Μπορεί συχνότερα η προσοχή μας  να στρέφεται στο πώς λειτουργούν η καρδιά και ο εγκέφαλός μας αλλά στην πραγματικότητα ο θυρεοειδής μας – αυτός ο σχήματος πεταλούδας αδένας που βρίσκεται στη βάση του λαιμού – είναι ο αληθινός αφανής ήρωας του σώματός μας.

Ο θυρεοειδής αδένας παράγει κυρίως δύο ορμόνες, την τριιωδοθυρονίνη (Τ3) και τη θυροξίνη (Τ4), που «ταξιδεύουν» στο αίμα μας, επηρεάζοντας  όλες τις φυσιολογικές λειτουργίες στο σώμα μας. Κάθε κύτταρο μας χρειάζεται θυρεοειδικές ορμόνες για να λειτουργήσει σωστά μιας και αυτές ρυθμίζουν τα πάντα, από το μεταβολισμό μας μέχρι την υγεία των οστών. Για το λόγο αυτό θα πρέπει ο θυρεοειδής μας να λειτουργεί τέλεια.

Υποθυρεοειδισμός και Υπερθυρεοειδισμός

Όταν δε συμβαίνει αυτό, αρχίζουν να προκύπτουν προβλήματα.
Όταν ο θυρεοειδής αδένας υπολειτουργεί, μια κατάσταση γνωστή ως υποθυρεοειδισμός, τα επίπεδα των Τ3 και Τ4 στο αίμα μπορεί να είναι χαμηλότερα από όσο χρειαζόμαστε. Καθώς οι θυρεοειδικές ορμόνες επηρεάζουν τη νευρολογική και την εγκεφαλική λειτουργία, μπορεί τότε να εμφανιστούν συμπτώματα όπως κατάθλιψη και δυσθυμία ή διαταραχές μνήμης και συγκέντρωσης.
Όταν ο θυρεοειδής αδένας υπερλειτουργεί, μια κατάσταση που ονομάζεται υπερθυρεοειδισμός, οι Τ3 και η Τ4 μπορεί να είναι πολύ υψηλές στο αίμα με αποτέλεσμα την εμφάνιση ευερεθιστότητας, νευρικότητας και τρόμου.
Ο υπερθυρεοειδισμός μπορεί, επίσης, να επιταχύνει το μεταβολισμό και να οδηγήσει σε απώλεια βάρους, ενώ ο υποθυρεοειδισμός μπορεί να προκαλέσει αύξηση του σωματικού βάρους.

Μια δυσλειτουργία του θυρεοειδούς είναι δυνατό να διαταράξει την ωορρηξία και τη συχνότητα της εμμήνου ρύσεως, να προκαλέσει τριχόπτωση, να επηρεάσει τη γονιμότητα, τη λίμπιντο, την πέψη.
Συγκεκριμένα, ο υποθυρεοειδισμός συνδέεται με την εμφάνιση δυσκοιλιότητας ενώ ο υπερθυρεοειδισμός μπορεί να φέρει συχνές, χαλαρές κενώσεις.

Ελλοχεύει, ακόμη, ο κίνδυνος να παρατηρηθούν πιο σοβαρά προβλήματα υγείας.
Όταν οι θυρεοειδικές ορμόνες είναι αυξημένες στο αίμα,  τα οστά καταστρέφονται γρηγορότερα από ό, τι μπορεί να αντικατασταθούν, γεγονός που επιταχύνει την οστεοπόρωση. Επίσης, ένας υπερδραστήριος θυρεοειδής μπορεί να προκαλέσει μια καρδιακή αρρυθμία που ονομάζεται κολπική μαρμαρυγή ενώ ένας υπολειτουργικός θυρεοειδής, από την άλλη πλευρά, μας κάνει πιο επιρρεπείς να αναπτύξουμε υψηλή χοληστερόλη και αρτηριακή υπέρταση.

Αλλά η σημαντικότερη ένδειξη ότι ο θυρεοειδής αδένας δε λειτουργεί σωστά είναι ένα αίσθημα έντονης κόπωσης ή/και υπνηλίας.
Οι ασθενείς είναι τόσο κουρασμένοι που δεν είναι σε θέση να διεκπεραιώσουν τις καθημερινές δραστηριότητες και να ανταπεξέλθουν στη ρουτίνα . Αυτή η κούραση, που συνήθως δεν εξαφανίζεται μετά από έναν πολύωρο βραδινό ύπνο, μπορεί να είναι το βασικό σύμπτωμα τόσο ενός υπέρ- όσο και ενός υποθυρεοειδισμού.

 Παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη θυρεοειδικής νόσου

Απλώς το να ανήκετε στο  γυναικείο φύλο αυξάνει από μόνο του την πιθανότητα να αναπτύξετε μια διαταραχή στο θυρεοειδή. Το γιατί παραμένει ακόμη εν μέρει μυστήριο. Τα οιστρογόνα παίζουν σίγουρα καθοριστικό ρόλο. Είναι γνωστό ότι τα θυρεοειδικά κύτταρα διαθέτουν πολλούς υποδοχείς οιστρογόνων, πράγμα που τα κάνει ιδιαίτερα ευαίσθητα στις επιδράσεις των γυναικείων ορμονών.

Γνωρίζουμε ακόμη το γεγονός ότι πολλές νόσοι που πλήττουν το θυρεοειδή είναι αυτοάνοσης αιτιολογίας. Η πιο συνηθισμένη αιτία ενός υπολειτουργικού θυρεοειδούς, για παράδειγμα, είναι η αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα Hashimoto ενώ η πιο συνηθισμένη αιτία υπερθυρεοειδισμού είναι η αυτοάνοση νόσος Graves. Είναι γνωστό ότι τα αυτοάνοσα νοσήματα είναι πιθανότερο να εμφανιστούν σ τις γυναίκες.
Τα γονίδιά μας μπορεί επίσης να μας επηρεάζουν. Μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2017 στο περιοδικό Clinical Thyroidology for the Public έδειξε ότι σχεδόν οι μισοί από τους ασθενείς με Hashimoto έχουν οικογενειακό ιστορικό της νόσου.

