Η βασική αιτία παραμένει άγνωστη. Μία γυναίκα όμως έχει μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσει καρκίνο μαστού ανάλογα με τους ‘προδιαθεσικούς’ παράγοντες κινδύνου που συγκεντρώνει, και τέτοιοι είναι: η ηλικία (όσο μεγαλώνει αυξάνει η πιθανότητα να αναπτύξει καρκίνο του μαστού), το θετικό οικογενειακό ιστορικό (κυρίως μητέρα ή αδελφή με καρκίνο μαστού), η διάρκεια των ετών της περιόδου (πρώιμη εμμηναρχή πριν τα 9 έτη και καθυστερημένη εμμηνόπαυση μετά τα 55), ατεκνία ή καθυστερημένη πρώτη κύηση μετά την ηλικία των 35 ετών, παχυσαρκία, μακροχρόνια χρήση ορμονικής υποκατάστασης

 

.


Η κληρονομικότητα παίζει σημαντικό ρόλο;

Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι είναι άλλο αυτό που λέμε «θετικό οικογενειακό ιστορικό», το να έχει δηλαδή μία γυναίκα τη μητέρα της ή την αδελφή της που είχε καρκίνο του μαστού, και άλλο ο «κληρονομικός» καρκίνος το μαστού. Στον κληρονομικό καρκίνο του μαστού, έχουμε εντοπίσει γονίδια (BRCA1&2), τα οποία ευθύνονται για την εμφάνισή του. Η ύπαρξη μίας μετάλλαξης σε ένα τέτοιο γονίδιο, αυξάνει πάρα πολύ την πιθανότητα εμφάνισης της νόσου που φθάνει περίπου στο 80% κατά τη διάρκεια της ζωής της γυναίκας, ενώ συγχρόνως συνοδεύεται από υψηλή πιθανότητα, περίπου 60%, εμφάνισης καρκίνου των ωοθηκών. Ο κληρονομικός όμως καρκίνος του μαστού, αποτελεί μικρό ποσοστό των καρκίνων. Σε 100 γυναίκες με καρκίνο του μαστού, ο κληρονομικός καρκίνος θα ευθύνεται για την προσβολή 5-7 γυναικών. Αυτό είναι σημαντικό, γιατί το να κάνει μία γυναίκα τα γενετικά τεστ και να αποδειχθούν αρνητικά, δεν πρέπει να εφησυχάσει. Απλά, έχει αποκλείσει αυτό το ποσοστό του 5-7%. Άρα, θα πρέπει να εξακολουθεί τους ελέγχους της κανονικά.

Υπάρχουν σημάδια που πρέπει να ανησυχήσουν τη γυναίκα;

Ο καρκίνος του μαστού παρουσιάζεται συνήθως σαν μια ανώδυνη σκληρία που δεν υπήρχε στο παρελθόν και η οποία μεγαλώνει σε μέγεθος, δεν υπάρχει στο αντίστοιχο σημείο του άλλου μαστού και δεν υποχωρεί μετά τη περίοδο (σε γυναίκες πριν από την εμμηνόπαυση). Άλλες φορές, το πρώτο σημάδι ενός καρκίνου μπορεί να είναι κάποιο ‘βαθούλωμα’ ή μια ρυτίδωση στο δέρμα του μαστού ή ακόμη μία αλλαγή στο μέγεθος, το περίγραμμα ή το σχήμα του. Σε όγκους που αναπτύσσονται κοντά ή πίσω από τη θηλή, το πρώτο σημάδι μπορεί να είναι ένα τράβηγμα της θηλής προς τα μέσα – εισολκή της θηλής – ή σπανιότερα ένα αιματηρό έκκριμα από τη θηλή. Αλλά και η ίδια η θηλή του μαστού, όταν σπάνια παρουσιάζει ένα εξάνθημα ή εξέλκωση που επιμένει για αρκετό καιρό και δεν υποχωρεί με κάποια αντιαλλεργική αλοιφή, μπορεί να είναι ένα σημάδι καρκίνου.

