Οι ρευματοπαθείς είναι δυστυχισμένοι άνθρωποι επειδή έχουν συνεχόμενους πόνους, τους οποίους στην αρχή συχνά δεν τους παίρνουν στα σοβαρά.
Αυτή η πάθηση οδηγεί περίπου στο 70 % των προσβληθέντων  μέσα σε 5 χρόνια σε ανικανότητα προς εργασία.Ενώ παλαιότερα η αρχική θεραπεία της ρευματοπάθειας ήταν ήπια, σήμερα πιστεύεται ότι τα πρώτα σημάδια της πάθησης παίζουν σπουδαίο ρόλο για την πορεία της νόσου τα επόμενα χρόνια. Γι’ αυτό και η θεραπεία σήμερα είναι επιθετική έτσι ώστε να μειωθεί το δυνατόν το καταστρεπτικό επακόλουθο της φλεγμονής

.

Ο  ορισμός ρευματοπάθεια δεν αντιστοιχεί σε μια σαφή πάθηση αλλά σε συγκεκριμένα συμπτώματα και πόνους του κινητικού συστήματος του ανθρωπίνου σώματος.
Υπάρχουν περίπου 450 διαφορετικές παθολογικές καταστάσεις που κατατάσσονται  γύρω από την έννοια της ρευματοπάθειας.
Γενικά διαχωρίζεται η φλεγμονώδης ρευματοπάθεια με κύριο
Αντιπροσωπευτικό της την ρευματοειδή αρθρίτιδα στην εκφυλιστικού τύπου ρευματοπάθεια , στην ρευματοπάθεια των μαλακών μορίων και στην ουρική αρθρίτιδα.

 

Στον ρευματισμό παίζει σημαντικό ρόλο το ανοσοποιητικό σύστημα. Για ποιο λόγο αυτό στρέφεται κατά του ιδίου ανθρωπίνου σώματος είναι ακόμα άγνωστο.
Στην ρευματοειδή αρθρίτιδα η πάθηση αρχίζει με μία φλεγμονή του εσωτερικού υμένα της άρθρωσης. Συχνά Δε σε πολλές αρθρώσεις ταυτοχρόνως και επεκτείνεται έπειτα στον χόνδρο, στους συνδέσμους και στα οστά.

Hθεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας βασίζεται κυρίως σε δυο στήλες.
Η συστηματική / βασική θεραπεία αποσκοπεί στο να επηρεαστεί γενικά η πορεία της πάθησης και  να σταματήσει η καταστροφή της άρθρωσης.
Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει φάρμακα, τα οποία αναστέλλουν την φλεγμονή και μειώνουν τους πόνους.
Όλα όμως αυτά έχουν λίγο ή πολύ αξιόλογες παρενέργειες.

Τα τελευταία χρόνια έχουν εξελιχθεί αυτά τα φάρμακα έτσι ώστε ναεπιβαρύνουν το δυνατόν λιγότερο τον ασθενή.
Παρόλα αυτά η φαρμακευτική αντιμετώπιση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας δεν είναι καθόλου απλή και είναι συνυφασμένη  με πολλά προβλήματα.
Ορισμένοι ασθενείς δεν ανταποκρίνονται στα καινούργια φάρμακα. Άλλοι πάλι πάσχουν έντονα από τις παρενέργειές τους. Έπειτα υπάρχουν και ρευματοπαθείς, οι οποίοι αδυνατούν να πληρώσουν καινούργιες θεραπείες, οι οποίες  και λόγω της μακροχρόνιας χορήγησής τους έχουν μεγάλο κόστος. Τέλος απαιτεί η θεραπεία της ρευματοπάθειας  όχι μόνο μια φαρμακευτική αγωγή, αλλά και φυσιοθεραπεία.

Εδώ και αρκετά χρόνια υπάρχει μια αποτελεσματική μέθοδος στην θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας – η ραδιοϋμενόλυση.
Η ραδιοϋμενόλυση , μια μέθοδος της πυρηνικής ιατρικής, αν και έχει πολύ καλά αποτελέσματα όπως σχετικά χαμηλό κόστος στην Ελλάδα είναι δυστυχώς ακόμα άγνωστη.
Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι αυτές οι θεραπείες  επιτρέπεται να διεξάγονται μόνο σε θεραπευτικά κέντρα πυρηνικής ιατρικής και μάλιστα  μόνο από εξειδικευμένους πυρηνικούς ιατρούς σε συνεργασία με ρευματολόγους ή ορθοπεδικούς.

