Η παχυσαρκία είναι σύμφωνα με τον ορισμό της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας μία κατάσταση με ανώμαλη ή υπερβολική εναπόθεση λίπους στο σώμα σε τέτοιο βαθμό που να έχει επιπτώσεις για την υγεία. Η παγκόσμια “επιδημία λίπους” είναι μία από τις αιτίες αυξημένης θνησιμότητας και πιθανώς αυξημένης υπογονιμότητας στον δυτικό κόσμο. Στοιχεία από τα έτη 2007-2008 δείχνουν ότι το 64% των Αμερικανίδων ήταν υπέρβαρες (ΒΜΙ, δείκτης μάζας σώματος > 25 Kg/m2 ) ενώ όσες είχαν ΒΜΙ > 30 Kg/m 2 (παχύσαρκες) αποτελούσαν το 36%! Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες πάνω από τις μισές γυναίκες είναι υπέρβαρες ή παχύσαρκες. Στην Δανία το 20% των γυναικών μεταξύ 16 και 24 ετών είναι υπέρβαρες, ενώ στις ηλικίες 25-34 το ποσοστό ανεβαίνει στο 33% και στις ηλικίες 35 με 44 φτάνει το 40%. Τα αντίστοιχα ποσοστά για την παχυσαρκία είναι 6% στις ηλικίες 16-24,  11% μεταξύ των ηλικιών 25-34 ενώ στις ηλικίες μεταξύ 35-44 φτάνει το 15%!

Η παχυσαρκία συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα, Αρτηριακή Υπέρταση, Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2, χολοκυστοπάθεια, οστεοαρθρίτιδα και ορισμένων τύπων καρκίνου, μεταξύ των οποίων ο καρκίνος του ενδομητρίου, του μαστού και του παχέος εντέρου.

Στον τομέα της Αναπαραγωγής, η προ της κύησης παχυσαρκία συνδέεται με έναν αυξημένο κίνδυνο για επιπλοκές στην κύηση και τον τοκετό. Επιπλέον, σχετίζεται με μειωμένα ποσοστά σύλληψης λόγω μειωμένης παραγωγής των υποθαλαμικών ορμονών καθώς και μειωμένη συχνότητα ή έλλειψη ωορρηξίας.

Η πρωταρχική αντιμετώπιση της υπογονιμότητας στην παχυσαρκία είναι η απώλεια βάρους. Πέρα από το γεγονός ότι με την απώλεια βάρους η γυναίκα μπαίνει με καλύτερες “προϋποθέσεις” στην εγκυμοσύνη, η ίδια η απώλεια λύνει θεαματικά το πρόβλημα της υπογονιμότητας! Η επίδραση της απώλειας βάρους με περιορισμό της κατανάλωσης θερμίδων και άσκηση έχει μελετηθεί παγκοσμίως σε σχετικά λίγες έρευνες και με λίγους ασθενείς, αλλά με ταυτόσημα και εντυπωσιακά αποτελέσματα. Είναι μία γνώση διαθέσιμη εδώ και περίπου 20 χρόνια, παρ’ όλο που τείνουμε να την υποτιμούμε.

Η πρώτη μελέτη έγινε το 1992. Συμμετείχαν 11 ανωοθυλακιορρηκτικές παχύσαρκες γυναίκες, οι οποίες υπεβλήθησαν σε περιορισμό της λήψης θερμίδων στις 1.000 ημερησίως για 6 μήνες και οι οποίες έχασαν πάνω από το 5% του αρχικού σωματικού τους βάρους. Στις 9 από αυτές τις γυναίκες (81%) βρέθηκε βελτιωμένη αναπαραγωγική λειτουργία: οι 5 έμειναν έγκυες και οι 4 απέκτησαν σταθερό κύκλο.

Το 1996 σε άλλη μελέτη συμμετείχαν 35 γυναίκες, στις οποίες εφαρμόστηκε ένα πρόγραμμα μείωσης βάρους για 32 εβδομάδες. Το μέσο ΒΜΙ μειώθηκε από το 35 στο 31,6.  Δέκα από αυτές τις γυναίκες έμειναν αυτόματα έγκυες. Από τις γυναίκες αυτές οι τρεις είχαν αμηνόρροια (απουσία περιόδου) και πέντε αραιομηνόρροια (αραιούς κύκλους) πριν την απώλεια βάρους!

