Στην πολυπρόσωπη κοινωνία στην οποία ζούμε, μαθαίνουμε να χειριζόμαστε πολλές διαλέκτους συγχρόνως, αφού είμαστε υποχρεωμένοι να ενταχθούμε σε πολλές περιχαρακωμένες κοινωνικές ομάδες που καθεμία καλύπτει κάποιες από τις πολλές μας ανάγκες επιβίωσης. Πρωταρχική ανάγκη  επιβίωσης όμως όλων των γενεών  για τον άνθρωπο ήταν και είναι η αναζήτηση συντρόφου’ ενός συντρόφου που σε ένα ιδεατό επίπεδο είναι εκείνος που θα μπορέσει να μας «αγκαλιάσει», «να μας κατανοήσει» και «να μας στηρίξει». Βρισκόμαστε χρονικά στο μεταίχμιο μεγάλων αλλαγών, κουβαλάμε ακόμα δικές μας οικογενειακές καταβολές, ιδεολογίες του παρελθόντος για την συντροφικότητα, την δέσμευση, για τους ρόλους των δυο φύλων και από την άλλη μεριά είμαστε κατακλυσμένοι από νέες πληροφορίες που μας επιβάλουν ένα πιο φιλελεύθερο τρόπο συνύπαρξης με τους συντρόφους μας

 

,όπου η δέσμευση μερικές φορές είναι συνυφασμένη με την  προσωπική καταπίεση και με τον περιορισμό να πραγματοποιήσει ο καθένας τα όνειρα του.  Μπερδευτήκαμε και εμείς οι ίδιοι και δεν ξέρουμε ποιος ακριβώς θα είναι ο σύντροφός που θα μπορέσει να μας κάνει ευτυχισμένους και πως εμείς θα τον επιλέξουμε.

Ο Φρόιντ, ο πατέρας της ψυχανάλυσης υποστηρίζει ότι η πρώτη και σπουδαιότερη ερωτική σχέση που συνάπτει ο άνθρωπος είναι αυτή με την μητέρα του. Oι άνδρες καθιστούν  ως ερωτικό πρότυπο τη μητέρα τους , αλλά ταυτίζονται περισσότερο με τον πατέρα, ενώ οι γυναίκες παραμένουν ταυτισμένες κυρίως με τη μητέρα, αλλά το ερωτικό αντικείμενο του πόθου τους μετατίθεται στον πατέρα, ο οποίος γίνεται το ανδρικό πρότυπο που αναζητούν μελλοντικά ως ενήλικες γυναίκες.

Ο Φρόιντ εισάγει στον κόσμο της ψυχανάλυσης τον όρο οιδιπόδειο σύμπλεγμα για να ερμηνεύσει αυτήν την λειτουργία  στην σχέση μητέρας –γιου και τον όρο σύμπλεγμα της ηλέκτρας για την σχέση  κόρης –πατέρα.. Οι σχέσεις αυτές έτσι όπως ασυνείδητα και συνειδητά διαμορφόνωνται ορίζουν την ταυτότητα  και την αίσθηση του εαυτού μας, αφομοιώνοντας ορισμένα χαρακτηριστικά κυρίως από το γονέα του ίδιου φύλου, και και παράλληλα τις ερωτικές μας προτιμήσεις, αναζητώντας στον υποψήφιο σύντροφο κάποια άλλα γνωρίσματα, συνήθως του γονέα του αντίθετου φύλου.
Δρ Γιωσαφάτ, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Ομαδικής Ανάλυσης και Οικογενειακής Θεραπείας, υποστηρίζει ότι «Πέρα από τους συνειδητούς παράγοντες που οδηγούν στην επιλογή συντρόφου -κοινωνικούς και προσωπικούς- τον πλέον καθοριστικό ρόλο παίζει η αρχετυπική σχέση με τη μητέρα, από τον πρώτο κιόλας χρόνο της γέννησής μας και είναι αυτή ακριβώς που αναβιώνουμε μέσα στο γάμο».

