένα, να διακρίνουμε δύο βασικές κατηγορίες δακρύρροιας: στην πρώτη υπάρχει αυξημένη παραγωγή δακρύων ενώ στη δεύτερη παρουσιάζεται ελαττωματική αποχέτευσή τους.
Αυξημένη έκκριση δακρύων μπορεί να έχουμε στην πιο απλή μορφή όταν ένα μικρό ξένο σώμα του περιβάλλοντος βρεθεί σε επαφή με την πρόσθια επιφάνεια του ματιού. Προκειμένου να απομακρυνθεί το ξένο σώμα παράγονται περισσότερα δάκρυα, έχουμε δηλαδή μια αντανακλαστική δακρύρροια. Παρόμοια, αντανακλαστική δακρύρροια μπορεί να εμφανιστεί όταν τα “καλά” δάκρυα είναι ελαττωματικά τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα, όπως συμβαίνει στην ξηροφθαλμία. Στις περιπτώσεις αυτές το μάτι στεγνώνει, κοκκινίζει και δακρύζει λόγω του ερεθισμού που προκαλείται. Έχουμε, δηλαδή, το παράδοξο φαινόμενο να υπάρχει δακρύρροια όταν η αιτία είναι στην πραγματικότητα η ξηροφθαλμία! Καταστάσεις που οδηγούν σε ξηροφθαλμία είναι πολλές και μια σωστή Οφθαλμολογική εξέταση συμβάλλει στην σωστότερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών που είναι αρκετά συχνά στο γενικό πληθυσμό.

Η δεύτερη κατηγορία παθήσεων που οδηγεί σε δακρύρροια οφείλεται στη δυσλειτουργία της αποχέτευσης των δακρύων προς τη μύτη. Παθήσεις των βλεφάρων, όπως η χαλάρωσή τους δεν επιτρέπουν την ομαλή προώθηση των δακρύων προς την αποχετευτική μοίρα και αποτελούν συχνότατο πρόβλημα που απασχολεί πολλούς ασθενείς και συχνά παραμελείται και από πολλούς Οφθαλμιάτρους. Ακόμα, όμως, και εάν τα δάκρυα καταφέρνουν να φτάσουν στη αποχετευτική οδό, παθήσεις της ίδιας της οδού οδηγούν σε επίμονη και συνεχή δακρύρροια. Τέτοιες παθήσεις μπορούν να εμφανιστούν σε όλες τις ηλικίες, από νεογέννητα με συγγενή απόφραξη του δακρυικού πόρου μέχρι ηλικιωμένους.

Όταν υπάρχει μια απλή στένωση του δακρυικού αποχετευτικού συστήματος, σύγχρονες ατραυματκές τεχνικές μικροχειρουργικής διάνοιξης με χρήση κατάλληλου εξοπλισμού και ειδικών δακρυικών σωληναρίων προσφέρουν ουσιαστική βοήθεια και αποτρέπουν την πλήρη απόφραξη του συστήματος.

Σε περιπτώσεις που υπάρχει πλήρης απόφραξη, η στάση των δακρύων μέσα σε ένα κλειστό σύστημα επιτρέπει την ανάπτυξη μικροβίων και μόλυνση (δακρυοκυστίτιδα). Οι μολύνσεις αυτές όχι μόνο επηρεάζουν την ποιότητα ζωής των ασθενών, αλλά απαιτούν πολύ προσεκτική παρακολούθηση και κατάλληλη θεραπεία προκειμένου να μην θέσουν σε κίνδυνο την όραση ή τη γενικότερη υγεία των ασθενών. Ασθενείς με καταρράκτη και αποφραγμένους δακρυικούς πόρους χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή γιατί η επέμβαση του καταρράκτη, ακόμα και με τις πλέον σύγχρονες τεχνικές, αν γίνει προτού αντιμετωπισθεί ο αποφραγμένος δακρυικός πόρος, μπορεί να προκαλέσει σοβαρή μόλυνση στο εσωτερικό του ματιού και τύφλωση. Ασθενείς με χρόνια συστηματικά νοσήματα που επηρεάζουν την άμυνα του οργανισμού, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης ή ανοσοκατασταλμένα άτομα πρέπει να αντιμετωπίζονται έγκαιρα γιατί κινδυνεύουν ακόμα περισσότερο από επέκταση της μόλυνσης στους γειτονικούς ιστούς.
Η σύγχρονη τεχνολογία με χρήση ενδοσκοπικών συστημάτων και μοντέρνων μικροχειρουργικών τεχνικών σε συνδυασμό με την εξειδίκευση του γιατρού, την εμπειρία του και την σωστή εκτίμηση προσφέρουν θεαματικά αποτελέσματα. Οι επεμβάσεις γίνονται συνήθως με τοπική αναισθησία, διαρκούν 30-40 λεπτά, είναι ανώδυνες, δεν απαιτούν νοσηλεία σε νοσοκομείο και εμφανίζουν εξαιρετική ασφάλεια και αποτελεσματικότητα (τουλάχιστον 95% πιθανότητα οριστικής θεραπείας).

 

Γιώργος Κ. Χαρώνης, MD

Χειρουργός Οφθαλμίατρος με εξειδίκευση στην Oφθαλμική Πλαστική
και Επανορθωτική Χειρουργική.
Είναι απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Απέκτησε την ειδικότητα της Οφθαλμολογίας στις ΗΠΑ και εξειδικεύτηκε στην Οφθαλμική Πλαστική και Επανορθωτική Χειρουργική και στη χειρουργική του κόγχου στο Οφθαλμολογικό Ινστιτούτο Jules Stein του Πανεπιστημίου UCLA στο Los Angeles.
Μετά από επτά έτη εκπαίδευσης και εργασίας στις ΗΠΑ επέστρεψε στην Ελλάδα και από το 1997 εργάζεται στην Αθήνα ως εξειδικευμένος Οφθαλμοπλαστικός χειρουργός.
Επιστημονικός Διευθυντής του Ιατρικού Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας Athens Vision
Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών
Επισκέπτης Επίκουρος Καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου UCLA
Διπλωματούχος του Αμερικανικού Συμβουλίου Οφθαλμολογίας
Μέλος της Αμερικανικής και της Ευρωπαικής Εταιρείας Οφθαλμικής Πλαστικής και Επανορθωτικής Χειρουργικής
Εταίρος της Αμερικανικής Ακαδημίας Οφθαλμολογίας

#########