Σε επόμενη μελέτη του 1999, 18 υπογόνιμες γυναίκες με ανωοθυλακιορρηξία, Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών (PCOS) και ΒΜΙ μεταξύ 25 και 45 υπεβλήθησαν σε ένα 6μηνο πρόγραμμα με δίαιτα και άσκηση. Εννέα από αυτές τις γυναίκες ανταποκρίθηκαν και απέκτησαν σταθερό κύκλο. Δύο έμειναν αυτόματα έγκυες. Οι ασθενείς που ανταποκρίθηκαν με σταθερό κύκλο είχαν χάσει το 2% με 5% από το αρχικό τους βάρος και το 11% από το σπλαγχνικό τους λίπος.

Σε άλλη μεγαλύτερη μελέτη, 87 γυναίκες με ΒΜΙ μεγαλύτερο ή ίσο του 30 και υπογονιμότητα για πάνω από 2 χρόνια συμμετείχαν σε 6μηνο πρόγραμμα που περιελάμβανε αλλαγή στην διατροφή και άσκηση. Το πρόγραμμα το ολοκλήρωσαν 67 γυναίκες, οι οποίες έχασαν κατά μέσο όρο 10,2 Kg. Από αυτές τις γυναίκες οι 54 δεν είχαν ωορρηξία στην αρχή του προγράμματος και το 90% (49 γυναίκες) κατόρθωσε να αποκτήσει σταθερούς κύκλους μετά το τέλος του προγράμματος! Αυτόματη ωορρηξία επετεύχθη ακόμη και με μικρή απώλεια βάρους και μερικές γυναίκες παρέμειναν σε ΒΜΙ > 30 όταν σταθεροποιήθηκε ο κύκλος. Οι γυναίκες που ξεκίνησαν να έχουν ωορρηξία μετά το τέλος του προγράμματος, είχαν χάσει κατά μέσο όρο περισσότερα κιλά από τις γυναίκες που δεν κατάφεραν να επιτύχουν ωορρηξία.

Επίσης σύμφωνα με μία έρευνα από το Επιστημονικό Κέντρο Υγείας του πανεπιστημίου του Τέξας, η έκθεση της γυναίκας στο τεχνητό φως κατά τη διάρκεια του βραδινού ύπνου επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ικανότητά της να συλλάβει αλλά και να έχει μια υγιή εγκυμοσύνη.

Όπως αναφέρουν σε σχετική τους έκθεση που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Fertility and Sterility, ερευνητές προσπάθησαν να προσδιορίσουν την σημασία των επιπέδων μελατονίνης στον οργανισμό των γυναικών ως προς την ικανότητά τους να μείνουν έγκυες ή/και σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις στην υγεία του αγέννητου βρέφους τους.

Η μελατονίνη παραδείγματος χάριν αφορά μία από τις πολυτιμότερεςς ορμόνες που συνδέουν την παχυσαρκία με την υπογονιμότητα, η οποία εκκρίνεται από την επίφυση του εγκεφάλου.

Η έκθεση στο σκοτάδι διεγείρει την απελευθέρωσή της και η παρουσία της μελατονίνης στον οργανισμό μας βοηθάει στη διαδικασία του ύπνου.

“Κάθε φορά που ανάβετε το φως τη νύχτα, αυτό μειώνει την παραγωγή της μελατονίνης”, υποστηρίζει ο δρ Russell Reiter, ένας εκ των επικεφαλής ερευνητών και προσθέτει:

“Σε γυναίκες που προσπαθούν να συλλάβουν, η μελατονίνη βοηθάει να προστατευθούν τα ωάρια, ιδιαίτερα κατά τις ημέρες της ωορρηξίας (…) Οι γυναίκες που ελπίζουν/προσπαθούν να συλλάβουν πρέπει να επιδιώκουν να έχουν τουλάχιστον οκτώ ώρες ύπνου σε βαθύ σκοτάδι μέσα στη νύχτα”.

Σε γυναίκες που είναι ήδη έγκυες, οι παρεμβολές/αυξομειώσεις στα επίπεδα της μελατονίνης μπορεί επίσης να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στο αγέννητο παιδί τους. Αν το έμβρυο δεν παίρνει τη σωστή ποσότητα μελατονίνης από τη μητέρα του, το βιολογικό του “ρολόι” μπορεί να δυσλειτουργεί. Αυτό έχει συνδεθεί με προβλήματα συμπεριφοράς, όπως με τη διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ADHD) ή με τον αυτισμό σε νεαρά παιδιά.

Η συγκεκριμένη έρευνα αναφέρει με σαφήνεια ότι είναι το σκοτάδι εκείνο που παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτά τα ζητήματα γυναικείας γονιμότητας και όχι ο ύπνος αυτός καθαυτός. Παρά το γεγονός ότι ο ύπνος είναι εξίσου σημαντικός, είναι το σκοτάδι που αποδείχτηκε ως αναγκαία συνθήκη για την παραγωγή της μελατονίνης.