Δίνοντας έμφαση στην σχέση αυτής της μητέρας και του παιδιού υποστηρίζει ότι « μια προβληματική σχέση με τη μητέρα οδηγεί σε προβληματικούς έρωτες όπου περιμένει κανείς όχι μόνο να βρει μια κανονική γυναίκα ή έναν κανονικό άντρα, αλλά έναν σύντροφο που θα την αντικαταστήσει σε καλύτερη έκδοση… ».
«Το σίγουρο είναι ότι η σωστή επιλογή συντρόφου μαζί με εκείνη του επαγγέλματος καθορίζουν στο μεγαλύτερο βαθμό την ευτυχία μας. Από ψυχιατρικής πλευράς, μια εσφαλμένη ερωτική επιλογή που μάλιστα επισημοποιείται με το γάμο αποτελεί πολύ συχνά την αιτία πολλών σωματικών και ψυχικών ασθενειών» (Δρ Γιωσαφάτ,2008)

Έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί αναζητώντας πώς γίνεται η διαδικασία επιλογής συντρόφου υποστηρίζουν ότι είναι ασυνείδητη.  Θεωρείται ότι το άτομο δεν έχει επίγνωση των αναζητήσεων του. Η επιλογή  γίνεται με βάση την συμπληρωματικότητα των αναγκών ή την ομοιότητα. Σύμφωνα με την έννοια  της συμπληρωματικότητας, ο ένας σύντροφός επιλέγει τον άλλον για να συμπληρώσει τις δικές του ανάγκες. Οι συμπληρωματικές σχέσεις όπως και οι συμμετρικές μπορεί να εξασφαλίσουν μια καλή επικοινωνία ανάμεσα στο ζευγάρι.
Το πρόβλημα δημιουργείται όταν αυτές οι σχέσεις παύουν να είναι λειτουργικές και η συμπληρωματικότητα καταλήγει στην διάκριση υπεροχής και κατωτερότητας μεταξύ των συντρόφων, ενώ η συμμετρικότητα σε ανταγωνισμό και σύγκρουση. Στα ζευγάρια αυτά μπορεί ο σύντροφος να επιλέξει ένα άλλο άτομο, το οποίο εκφράζει το τμήμα του εαυτού του που ο ίδιος έχει καταπιέσει και αρνείται. Η Morgan(1987), η οποία μελέτησε την διαδικασία της επιλογής συντρόφου και την σχέση του ζευγαριού, επίσης αναφέρει ότι ένα σημαντικό μέρος των συγκρούσεων στα ζευγάρια οφείλεται στην μη αποδοχή από τους συντρόφους ορισμένων τμημάτων της προσωπικότητας τους.

Η  θεωρία της κοινωνικής αλληλεπίδρασης ερμηνεύει την συζυγική ικανοποίηση με βάση την ενίσχυση ή την απόρριψη που εισπράττει ο ένας σύντροφος από τον άλλον κατά την μεταξύ τους συναλλαγή, καθώς και με βάση τις ικανότητες που έχουν οι σύντροφοι για επικοινωνία  (Fincham&Bradbury,1988).  
Όπως αναφέρουν οι Doherty & Jacobson (1982)  η δυσαρέσκεια από τον γάμο εκφράζει βασικά την αναλογία που υπάρχει ανάμεσα στην ενίσχυση και στην απόρριψη που εκδηλώνεται μεταξύ των συντρόφων κατά την μεταξύ τους συναλλαγή. Η αποδοχή του συντρόφου για αυτό το οποίο είναι συνιστά σημαντικό χαρακτηριστικό για την ποιότητα της σχέσης.
Κάποιες άλλες μελέτες υποστήριξαν ότι υφίστανται συγκεκριμένοι παράμετροι που θεωρούνται σημαντικές για την σχέση του ζευγαριού  ( Gilbert& Shmusler,1996) και σχετίζονται άμεσα με τις  διαφορές μεταξύ των συζύγων σε συστήματα αξιών και «πιστεύω», στην αποτελεσματικότητα, στον τρόπο επίλυσης των συγκρούσεων και των προβλημάτων που εμφανίζονται στην οικογένεια, στην συναισθηματική εγγύτητα, στην σεξουαλική ικανοποίηση, στην δυνατότητα των δυο συζύγων να διασκεδάζουν μαζί ως ζευγάρι, στην φροντίδα και στην υποστήριξη του συζύγου όταν ο ένας έχει ανάγκη από τον άλλον.