Τα τελευταία χρόνια καταγράφονται κρούσματα καρκίνου μαστού και σε γυναίκες ηλικίας κάτω των 35 ετών ή ακόμα νεότερες. Πού οφείλεται αυτό;

Πράγματι, ένα μικρό ποσοστό των καρκίνων του μαστού απαντά σε πολύ νέες γυναίκες, περίπου 2% και σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει αρκετή πιθανότητα να πρόκειται για κληρονομικό καρκίνο. Γενικότερα όμως, η ανίχνευση τα τελευταία χρόνια καρκίνων μαστού σε νεότερες ηλικίες συγκριτικά με παλιότερα, οφείλεται στη συνολική αύξηση του αριθμού των γυναικών που παθαίνουν καρκίνο στο μαστό και σε ένα βαθμό στην έναρξη προληπτικών ελέγχων που οδηγούν στην εντόπιση καρκίνων ενωρίτερα από ότι στο παρελθόν.

Είναι αλήθεια ότι 1 στις 3 γυναίκες που έχει προσβληθεί από την ασθένεια μπορεί να θεραπευτεί πλήρως, εφόσον βέβαια η διάγνωση έχει γίνει έγκαιρα;

Απολύτως. Όσο νωρίτερα διαγνωσθεί ένας καρκίνος του μαστού, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες για επιτυχημένη θεραπεία. Την καλύτερη πορεία έχει ένας μη-διηθητικός καρκίνος (in situ) ή ένας μικρού μεγέθους καρκίνος που ανιχνεύθηκε στη μαστογραφία. Άλλωστε, η αύξηση του ποσοστού των καρκίνων που ανιχνεύονται με τη μαστογραφία, πριν γίνουν αντιληπτοί με τη κλινική εξέταση ή την αυτοεξέταση της γυναίκας, είναι ο κύριος λόγος της βελτίωσης της πορείας των ασθενών με καρκίνο του μαστού στην εποχή μας και κατά δεύτερο λόγο η εξέλιξη και εφαρμογή νέων και αποτελεσματικότερων θεραπειών.

Σε ποια ηλικία πρέπει να γίνεται η πρώτη μαστογραφία;

Οι γυναίκες ηλικίας 35-40 ετών θα πρέπει να υποβάλλονται σε κλινική εξέταση των μαστών κάθε δύο χρόνια και να κάνουν με τη πρώτη ευκαιρία το πρώτο έλεγχο με μαστογραφία. Από την ηλικία των 40 ετών, κάθε γυναίκα θα πρέπει να υποβάλλεται σε μαστογραφία και κλινική εξέταση των μαστών της από εξειδικευμένο ιατρό, μία φορά το χρόνο.

Ισχύει το ίδιο και για μια γυναίκα που έχει θετικό οικογενειακό ιστορικό;

Ως γενικός κανόνας ισχύει η έναρξη συστηματικού ελέγχου περίπου μία δεκαετία ενωρίτερα από την ηλικία που εκδηλώθηκε καρκίνος μαστού σε συγγενή 1ου βαθμού. Όλα αυτά όμως, όπως και ο συγκεκριμένος τρόπος ελέγχου, δηλ. κλινική εξέταση, υπέρηχο, μαστογραφία, μαγνητική κλπ., εξατομικεύονται σύμφωνα με το συγκεκριμένο ιστορικό και την ηλικία της γυναίκας.

Ποια άλλα διαγνωστικά μέσα υπάρχουν;

Τα τελευταία χρόνια έχουν εξελιχθεί πάρα πολύ τα μηχανήματα υπερήχων. Η δυνατότητα μελέτης της αγγείωσης των αλλοιώσεων του μαστού, η χρήση της ελαστογραφίας, οι τρισδιάστατες εικόνες που δίνουν οι νέοι 3D υπέρηχοι, μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στη διάγνωση. Σημαντική επίσης είναι η βοήθεια της Μαγνητικής Μαστογραφίας, η οποία εφαρμόζεται με συγκεκριμένες ενδείξεις. Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνούμε ότι βασική εξέταση έγκαιρης διάγνωσης εξακολουθεί να είναι η κλασσική μαστογραφία. Ειδικά οι νέοι ψηφιακοί μαστογράφοι μπορούν να έχουν υψηλή ευκρίνεια και στους δύσκολους, πυκνούς μαστούς.