Τα καλά νέα είναι ότι οι περισσότερες διαταραχές του θυρεοειδούς επιδέχονται θεραπείας, αφού τεθεί η διάγνωση. Η ενδοκρινολόγος σας μπορεί να έχει μια εικόνα για το τι συμβαίνει με μια απλή εξέταση αίματος που μετρά τα επίπεδα της TSH, της θυρεοτρόπου ορμόνης. Αυτή η ορμόνη απελευθερώνεται από την υπόφυση, έναν αδένα στον εγκέφαλο, με σκοπό να ενεργοποιήσει το θυρεοειδή για να παράγει Τ3 και Τ4.

Στα άτομα με υποθυρεοειδισμό, ο θυρεοειδής αδένας δεν ανταποκρίνεται καλά στην TSH και η υπόφυση απελευθερώνει όλο και περισσότερη TSH σε μια προσπάθεια να τονώσει την παραγωγή των Τ3 και Τ4. Αντίθετα, στον υπερθυρεοειδισμό, ο εγκέφαλός μας παίρνει το μήνυμα ότι τα επίπεδα των Τ3 και Τ4 στο αίμα είναι υψηλά και η παραγωγή TSH μειώνεται.

Τη διάγνωση του υποθυρεοειδισμού ακολουθεί η συνταγογράφηση λεβοθυροξίνης, που αποτελεί συνθετική μορφή της Τ4  και θα πρέπει να λαμβάνεται μία φορά την ημέρα ενώ θεωρείται ασφαλής και για την περίοδο της κύησης.
Σε περίπτωση υπερθυρεοειδισμού, η θεραπεία πρώτης γραμμής είναι συνήθως τα φάρμακα μεθιμαζόλη, καρβιμαζόλη και προπυλθειουρακίλη, τα οποία μπλοκάρουν  την παραγωγή ορμονών στο θυρεοειδή.

Ιώδιο και Σελήνιο

Κάτι που μπορούμε να κάνουμε για να κρατήσουμε τον θυρεοειδή μας υγιή είναι να βεβαιωθούμε ότι έχουμε καλές πηγές ιωδίου στη διατροφή μας. Το ιώδιο είναι σημαντική πρώτη ύλη για την παραγωγή των Τ3 και Τ4. Οι περισσότεροι από εμάς καταναλώνουμε αρκετό ιώδιο δεδομένου ότι πολλά τρόφιμα είναι με αυτό εμπλουτισμένα, όπως το ψωμί και το ιωδιούχο επιτραπέζιο αλάτι – μόλις ½ έως ¾ κουταλάκι του γλυκού μας κάνει να φτάσουμε στον καθημερινό στόχο των 150 mcg.
Προσοχή όμως! Ασθενείς με υποθυρεοειδισμό ή υπερθυρεοειδισμό δε χρειάζεται να καταναλώνουν περισσότερο ή λιγότερο ιώδιο από τη συνιστώμενη ποσότητα. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι το ιώδιο μπορεί πραγματικά λειτουργήσει θεραπευτικά ενώ η υπερβολική πρόσληψη ιωδίου μπορεί μάλιστα να επιδεινώσει την κατάσταση.

Σε περίπτωση αυτοάνοσου νοσήματος του θυρεοειδούς ευεργετική μπορεί να αποδειχθεί η πρόσληψη σεληνίου ενώ σύμφωνα με τελευταίες έρευνες, σημαντική για τη λειτουργία του θυρεοειδούς είναι γενικότερα η επάρκεια σε βασικές βιταμίνες και ιχνοστοιχεία.

Ο καρκίνος του θυρεοειδούς γίνεται πιο κοινός;

Τα τελευταία 30 χρόνια, η συχνότητα διάγνωσης του καρκίνου του θυρεοειδούς έχει τριπλασιαστεί. Και  αυτό συμβαίνει γιατί οι ιατροί προτείνουν πιο συχνά το υπερηχογράφημα του θυρεοειδούς και άλλες απεικονίσεις της περιοχής του τραχήλου.
Οι μελέτες δείχνουν ότι μεγάλο μέρος της αύξησης των περιστατικών οφείλεται σε τυχαία εύρεση μικρών σε μέγεθος και αργά αναπτυσσόμενων καρκινωμάτων που μπορεί να μην είχαν διαγνωστεί σε προηγούμενες δεκαετίες.
Αν η ιατρός σας εντοπίσει ένα οζίδιο με μέγεθος μικρότερο από ένα εκατοστό, πιθανότατα θα προτείνει να το παρακολουθήσετε για να παρατηρήσει αν θα αυξηθεί περαιτέρω. Περίπου το 90% έως 95% των οζιδίων είναι καλοήθη.
Σε μεγαλύτερους από ένα εκατοστό όζους ή σε οζίδια με «ύποπτα» υπερηχογραφικά χαρακτηριστικά προτείνεται συνήθως να διενεργηθεί διαγνωστική παρακέντηση με λεπτή βελόνη ώστε να αποκλειστεί η πιθανότητα κακοήθειας, που κλινικά μπορεί προκαλέσει αίσθημα δυσφορίας στο λαιμό, βραχνάδα, δυσκολία στην κατάποση και πόνο.

Ευαγγελία Γιαζιτζόγλου MD,MSc, Ενδοκρινολόγος-Διαβητολόγος

#########