Μετρημένη διατροφή τώρα το Πάσχα ειδικά στο πασχαλινό τραπέζι μετά την νηστεία συνιστούν οι γιατροί για να αποφευχθούν εμφράγματα και εγκεφαλικά. Και όσο για το αλκοόλ μόνο 40 γρ είναι η ενδεδειγμένη δοσολογία δηλαδή δύο ποτηράκια. Αυτά για να κρατηθεί το μέτρο σε ένα γεύμα που σύμφωνα με τους υπολογισμούς των γιατρών αγγίζει τις 6000 θερμίδες. Οι γιατροί λένε να φάμε περισσότερα λαχανικά και όλα με μέτρο και να μην κάνουμε του κεφαλιού μας αλλά να ακούμε το γιατρό ακόμα και στη νηστεία.

Στη  συνέντευξη τύπου, επ’ευκαιρία του  συνεδρίου λκαρδιολογίας, τα θέματα ανέπτυξαν: Δημήτριος Τούσουλης, Καθηγητής Καρδιολογίας Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών – Διευθυντής Α’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής “Ιπποκράτειο” Γ.Ν.Α., Γεώργιος Ανδρικόπουλος, Διευθυντής Καρδιολογικής Κλινικής, Ερρίκος Ντυνάν Hospital CenterΧαράλαμπος Βλαχόπουλος, Καθηγητής Καρδιολογίας, Α’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική “Ιπποκράτειο” Γ.Ν.Α., Δημήτριος Ρίχτερ, Διευθυντής Καρδιολογικής Κλινικής, Ευρωκλινική Αθηνών και Κωνσταντίνος Τούτουζας,  Καθηγητής Καρδιολογίας, Α’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, “Ιπποκράτειο” Γ.Ν.Α.

Στόχος έιναι να αποφευχθούν τα 35.000 εγκεφαλικά και τα 20.000 εμφράγματα. Είναι αλήθεια ότι ένα ρολόι μια απλή αλλά συγχρονη συσκευή χεριού με ακρίβεια 84% θα μπορεί να προβλέψει κάθε τέτοιο κίνδυνο. Επίσης ένα καλό πρωινό και η λιγότερη τηλεόραση, δηλαδή αρκετή κίνηση σώζει ζωές. Η δε ασπιρίνη που στα εγκεφαλικά και τα εμφράγματα κάνει καλό, σε ηλικίας ένω των 70 και προληπτικά δεν ωφελεί αλλά μπορεί να δημιουργήσει αιμορραγίες.

  • Ο Καθηγητής κ.  Δημήτριος Τούσουλης αναφέρθηκε στην πολυαναμενόμενη τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη Augustus, η οποία είχε ως στόχο να εκτιμήσει το ρόλο της διπλής έναντι της τριπλής αντιθρομβωτικής αγωγής σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή που υποβάλλονται σε αγγειοπλαστική των στεφανιαίων αρτηριών (είτε εκλεκτικά είτε μετά από οξύ στεφανιαίο επεισόδιο). 4,614 ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή που υπεβλήθησαν σε αγγειοπλαστική τυχαιοποιήθηκαν αρχικά σε apixaban 5mgBID και ανταγωνιστές της βιταμίνης Κ. Στην συνέχεια ακολούθησε περαιτέρω τυχαιοποίηση των δύο αυτών ομάδων για συγχορήγηση με ασπιρίνηή placebo, ενώ όλοι οι συμμετέχοντες ελάμβαναν ως βασικό αντιαιμοπεταλιακό παράγοντα έναν αναστολέα του P2Y12 (κλοπιδογρέλη ~92%).Ύστερα από παρακολούθηση 6 μηνών, οι ερευνητές οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα πως ο κίνδυνος σοβαρής αιμορραγίας, θανάτου ή επανεισαγωγής στο νοσοκομείο ήταν μικρότερος στην ομάδα των ασθενών που έλαβε apixabanέναντι των ανταγωνιστών της βιταμίνης Κ, ενώ φάνηκε πως και στα δύο σκέλη τη μελέτης η προσθήκη ασπιρίνης στην αντιπηκτική αγωγή οδήγησε σε μεγαλύτερο ποσοστό αιμορραγιών, χωρίς ουσιαστική διαφορά ως προς την αποτελεσματικότητα. Συμπερασματικά λοιπόν, μετά τις μελέτες WOEST, PIONEERAF-PCI και RE-DUALPCI έρχεται η μελέτη AUGUSTUS να επιβεβαιώσει πως σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή που χρήζουν αντιαιμοπεταλιακής αγωγής, η χορήγηση ενός αντιπηκτικού και