Η ραδιοϋμενόλυση μπορεί να γίνει όταν  η συστηματική θεραπεία (με φάρμα
κα ) για τουλάχιστον έξι μήνες δεν μπορεί να βελτιώσει αξιόλογα τους πόνους και τα συμπτώματα στις πάσχουσες αρθρώσεις των άνω και κάτω άκρων , δηλ. εκτός σπονδυλικής στήλης.
Η έννοια πυρηνική ιατρική προκαλεί σε πολλούς δέος , διότι πολλοί πιστεύουν ότι είναι κάτι το επώδυνο. Και όμως η πυρηνική ιατρική βοηθά με μεγάλη
επιτυχία στην διάγνωση παθήσεων του θυρεοειδή αδένα , καρδιάς , στην διερεύνηση της αιμάτωσης του εγκεφάλου , της άνοιας και πολλές άλλες.
Επίσης είναι αποτελεσματικότατη στην θεραπεία της υπερλειτουργίας του θυρεοειδή (υπερθυρεοειδισμός) του καρκίνου του θυρεοειδή , στην ρευματοειδή αρθρίτιδα , στην αγκυλοποιητική σπονδυλαρθρίτιδα , σε οστι-
κές μεταστάσεις κ.λ.π.
Τόσο οι διαγνωστικές εφαρμογές όσο  και οι θεραπείες στην πυρηνική ιατρική είναι ακίνδυνες και σχεδόν χωρίς παρενέργειες.

Στην ραδιοϋμενόλυση ενεχείει ο πυρηνικός ιατρός με ακτινοσκοπικό έλεγχο στην πάσχουσα άρθρωση ένα ασθενείς ραδιοφάρμακο , το οποίο εκπέμπει βήτα ακτινοβολία. Αυτές οι βήτα ακτίνες έχουν μία πολύ μικρή ακτίνα δράσης (λίγα μόνο χιλιοστά) και καταστρέφουν αποκλειστικά τον εσωτερικό υμένα της άρθρωσης , ο οποίος είναι και το κύριο αίτιο της φλεγμονής.
Έτσι συρρικνώνεται ο υμένας με αποτέλεσμα να σταματήσουν οι πόνοι , το πρήξιμο  και η συλλογή υγρού στην άρθρωση.
Μετά από λίγες ημέρες αυτή η ουσία έχει χάσει την ενέργειά της , έτσι ώστε να μην μπορεί να πειραχτεί ο χόνδρος ή το οστό της άρθρωσης τα  οποία πολλές φορές είναι ήδη λίγο ή πολύ κατεστραμμένα.

Γι΄ αυτή την θεραπεία δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας καθ΄ όσον το ραδιοφάρμακο παραμένει μόνο στην άρθρωση και δεν διοχετεύεται στο υπόλοιπο ανθρώπινο σώμα.
Εξάλλου έχει προσδιορίσει  ο πυρηνικός ιατρός και με  την βοήθεια ενός σπινθηρογραφήματος την πάσχουσα άρθρωση όπως και τον βαθμό της φλεγμονής (πολλές φορές  Δε πριν ακόμα αρχίσουν τα συμπτώματα )καθώς και την απαιτούμενη δόση.
Η ραδιοϋμενόλυση είναι τις περισσότερες  φορές μία θεραπεία εφ άπαξ. Σε λίγες μόνο περιπτώσεις κρίνεται απαραίτητη και μια δεύτερη θεραπεία στην ίδια άρθρωση μετά από πάροδο μηνών.
Η δράση της ραδιοϋμενόλυσης έρχεται σταδιακά μετά πάροδο εβδομάδων ή και μηνών. Το τελικό αποτέλεσμα της θεραπείας κρίνεται ως συνήθως μετά από 6 μήνες.