Δυστυχώς, υπάρχουν περιπτώσεις γυναικών, που ενώ είναι τυπικές όσον αφορά στο ετήσιο τσεκ απ τους, πάσχουν από την ασθένεια, γεγονός που δεν γίνεται αντιληπτό από το γιατρό τους. Πώς μπορεί μια γυναίκα να προστατευθεί για μια τέτοια περίπτωση;

Πράγματι μπορεί να συμβεί αυτό και μπορεί να οφείλεται σε πολλούς λόγους. Υπάρχουν μορφές καρκίνου που εξελίσσονται πολύ γρήγορα ή μαστοί που δεν είναι εύκολο να ελεγχθούν (πυκνοί, δυσπλαστικοί μαστοί) και η πρώιμη διάγνωση είναι πολύ δύσκολη. Παρόλα αυτά, ο συστηματικός έλεγχος θα έχει θετικό αποτέλεσμα και σε αυτές τις περιπτώσεις. Σημαντικό επίσης είναι να τηρείται ο κανόνας του συνδυασμού του ελέγχου με μαστογραφία και κλινικής εξέτασης από εξειδικευμένο στο μαστό ιατρό, διότι κάποιες κλινικές μορφές καρκίνου δεν αναδεικνύονται στη μαστογραφία αλλά φαίνονται στη κλινική εξέταση.  Βεβαίως υπάρχει και η πιθανότητα να μην διαγνωσθεί ένας καρκίνος λόγω κακής τεχνικής και χαμηλής ποιότητας της συγκεκριμένης μαστογραφίας ή του υπερηχογραφήματος, απειρίας στη διάγνωση ή στη κλινική εξέταση. Καλό θα είναι οι γυναίκες να προτιμούν οργανωμένα διαγνωστικά κέντρα με σύγχρονα μηχανήματα και εξειδικευμένους στο μαστό γιατρούς, όπου ο μεγάλος αριθμός των εξεταζόμενων γυναικών και η εξειδίκευση των γιατρών στις παθήσεις του μαστού αυξάνουν τη πιθανότητα ενός αξιόπιστου, διαγνωστικού ελέγχου.

Η απόφαση να αφαιρεθεί και το υγιές στήθος και να γίνει ολική υστερεκτομή για προληπτικούς λόγους ενδείκνυται σε κάθε περίπτωση;

Όχι, παρά μόνον σε πολύ μικρό αριθμό ασθενών, όπου η πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου και στον άλλο μαστό είναι πολύ υψηλή, όπως και καρκίνου των ωοθηκών. Τέτοια περίπτωση μπορεί να είναι η ασθενής που συγχρόνως επιβεβαιώθηκε ότι πρόκειται για κληρονομικό καρκίνο (ανίχνευση μετάλλαξης στο γονίδιο BRCA 1), ή που συνυπάρχουν πολλοί παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη αμφωτερόπλευρου καρκίνου (πχ. καρκίνος στον ένα μαστό, λοβιακό μη διηθητικό καρκίνωμα και ισχυρό θετικό οικογενειακό ιστορικό). Επειδή όμως πρόκειται για μία αποτελεσματική αλλά επιθετική και ακρωτηριαστική επέμβαση για προληπτικούς λόγους, η τελική απόφαση πρέπει να βασίζεται σε λεπτομερή έλεγχο των πιθανοτήτων κινδύνου, αξιολόγηση των επιπτώσεων και οπωσδήποτε να είναι της ίδιας της γυναίκας.

Ποιες είναι οι σύγχρονες θεραπευτικές μέθοδοι;

