Η γλυκοζαμίνη ένας αμινο-μονοσακχαρίτης αποτελεί δομικό συστατικό του κολλαγόνου και ως κύριο συστατικό του συνδετικού ιστού , συμβάλλει στην ανθεκτικότητα των χόνδρων. Απορροφάται εξ’ ολοκλήρου από το λεπτό έντερο φθάνοντας στις αρθρώσεις , βοηθάει στη συντήρηση της δομής των χόνδρων και στην καλύτερη λειτουργία τους , φαίνεται μάλιστα ότι βοηθά και στην αναγέννηση των χόνδρων και στη συνολική βελτίωση της λειτουργίας των αρθρώσεων. Τα παραπάνω αναφέρει ο Δρ. Γεώργιος Ι. Φουτσιτζής καθηγητής μικροβιολογίας.
Η γλυκοζαμίνη επίσης αποκλείει τους β- αδρενεργικούς υποδοχείς και έτσι δρα ανασταλτικά στην έκκριση της ινσουλίνης. Βιοχημικά παρατηρείται άρση της πορείας μεταγωγής του σήματος από τον EGF ( επιδερμικό αυξητικό παράγοντα) στον EGFR (υποδοχέας με δράση τυροσυλοκινάσης), στην Grb-2 (προσαρμοστική πρωτείνη), στην SoS (παράγοντας ανταλλαγής γουανιδινο-νουκλεοτιδίων) και στην Ras (τελεστής). Όπου Ras απαντάται ως ρυθμιστής της κυτταρικής αύξησης μέσω των πρωτεινικών κινασών σερίνης- θρεονίνης.
Μια π.χ. ενεργοποιημένη Ras προκαλεί ενεργοποίηση κινασών , πολλαπλασιάζοντας έτσι το σήμα με ποικίλες φυσιολογικές αλλαγές όπως και ο έλεγχος απόκρισης στον κυτταρικό πολλαπλασιασμό. Αυτό μάλιστα επιβεβαιώνεται και από την αύξηση της μιτωτικής επίδρασης του EGF ( επιδερμικό αυξητικό παράγοντα) σε ενδοθηλιακά, επιθηλιακά κύτταρα καθώς και σε ινοβλάστες , ένα άκρως νεοπλασματικό –μεταστατικό αποτέλεσμα για τον οργανισμό.