Αλλά επίσης γνωρίζουμε τον ρόλο πλέον της μελατονίνης με την παχυσαρκία. Η μελατονίνη ελέγχει τον βιορυθμό μας, τη διάθεση, την αναπαραγωγή, το βάρος, ακόμη και τον καρκίνο.

Από την άποψη της δυναμικής επίπτωσης προς στην υγεία μας δύναται να ελέγξει τα πάντα, από τον ρυθμό ύπνου / εγρήγορσης, τους κύκλους μας για την αναπαραγωγή, το βάρος μας, τη διάθεση και ακόμη ασκεί ισχυρή, αντιγηραντική και αντικαρκινική δράση.

Η μελατονίνη βρίσκεται στα ζώα, τα φυτά και τα μικρόβια. Είναι μια φυσική ορμόνη που παράγεται από την επίφυση του σώματος και γενικά, αυξάνουν τα ποσοστά μελατονίνης στο σκοτάδι κατά την διάρκεια της νύχτας. Εν μέρει, το ρολόι του σώματός σας ελέγχει πόση μελατονίνη παράγει στο 24ωρο.

Κανονικά, τα επίπεδα της μελατονίνης αρχίζουν να αυξάνονται στα μέσα της ημέρας από το απόγευμα και μετά προς αργά το βράδυ, παραμένουν σε υψηλά επίπεδα για το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας και στη συνέχεια υπάρχει πτώση στις πρώτες πρωινές ώρες.

Το Φως επηρεάζει το πόσο μελατονίνη θα παράγει το σώμα σας. Κατά τη διάρκεια των μικρότερων ημερών του χειμώνα, το σώμα σας μπορεί να παράγει μελατονίνη νωρίτερα ή αργότερα μέσα στην ημέρα από το συνηθισμένο. Αυτή η αλλαγή μπορεί να οδηγήσει σε συμπτώματα της εποχιακής συναισθηματικής διαταραχής (SAD), ή την κατάθλιψη του χειμώνα.

Τα φυσικά επίπεδα μελατονίνης παρουσιάζουν μια αργή πτώση με την ηλικία. Μερικοί ενήλικες παράγουν πολύ μικρές ποσότητες, ή και καθόλου όσο αυξάνει η ηλίκια. Επίσης χαμηλά επίπεδα της μελατονίνης σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου. Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι τα χαμηλά επίπεδα μελατονίνης στον οργανισμό μπορεί να συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο ορισμένων τύπων καρκίνου.

Για παράδειγμα, μερικές μελέτες έχουν δείξει ότι οι γυναίκες που εργάζονται νυχτερινές βάρδιες για πολλά χρόνια (και ως εκ τούτου θα πρέπει να αναμένεται να έχουν χαμηλότερα επίπεδα της μελατονίνης) φαίνεται να έχουν ένα ελαφρώς υψηλότερο κίνδυνο καρκίνου του μαστού και του παχέος εντέρου. Η μελατονίνη έχει αποδειχθεί ότι επιβραδύνει, ή σταματά την ανάπτυξη των διαφόρων τύπων κυττάρων του καρκίνου, ακόμη και να αποτελέσει, πλέον η ίδια αυτή, τη θεραπεία του καρκίνου.

Μερικές από τις μελέτες έχουν δείξει ότι η μελατονίνη μπορεί να παρατείνει την επιβίωση και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών με ορισμένους ανίατους τύπους καρκίνων, όπως προχωρημένο καρκίνο του πνεύμονα και το μελάνωμα. Μερικές μελέτες έχουν αναφέρει ότι ένας μικρός αριθμός των καρκίνων έχει δείξει ότι η μελατονίνη προσφέρει ιδιαίτερα ισχυρή προστασία.

Τα κύτταρα σε όλο το σώμα σας – ακόμα και τα καρκινικά κύτταρα – έχουν υποδοχείς μελατονίνης. Έτσι, όταν η μελατονίνη παράγεται κατά την νύχτα, επιβραδύνει την κυτταρική διαίρεση.