Οι βασικοί άξονες αντιμετώπισης του Καρκίνου του Μαστού είναι τρεις. Ο ένας είναι η χειρουργική, ο δεύτερος η ακτινοθεραπεία και ο τρίτος είναι η συστηματική θεραπεία υπό την έννοια είτε της χημειοθεραπείας είτε της ορμονοθεραπείας ή άλλων επί μέρους θεραπειών.
Στη χειρουργική βεβαίως, εμπλέκεται και το θέμα της μαστεκτομής που σχετίζεται άμεσα με τη πρώιμη διάγνωση, που μας δίνει τη δυνατότητα αποφυγής της μαστεκτομής. Εδώ και αρκετά χρόνια, έχουν καθιερωθεί σε όλο τον κόσμο οι λεγόμενες συντηρητικές του μαστού επεμβάσεις, δηλαδή να μην κάνουμε μαστεκτομή, οι οποίες όμως ενώ προσφέρουν ίδια αποτελέσματα από πλευράς εξέλιξης, από πλευράς πορείας της γυναίκας, όσον αφορά τη νόσο, σε σχέση με τη μαστεκτομή, έχουν ορισμένους κανόνες, οι οποίοι δε θα πρέπει να παραβλέπονται και ένας από τους οποίους είναι το μέγεθος τους καρκίνου. Συνεπώς στην πρώιμη διάγνωση, σε μικρούς καρκίνους, που τους ανιχνεύει η μαστογραφία ή ο ιατρός με τα χέρια του έχουμε πάρα πολλές φορές τη δυνατότητα να αποφύγουμε τη μαστεκτομή. Όταν η μαστεκτομή είναι απολύτως αναγκαία, σήμερα έχουμε τη δυνατότητα αποκατάστασης της εμφάνισης αυτών των γυναικών με τις εγχειρίσεις πλαστικής αποκατάστασης.
Η ακτινοθεραπεία εφαρμόζεται πάντοτε στις περιπτώσεις διατήρησης του μαστού μετά την αφαίρεση ενός καρκίνου, ενώ ανάλογα με τις ενδείξεις, μερικές φορές θα χρειασθεί να γίνει και σε γυναίκες που υποβλήθηκαν σε μαστεκτομή.
Η συστηματική θεραπεία, χημειοθεραπεία ή ορμονοθεραπεία, γίνεται επικουρικά σχεδόν κατά κανόνα μετά την εγχείρηση για ένα διηθητικό καρκίνο του μαστού και το είδος της εξαρτάται από επί μέρους στοιχεία του όγκου (πχ θετικοί ορμονικοί υποδοχείς) και της ασθενούς (πχ ηλικία και εμμηνορρυσιακή κατάσταση).

Τι είναι το γονιδιακό προφίλ των όγκων;

Τα τελευταία χρόνια η έρευνα για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού έχει εστιασθεί στην εξατομίκευση της θεραπευτικής αγωγής που βασίζεται στη ανάλυση των χαρακτηριστικών του ίδιου του καρκίνου (στοχευμένες θεραπείες).
Επιπλέον, σήμερα έχουμε συγκεκριμένα τεστ μοριακής βιολογίας που αναλύουν τον ίδιο τον όγκο και μπορούν να βοηθήσουν στη λήψη των θεραπευτικών αποφάσεων. Ένα τέτοιο τεστ για τον καρκίνο του μαστού είναι το Oncotype DX, ένα εργαστηριακό τεστ που αναλύει τα επίπεδα έκφρασης 21 γονιδίων σε ένα δείγμα καρκίνου του μαστού και βάσει της γονιδιακής έκφρασης του όγκου μπορεί να προβλέψει την πιθανότητα μίας ασθενούς να ωφεληθεί από τη χημειοθεραπεία και επιπλέον την επικινδυνότητα επανεμφάνισης της νόσου. Έτσι, ασθενείς με χαμηλό score (<18) εμφανίζουν μικρή πιθανότητα υποτροπής της νόσου και μπορούν να αποφύγουν τη χημειοθεραπεία λαμβάνοντας μόνον ορμονοθεραπεία. Εφαρμόζεται σε ορμονοευαίσθητους όγκους και προς το παρόν συμπεριλαμβάνεται στη ρουτίνα της θεραπευτικής απόφασης κυρίως σε ασθενείς πρώιμου σταδίου, χωρίς διηθημένους λεμφαδένες.

Μετά από μια επέμβαση αφαίρεσης στήθους πότε μπορεί η γυναίκα να προχωρήσει σε αποκατάσταση του μαστού της;

Αυτό μπορεί να γίνει ή τουλάχιστον να αρχίσει, άμεσα κατά τη διάρκεια της μαστεκτομής ή να γίνει σε δεύτερο χρόνο, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα και αφού ολοκληρωθούν οι όποιες άλλες θεραπευτικές παρεμβάσεις, όπως πχ η χημειοθεραπεία ή η ακτινοθεραπεία. Η πλαστική αποκατάσταση μετά από μαστεκτομή έχει τις απλές επιπτώσεις που έχει μία χειρουργική επέμβαση, καμία όμως άλλη επίπτωση ως προς την υγεία της ασθενούς. Η αποκατάσταση γίνεται αφενός μεν με τους διατατήρες ιστών, ένα μπαλονάκι, που μπαίνει κάτω από το δέρμα στη περιοχή της μαστεκτομής, φουσκώνει σιγά – σιγά και αφού διαταθεί το δέρμα μπαίνει μέσα σιλικόνη και συγχρόνως κάνουμε σμίκρυνση του άλλου μαστού, ώστε να έχουμε το ίδιο μέγεθος, ή με τις λεγόμενες αποκαταστάσεις με μυοδερματικούς κρημνούς, όπου παίρνουμε δέρμα μαζί με το μυ από την κοιλιά ή από την πλάτη και καλύπτουμε το έλλειμμα που έχει προκύψει.