Αυτό συνίσταται στην μείωση του πρηξίματος  και στην βελτίωση της  κινητικότητας  της άρθρωσης. Ένα καλό αποτέλεσμα διαρκεί και χρόνια ή μπορεί ακόμα και να επέλθει οριστική ίαση στην πάσχουσα άρθρωση όπου έγινε η θεραπεία. Σε περίπτωση που ξαναπαρουσιαστούν οι πόνοι κ.λ.π. μπορεί να επαναληφθεί.
Μια αξιόλογη βελτίωση έως και ίαση αναφέρεται στα περίπου 80% των περιπτώσεων και μάλιστα σε εκείνες όπου η θεραπεία με φάρμακα (ακόμα και με κορτιζόνη  )δεν έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Όσο πιο νωρίς γίνει αυτή η θεραπεία τόσο το καλύτερο, δηλ. στην αρχή της πάθησης είναι πιο αποτελεσματική. Αυτό έχει και τον σκοπό να αποφευχθούν οι καταστροφικές στην άρθρωση δηλ. χόνδρο και οστά επιπτώσεις της φλεγμονής.
Η θεραπεία της ραδιοϋμενόλυσης δεν ενδείκνυται μόνο για την ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Εκτός από την ψωριασική αρθρίτιδα , την αρθρίτιδα στα άνω και κάτω άκρα στην αγκυλοποιητική σπονδυλαρθρίτιδα, στο σύνδρομο Sjroegen κ.λ.π.
έχει πολύ καλή εφαρμογή και σε εκφυλιστικού τύπου αρθροπάθειες όπως π.χ στην ενεργό οστεοαρθρίτιδα.

 

 

 

 

 

Dr Χατζόπουλος Δημήτρης

Διευθυντής Πυρηνικής Ιατρικής
Νοσοκομείο Παπαγεωργίου Θεσσαλονίκη

Πτυχιούχος και Διδάκτορας της Ιατρικής Σχολής του  Johannes Gutenberg  Universitat του Πανεπιστημίου  Mainz  της Γερμανίας, με  διδακτορική διατριβή στην «Σπινθηρογραφική εκτίμηση της αιμάτωσης του εγκεφάλου».
Αρχικά εκπαιδεύτηκε επί τριετία στην εσωτερική Παθολογία. και στη συνέχεια εξειδικεύτηκε επί εξαετία στην Πυρηνική Ιατρική στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Schwabing του Μονάχου.
Ιδιαίτερα στο  Διαγνωστικό τομέα,  συνεργάστηκε με το Γερμανικό Καρδιολογικό Κέντρο και το Max Plank Institut στο Μόναχο όπως και με το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Groningen της Ολλανδίας στην εκτίμηση της αιμάτωσης και λειτουργίας της καρδιάς, στην σπινθηρογραφική διερεύνηση της αιμάτωσης και λειτουργίας του εγκεφάλου όπως και στην πολυσύνθετη διερεύνηση κινητικότητας των αιμοπεταλίων αντίστοιχα.
Στον Θεραπευτικό τομέα  εξειδικεύτηκε σε όλες τις θεραπευτικές εφαρμογές της Πυρηνικής Ιατρικής συμπεριλαμβανομένης και της  ακτινοπροστασίας, σαν υπεύθυνος ιατρός  του Κέντρου Ακτινοπροστασίας νοτίου Βαυαρίας, όπου εφαρμόζονταν θεραπείες σε ραδιομολύνσεις από πυρηνικά ατυχήματα.
Το 1997 ίδρυσε το πρώτο ιδιωτικό θεραπευτικό κέντρο Πυρηνικής Ιατρικής στην Ελλάδα με εφαρμογή νέων / μοντέρνων θεραπευτικών προσεγγίσεων σε παθήσεις του θυρεοειδή αδένα, ιδιαιτέρως του καρκίνου του θυρεοειδή,  με τη μέθοδο της Ραδιοϊωδιοθεραπείας.
Σε συνεργασία με τον ΕΟΦ και ΕΕΑΕ ( Δημόκριτος ) έκανε δυνατή  την εισαγωγή και την παρασκευή νέων ραδιοφαρμάκων για την πλήρη και σωστή εφαρμογή της Ραδιοϋμενόλυσης στην Ελλάδα.
Το 2002  ανέλαβε τη Διεύθυνση του Τμήματος Πυρηνικής Ιατρικής του Νοσοκομείου Παπαγεωργίου στην Θεσσαλονίκη.
Εκτός από δημοσιεύσεις επιστημονικών εργασιών σε Ελληνικά και Διεθνή επιστημονικά περιοδικά,  έχει πραγματοποιήσει παρουσιάσεις και ενημερώσεις σχετικά με τις εφαρμογές της Ραδιοϋμενόλυσης και της Ραδιοϊωδιοθεραπείας.

#########