Η εύρεση της ισορροπίας ανάμεσα στην ανάγκη για αυτονομία και στην ανάγκη για συνάρτηση του ζευγαριού αποτελεί για όλους τους μελετητές οικογένειας ένα σημαντικό όρο που καθορίζει την ποιότητα της σχέσης των δυο ατόμων. Η εξασφάλιση της συνεξάρτησης και της ανεξαρτησίας επιτυγχάνεται όταν στο ζευγάρι υπάρχει βαθμός συνοχής που επιτρέπει στην διαμόρφωση του «εμείς», δηλαδή της ταυτότητας του ζευγαριού, παράλληλα όμως διασφαλίζεται η ατομικότητα του κάθε μέλους.. Όταν τα όρια στο ζευγάρι είναι κλειστά , δεν υπάρχει συναισθηματική σχέση και επικοινωνία μεταξύ των μελών. Το κάθε μέλος ζει στον δικό του κόσμο. Όταν υπάρχουν κλειστά όρια ανάμεσα στο υποσύστημα ενός ζευγαριού  και σε άλλα υποσυστήματα, το ζευγάρι τότε βρίσκεται σε απομόνωση.

Οι περισσότερες συγκρούσεις ανάμεσα στα ζευγάρια πηγάζουν από την προσωπική του καθενός ανάγκη να σκέφτεται και να εκφράζεται ο σύντροφος του όπως ακριβώς εκείνος. Είναι δύσκολο για το καθένα να κατανοήσει την διαφορετικότητα στον τρόπο έκφρασης και σκέψης του άλλου. Είναι αρκετές οι φόρες που επιλέγει κανείς έναν σύντροφο  και χτίζει σε αυτόν προσδοκίες και όνειρα που ο ίδιος δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει στην μέχρι τώρα πορεία της ζωής του. Όλοι κουβαλάμε τους γονείς μας και ασυνείδητα τους ψάχνουμε στα πρόσωπα των συντρόφων μας, πολλές φορές δεν φέρουν τίποτα κοινό, εμείς όμως θεωρούμε ότι υπάρχει κάτι από εκείνη την παλιά οικεία αίσθηση της πρωταρχικής σχέσης που είχαμε συνάψει με τους δικούς μας.

Φοβόμαστε να εμπιστευτούμε και να εκφράσουμε τις ανάγκες μας και τα συναισθήματα μας, την στενοχώρια μας την εκφράζουμε με θύμο, την αγάπη μας με ζήλια και ανταγωνισμό- κατά αυτόν τον τρόπο πάντα θα φαινόμαστε δυνατοί απέναντι στους συντρόφους μας, θα προστατευτούμε από τον πόνο της απόρριψης και της απογοήτευσης που προκαλούν οι ανθρώπινες σχέσεις. Κρύψαμε βαθιά μέσα μας το αυθόρμητο συναίσθημα και το ψάχνουμε στον σύντροφο μας….Προσπαθώντας να ανακαλύψουμε τους εαυτούς μας και τις ανάγκες μας, φτιάχνουμε ανθρώπους που θα μας συντροφεύουν ιδεατά για μια ολόκληρη ζωή.  Είναι ανάγκη επιβίωσης για μερικούς,  για άλλους  προσωπική ολοκλήρωση και για κάποιους άλλους αμοιβαίο κακό λοιπόν η αναζήτηση συντρόφου… Οι οικογενειακοί μύθοι είναι καταγεγραμμένοι, οι καταβολές  του παρελθόντος  έχουν πάρει χώρα , η επιλογή  όμως είναι δική μας…

 

 

Φακίρη Σεβαστή

Ψυχολόγος- Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια

Συμβουλευτική- ψυχοθεραπεία ζευγαριών

Bsc in Psychology University of Middlessex, U.K
Μsc in Child Development University of London – Institute of Education, U.K

#########