κλοπιδογρέλης ως μονοθεραπεία είναι μια ασφαλής επιλογή, χωρίς ωστόσο να απαντάται το ερώτημα αν με τη διακοπή της ασπιρίνης αυξάνεται ή όχι ο ισχαιμικός κίνδυνος. Συνεπώς, η μελέτη αυτή ενισχύει περαιτέρω την πρακτική της διπλής αντιθρομβωτικής αγωγής μετά από αγγειοπλαστική, αλλά στην κλινική πράξη η επιλογή αυτή θα πρέπει να εξατομικεύεται. Δύο νέες μελέτες κατέδειξαν πως η βραχείας διάρκειας εφαρμογή διπλής αντιαιμοπεταλιακής αγωγής (DAPT) ακολουθούμενη από μονοθεραπεία με έναν αναστολέα P2Y12, ίσως παρέχει καλύτερα αποτελέσματα από την 12μηνη χορήγηση DAPTμετά από αγγειοπλαστική με τα νεότερης γενιάς stent. Ειδικότερα: Η μελέτη STOPDAPT-2 σε ασθενείς με σταθερή και ασταθή στεφανιαία νόσο που υποβάλλονται σε αγγειοπλαστική, συνέκρινε την διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή για 1 μήνα ακολουθούμενη από μονοθεραπεία με κλοπιδογρέλη για 1 έτος έναντι της διπλής αντιαιμοπεταλιακής αγωγής για 12 μήνες ακολουθούμενης από μονοθεραπεία με ασπιρίνη. Φάνηκε πως η DAPT για 1 μήνα ακολουθούμενη από κλοπιδογρέλη είναι ανώτερη από την εφαρμογή DAPT για 12 μήνες για το σύνθετο πρωτογενές καταληκτικό σημείο (NACE: καρδιαγγειακό θάνατο, ΟΕΜ, θρόμβωση του stent, ΑΕΕ, αιμορραγίες), καθώς και για το δευτερογενές καταληκτικό σημείο των αιμορραγιών κατά ΤΙΜΙ, ενώ η επιλογή της μονοθεραπείας με κλοπιδογρέλη έδειξε μη-κατωτερότητα σε σχέση με την παρατεταμένη χορήγηση DAPT όσον αφορά τα κύρια δευτερογενή ισχαιμικά καταληκτικά σημεία (καρδιαγγειακός θάνατος, ΟΕΜ, θρόμβωση του stent, AEE). Η μελέτη SMART-CHOICE που παρουσιάστηκε στο ίδιο πάνελ, συνέκρινε την εφαρμογή DAPT θεραπείας για 1 έτος σε σχέση με την πρώιμη διακοπή της ασπιρίνης στον τρίτο μήνα θεραπείας με DAPT, ενώ όλοι οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν για ένα έτος. Η μελέτη έδειξε ότι δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων ασθενών όσον αφορά τα πρωτογενή καταληκτικά σημεία MACCE (θάνατος από κάθε αιτία, ΟΕΜ, ΑΕΕ), οδηγώντας τους ερευνητές να συμπεράνουν πως η εφαρμογή μονοθεραπείας με έναν αναστολέα P2Y12 μετά από βραχεία χορήγηση DAPT για 3 μήνες, είναι μια ασφαλής στρατηγική που θα μπορούσε να εξισορροπήσει τον ισχαιμικό με τον αιμορραγικό κίνδυνο σε ασθενείς που υποβάλλονται σε αγγειοπλαστική. Στο ACC.19 παρουσιάστηκαν επίσης με εξαιρετική επιτυχία τα πρώτα αποτελέσματα από την Μελέτη Κορινθία που διενεργήθηκε από την 1η Πανεπιστημιακή κλινική του Ιπποκρατείου Γ.Ν.Α. της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, υπό την οργάνωση και το συντονισμό του καθηγητή κ. Τούσουλη. Πρόκειται για μια επιδημιολογική μελέτη που διεξήχθη από τον Οκτώβριο 2015 έως το Φεβρουάριο 2017 στην ευρύτερη περιοχή του νομού Κορινθίας, όπου συμμετείχαν 2,043 κάτοικοι ηλικίας από 40 ετών και άνω, και από τους οποίους οι ερευνητές συνέλεξαν ένα πλήθος από δημογραφικά, κλινικά, απεικονιστικά κ.