Πόσο συχνά ακούγεται η φράση αυτή από έναν γιατρό, όταν απέναντί του βρίσκεται ένας ασθενής που έχει υποστεί έμφραγμα του μυοκαρδίου (ΕΜ). Πρόσφατη μελέτη μας πληροφορεί πως οι περισσότεροι γιατροί δεν ασχολούνται με τη σεξουαλική υγεία των ασθενών τους. Το αποτέλεσμα είναι ότι η σεξουαλική δραστηριότητα, τόσο των ανδρών και ακόμη περισσότερο των γυναικών

, μειώνεται σημαντικά ένα χρόνο μετά από το έμφραγμα.

 

 

Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Σικάγο, όπου πραγματοποιήθηκε σχετική έρευνα, αναφέρουν ότι, οι ασθενείς που βγήκαν από το νοσοκομείο χωρίς συγκεκριμένες πληροφορίες για το πώς να διαχειριστούν τη σεξουαλική τους ζωή,  περιόρισαν σημαντικά τη σεξουαλική τους δραστηριότητα κατά τη διάρκεια ενός έτους μετά το έμφραγμα.

 

Προηγούμενη έρευνα είχε δείξει ότι τόσο οι πιο ηλικιωμένοι όσο και οι νεότεροι ενήλικες θεωρούν τη σεξουαλικότητα σημαντική τόσο για την υγεία τους, όσο και για τη γενικότερη ποιότητα της ζωής τους και πιστεύουν ότι οι γιατροί θα έπρεπε να τους μιλούν για το θέμα αυτό και να ανοίγουν πρώτοι τη συζήτηση.

 

Κατά τη διάρκεια της μελέτης TRIUMPH οι ερευνητές ρώτησαν πάνω από 1.000 άνδρες και περίπου 600 γυναίκες σχετικά με τη σεξουαλική τους δραστηριότητα πριν και μετά από ένα καρδιακό επεισόδιο.

 

Πριν από το καρδιακό επεισόδιο, λιγότερες από τις μισές γυναίκες (43,1%) και σχεδόν τα δύο τρίτα των ανδρών (64,6%) ήταν σεξουαλικά ενεργοί. Ενώ σχεδόν οι μισοί άνδρες (46,3%) και το ένα τρίτο των γυναικών (34,5%) ανάφεραν ότι κατά την έξοδό τους από το νοσοκομείο έλαβαν οδηγίες σχετικά με την επανέναρξη της σεξουαλικής τους δραστηριότητας. Τέλος λιγότεροι από 40% των ανδρών και λιγότερες από 20% των γυναικών συζήτησαν για σεξουαλικά θέματα με τους γιατρούς τους κατά τη διάρκεια ενός έτους μετά από το καρδιακό τους επεισόδιο.

 

Ένα έτος μετά το ΕΜ, οι περισσότεροι άνδρες (67,7%) αλλά λιγότερες από τις μισές γυναίκες (40,6%) ανάφεραν κάποια σεξουαλική δραστηριότητα.

 

Αφού οι ερευνητές συνυπολόγισαν την ηλικία, την ύπαρξη ή όχι συντρόφου, την κατάθλιψη και τη σωματική υγεία στην αρχή της έρευνας, βρήκαν ότι οι συμμετέχοντες που δεν είχαν λάβει οδηγίες για τη σεξουαλική τους ζωή κατά την έξοδό τους από το νοσοκομείο είχαν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να αναφέρουν απώλεια της σεξουαλικής δραστηριότητας μετά από ένα έτος, σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες που έλαβαν οδηγίες.

 

Η μελέτη δείχνει ότι οι περισσότεροι ασθενείς που έχουν υποστεί καρδιακό επεισόδιο είναι σεξουαλικά ενεργοί αλλά στο μεγαλύτερο ποσοστό τους, οι γιατροί δεν συζητούν γι’ αυτό το θέμα μαζί τους. Επιπλέον επισημαίνεται ότι οι γιατροί έχουν πολύ λιγότερες πιθανότητες να συζητήσουν για σεξουαλικά ζητήματα με τις γυναίκες από ό,τι με τους άνδρες ασθενείς.

 

Προηγούμενη έρευνα σε αυτόν τον τομέα είχε δείξει ότι οι γυναίκες γιατροί και οι γιατροί νεότερης ηλικία έχουν μεγαλύτερη ευχέρεια να συζητούν συστηματικά με τους ασθενείς τους για το σεξ, σε σύγκριση με συναδέλφους τους μεγαλύτερης ηλικίας και άνδρες.

 

«Συχνά οι γιατροί εστιάζουν στο να σώσουν ζωές και δεν δίνουν στη σεξουαλική υγεία τόση προσοχή όση θα έδινα για παράδειγμα στην πρόληψη της περαιτέρω εξέλιξης της στεφανιαίας νόσου», δηλώνουν οι ερευνητές της μελέτης.

 

Και οι ερευνητές καταλήγουν: «Παρόλα αυτά η εκτίμηση του σεξουαλικού ιστορικού  είναι απαραίτητη. Μπορεί να βοηθήσει πάρα πολύ, ώστε οι ασθενείς να επανακτήσουν την χαμένη τους αυτοπεποίθηση και τη συναισθηματική τους ευεξία. Αυτό μπορεί σίγουρα να τους προφυλάξει και από ένα νέο καρδιακό επεισόδιο.»

 

 

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ν. ΛΑΘΟΥΡΗΣ

Παθολόγος  Διαβητολόγος

Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών

#########