Πόσος χρόνος χρειάζεται να περάσει για να θεωρηθεί ότι η ασθενής ξεπέρασε τον κίνδυνο;

Είναι γεγονός ότι προβλήματα μπορούν να αναπτυχθούν σύντομα αλλά και σε αρκετό βάθος χρόνου. Γενικά, μετά το χρονικό διάστημα της πρώτης πενταετίας τα τυχόν προβλήματα που μπορεί να εμφανισθούν είναι πιο ήπια και αντιμετωπίζονται με μεγαλύτερη επιτυχία. Η πιθανότητα προβλημάτων υπάρχει, άλλωστε για αυτό το λόγο οι γυναίκες που ανέπτυξαν καρκίνο στο μαστό τους είναι σε κάποια μορφή παρακολούθησης, και σε αρκετό βαθμό εξαρτάται από τα αρχικά ευρήματα και το στάδιο της νόσου όταν έγινε η διάγνωση. Θα πρέπει όμως επίσης να ληφθεί υπόψιν ότι καθημερινά οι εξελίξεις στην ιατρική μας δίνουν νέες θεραπευτικές δυνατότητες και προβλήματα που παλαιότερα ήταν σημαντικά, σήμερα αντιμετωπίζονται με επιτυχία.  

θεωρείτε ότι οι γυναίκες σήμερα προσέρχονται πιο εύκολα στα ιατρεία των ειδικών ή είναι αμελείς όσον αφορά στο ετήσιο τσεκ απ τους;

Πιστεύω ότι η ενημέρωση του πληθυσμού για τη μεγάλη συχνότητα του καρκίνου του μαστού αλλά και τα σημαντικά πλεονεκτήματα της πρώιμης διάγνωσης έχει οδηγήσει ένα μεγάλο αριθμό των γυναικών να ξεπεράσει τους φόβους που τυχόν είχε και ο προληπτικός έλεγχος των μαστών έχει διαδοθεί αρκετά. Υπάρχει όμως αρκετός ακόμη δρόμος.

Τι χρειάζεται ώστε να έχουμε βελτίωση της πρόγνωσης και για τις Ελληνίδες ασθενείς;

Για να γίνει αυτό πράξη και στην Ελλάδα, χρειάζεται ένας συνδυασμός προσπαθειών σε συγκεκριμένους τομείς όπως:
1. κατάλληλη εκπαίδευση και εξειδίκευση των ιατρών σε αυτό τομέα της Ιατρικής και παρακολούθηση των εξελίξεων,
2. οργάνωση Μονάδων Μαστού, όπου ιατροί διαφόρων ειδικοτήτων, που έχουν ειδική εκπαίδευση στο καρκίνο του μαστού (χειρουργοί μαστού, ακτινοδιαγνωστές, ογκολόγοι ακτινοθεραπευτές κ.άλ.) συνεργάζονται για τη πρόληψη, διάγνωση και αντιμετώπιση των γυναικών με προβλήματα μαστού,
3. ποιοτικός έλεγχος και προαγωγή των παρεχομένων υπηρεσιών υγείας από τους αρμόδιους φορείς της Πολιτείας και των ειδικών επιστημονικών συλλόγων, και τέλος
4. ενημέρωση των ίδιων των Ελληνίδων για τις μεθόδους πρόληψης και έγκαιρης διάγνωσης, με τη συνεργασία της Πολιτείας, των σχετικών ΜΚΟ και των εξειδικευμένων επιστημονικών φορέων.

 

 

 

 

Χρήστος Ι. Μαρκόπουλος
Αν. Καθηγητής Χειρουργικής Ιατρικής Σχολής Αθηνών                           
Πρόεδρος Ελληνικής Χειρουργικής Εταιρείας Μαστού

http://www.markopoulos.gr

#########