α. δεδομένα. Από τις αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν υπολογίστηκε η θερμιδική συνεισφορά του πρωινού γεύματος ως ποσοστό της συνολικής ημερήσιας θερμιδικής πρόσληψης, βάση της οποίας έγινε ο διαχωρισμός του πληθυσμού σε 3 ομάδες, αυτών του πρωινού γεύματος υψηλής-χαμηλής και ελάχιστης ή/και καθόλου θερμιδικής αξίας (>20%, 5-20% και<5%ημερήσιας θερμιδικής συνεισφοράς αντίστοιχα), ενώ μετρήθηκαν η καρωτιδο-μηριαία ταχύτητα σφυγμικού κύματος και το πάχος του έσω-μέσου χιτώνα ως δείκτες αρτηριακής σκληρίας και αθηρωμάτωσης αντίστοιχα. Από τα αποτελέσματα της μελέτης φάνηκε πως η παράληψη του πρωινού γεύματος έχει δυσμενή αποτελέσματα στην αρτηριακή σκληρία και στο αθηρωματικό φορτίο των καρωτίδων, ενώ αντίθετα η αυξημένη πρόσληψη θερμίδων μέσω του πρωινού φαίνεται να δρα προστατευτικά στην αθηρωματική νόσο. Τα δεδομένα αυτά καταδεικνύουν πως εκτός από την ποιότητα ενός πρωινού γεύματος, μια ισορροπημένη πρόσληψη θερμίδων κατά την διάρκεια της ημέρας, συμπεριλαμβανομένου ενός θερμιδικά πλούσιου πρωινού, μπορεί να δράσουν προστατευτικά για το καρδιαγγειακό μας σύστημα, ωστόσο περισσότερες μελέτες θα χρειαστούν προς αυτή την κατεύθυνση για την επιβεβαίωση των ευρημάτων αυτών.

·         Ο Διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής του νοσοκομείου Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center κ. Γεώργιος Ανδρικόπουλος τόνισε ότι κατά τη διάρκεια του 34ου Συνεδρίου Κλινικής Καρδιολογίας  θα γίνει αναφορά στις  σημαντικές εξελίξεις στο χώρο των αρρυθμιών και ειδικά στις νέες δυνατότητες που προσφέρουν οι σύγχρονες ηλεκτρονικές συσκευές για παρακολούθηση του καρδιακού ρυθμού κι έγκαιρη διάγνωση και παρακολούθηση της θεραπείας των αρρυθμιών, συμπεριλαμβανομένης της κολπικής μαρμαρυγής. Ακόμα στο συνέδριό μας θα παρουσιαστούν τα αποτελέσματα μια μελέτης 419.000 ατόμων, της Apple Heart Study, όπου για πρώτη φορά μια ηλεκτρονική συσκευή ευρείας κυκλοφορίας χρησιμοποιήθηκε για την έγκαιρη διάγνωση της κολπικής μαρμαρυγής. Η μελέτη αυτή, πρώτη μιας σειράς σχετικών μελετών, φέρνει την έγκαιρη διάγνωση των αρρυθμιών πιο κοντά στο γενικό πληθυσμό. Τέλος, θα γίνει εκτενής αναφορά στις νέες καινοτόμες τεχνολογίες (laser κατάλυση, νέες συσκευές κρυοκατάλυσης, ενδοσκοπική ενδοκαρδιακή παρακολούθηση επεμβάσεων κατάλυσης),  που αναμένονται τους προσεχείς μήνες και οι οποίες θα συμβάλλουν καθοριστικά στην βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας της επέμβασης κατάλυσης (ablation) της κολπικής μαρμαρυγής.

  • Ο Καθηγητής Καρδιολογίας της Α’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής του Γ.Ν.Α. “Ιπποκράτειο” κ. Χαράλαμπος Βλαχόπουλος αναφέρθηκε σε δύο σημαντικά θέματα που θα αναπτυχθούν κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου: αΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΠΡΟΛΗΨΗ: Ασπιρίνη: το τέλος ενός θαυματουργού φαρμάκου; Η χορήγηση ασπιρίνης για την πρωτογενή πρόληψη των καρδιαγγειακών συμβαμάτων, φαίνεται να χάνει συνεχώς έδαφος. Σε ασθενείς χωρίς γνωστή καρδιαγγειακή νόσο, η χορήγηση ασπιρίνης φαίνεται να αποτρέπει μικρό αριθμό καρδιαγγειακών συμβαμάτων, χωρίς να αυξάνει την επιβίωση, οδηγώντας σε σημαντικό αριθμό αιμορραγιών. Μάλιστα δημοσιεύθηκαν πρόσφατα 3 μεγάλες αρνητικές μελέτες («ARRIVE», «ASCEND» και «ASPREE»). Στην μελέτη ARRIVE συμμετείχαν 12.546 άτομα ενδιαμέσου καρδιαγγειακού κινδύνου, τα οποία παρακολουθήθηκαν για 5 έτη και αναδείχθηκε παρόμοια πιθανότητα καρδιαγγειακού συμβάματος ανάμεσα στην ομάδα της ασπιρίνης