Στην πραγματικότητα, η μελατονίνη έχει μια κατευναστική επίδραση σε αρκετές αναπαραγωγικές ορμόνες, η οποία μπορεί να εξηγήσει γιατί φαίνεται να προστατεύει έναντι καρκίνων που είναι ορμονοεξαρτόμενοι, συμπεριλαμβανομένων των ωοθηκών, του ενδομητρίου, του μαστού, του προστάτη και των όρχεων. Ωστόσο, οι αντικαρκινικές επιδράσεις της μελατονίνης δεν σταματούν εκεί. Ενώ προκαλούν τα καρκινικά κύτταρα να αυτοκαταστραφούν, η μελατονίνη ενισχύει επίσης την παραγωγή και ανάπτυξη του ανοσοποιητικού σας συστήματος παράγωντας τονωτικές ουσίες, όπως η ιντερλευκίνη-2, η οποία βοηθά στον εντοπισμό και την επίθεση των μεταλλαγμένων κυττάρων που οδηγούν σε καρκίνο. Από τους συμμετέχοντες στην μελέτη «Nurses Health», διαπιστώθηκε ότι οι νοσηλευτές που εργάζονται τη νύχτα είχαν 36 τοις εκατό υψηλότερα ποσοστά καρκίνου του μαστού.

Γυναίκες που εργάζονται νυχτερινή βάρδια βρέθηκαν να έχουν ποσοστά καρκίνου του μαστού 60 τοις εκατό πάνω από το φυσιολογικό, ακόμα και όταν οι άλλοι παράγοντες, όπως οι διαφορές στη διατροφή τους.

Ισπανοί επιστήμονες ανακάλυψαν ότι η κατανάλωση μελατονίνης βοηθά στον έλεγχο του σωματικού βάρους, επειδή διεγείρει την εμφάνιση του «μπεζ λίπους», ένα είδος κυττάρων λίπους που καίει θερμίδες αντί για την αποθήκευση τους.

Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Γρανάδας στο Ινστιτούτο Νευροεπιστήμης, του Νοσοκομείο Carlos III της Μαδρίτης, και το Πανεπιστήμιο του Τέξας Health Science Center στο San Antonio (ΗΠΑ) αποκάλυψαν ότι η μελατονίνη έχει μεταβολικά οφέλη στη θεραπεία του διαβήτη και υπερλιπιδαιμίας, παχυσαρκίας, δυσλιπιδαιμίας υψηλής πίεσης του αίματος και σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 αλλά και ότι είναι ένα δυνητικά χρήσιμο εργαλείο για τη θεραπεία της παχυσαρκίας. Η μελέτη από το Πανεπιστήμιο της Γρανάδας έδειξε ότι η χρόνια χορήγηση μελατονίνης ευαισθητοποιεί την θερμογόνο δράση της έκθεσης στο κρύο, αυξάνει τη θερμογόνο δράση της άσκησης και, ως εκ τούτου, αποτελεί εξαιρετική θεραπεία κατά της παχυσαρκίας. Η μελατονίνη μπορεί να προστατεύσει από τις καρδιακές παθήσεις. Έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει την “καλή” χοληστερόλη (HDL) και διαδραματίζει ένα ρόλο στην μείωση της αρτηριακής πίεσης. Η μελατονίνη μπορεί επίσης να προστατεύσει την καρδιά σας κατά τη διάρκεια μιας καρδιακής προσβολής. Η μελατονίνη είναι ιδιαίτερα επωφελής σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη. Προστατεύει τα κύτταρα του παγκρέατος, επιφέροντας επιβράδυνση της εξέλιξης της ασθένειας αυτής. Επίσης, έχει πολύ ισχυρή αντι-οξειδωτική ιδιότητα μειώνοντας την βλάβη στα νεφρά, τα μάτια και την κυκλοφορία που είναι κοινή σε αυτούς με διαβήτη.

Τα επιστημονικά αυτά δεδομένα μας υπενθυμίζουν ότι οι επαγγελματίες Υγείας που ασχολούνται με την υπογονιμότητα οφείλουν να επιμείνουν στην απώλεια βάρους όταν έχουν να διαχειριστούν υπέρβαρες ή παχύσαρκες γυναίκες ελέγχοντας διεξοδικά όλες τις ορμόνες που συσχετίζονται τόσο με την παχυσαρκία όσο και με την αναπαραγωγή και συνεργάζονται μεταξύ τους για να επιτευχθεί η γονιμότητα, θεραπεύοντας κατά περίπτωση.

Στις περισσότερες περιπτώσεις η απώλεια βάρους μπορεί να λύσει το πρόβλημα ενώ θεραπευτικές προσεγγίσεις Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (διέγερση ωοθηκών, σπερματέγχυση, εξωσωματική γονιμοποίηση) θα πρέπει να περιλαμβάνουν ταυτόχρονα και προγράμματα δίαιτας και άσκησης.

 

Βασιλική Τριάντη – Δημολένη MD, MSc, PhD

Ενδοκρινολόγος – Διαβητολόγος
Master Έρευνα στη Γυναικεία Αναπαραγωγή

Μέλος της Σουηδικής Διαβητολογικής & Σουηδικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας

#########