και του εικονικού φαρμάκου. Στην μελέτη ASCENDσυμμετείχαν 15.480  διαβητικοί, οι οποίοι παρακολουθήθηκαν για 7,4 έτη και αναδείχθηκε 12% μικρότερη πιθανότητα καρδιαγγειακού συμβάματος στην ομάδα της ασπιρίνης με αντίτιμο την αύξηση των αιμορραγιών κυρίως από το γαστρεντερικό κατά 29%. Τέλος, στην μελέτη ASPREE συμμετείχαν 19.114 άτομα ηλικίας >70 ετών, τα οποία παρακολουθήθηκαν για 4,7 έτη και αναδείχθηκε 14% μεγαλύτερη πιθανότητα θανάτου στην ομάδα της ασπιρίνης. Για αυτό και οι καινούργιες Αμερικάνικες οδηγίες για την πρόληψη κατήργησαν τη χρήση της ασπιρίνης σε ηλικιωμένα άτομα (>70 έτη) και άτομα με αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας, ενώ άφησαν ανοιχτή την πιθανή της χρήση σε άτομα 40-70 ετών με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, τα οποία δεν έχουν μεγάλο αιμορραγικό κίνδυνο. β) ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΟΣΟ ΓΗΡΑΣΜΕΝΟΙ ΌΣΟ ΓΗΡΑΣΜΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΑΓΓΕΙΑ ΜΑΣ. Υπάρχουν αποδείξεις από πρόσφατες μελέτες ότι ο ρυθμός με τον οποίο επέρχεται η αγγειακή γήρανση σχετίζεται με την πρόγνωση των ασθενών, αλλά και την αποτελεσματικότητα των θεραπευτικών παρεμβάσεων, ανεξαρτήτως της διαχείρισης των κλασικών παραγόντων. Μάλιστα, η πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη «CRAVE» από την Α’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, όπου μελετήθηκαν 142 άτομα με παράγοντες κινδύνου για 2 έτη, έδειξε ότι σε ασθενείς με υπέρταση και δυσλιπιδαιμία, η επίδραση των παραγόντων στην αγγειακή γήρανση είναι συνεργική (πολλαπλασιαστική) και όχι απλά αθροιστική, επιταχύνοντας σχεδόν 4 φορές το ρυθμό της αγγειακής γήρανσης σε σύγκριση με ασθενείς χωρίς αυτούς τους παράγοντες.

·         Ο Διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής της Ευρωκλινικής Αθηνών κ. Δημήτριος Ρίχτερ τόνισε ότι ένα από τα θέματα με τα οποία θα ασχοληθεί το συνέδριο είναι το καυτό ζήτημα των νεώτερων προϊόντων καπνού που γίνονται ολοένα και πιο διαδεδομένα. Τα υπάρχοντα στοιχεία δείχνουν σημαντική μείωση τοξικών και καρκινογόνων ουσιών ( περ. 90%) συγκριτικά με το κανονικό τσιγάρο και ορισμένες επιστημονικές εταιρείες ( UK public health)  συστήνουν στους γιατρούς να προτρέπουν συστηματικά τους καπνιστές, εφόσον δεν διακόψουν το κάπνισμα να γυρίσουν άμεσα σε μία από τις εναλλακτικές μορφές καπνίσματος. Άλλο σημαντικό θέμα στη σύγχρονη καρδιολογία, που θα αναλυθεί εκτενώς στο συνέδριο αποτελούν τα νεώτερα αντιδιαβητικά φάρμακα. Τις τελευταίες δεκαετίες τα αντιδιαβητικά φάρμακα που κυκλοφορούσαν μείωναν τα επίπεδα σακχάρου των ασθενών μεν, αλλά είτε ήταν ουδέτερα ως προς την επίδραση τους στα καρδιαγγειακά συμβάντα είτε κάποια εξ αυτών είχαν και αρνητική επίδραση. Η νεώτερη γενιά αντιδιαβητικών φαρμάκων, όπως οι SGLT2 αναστολείς και οι GLP-1 αγωνιστές, φαίνεται να παρέχουν καρδιαγγειακό όφελος και προστασία με εντυπωσιακά αποτελέσματα στις μέχρι τώρα μελέτες. Η εμπαγλιφλοζίνη ήταν ο πρώτος SGLT2 αναστολέας που έδειξε σημαντική μείωση καρδιαγγειακής θνησιμότητας, μειώνοντας κατά 38% την καρδιαγγειακή θνησιμότητα και κατά 32% την ολική θνησιμότητα, κυρίως λόγω μείωσης των αιφνιδίων θανάτων και των θανάτων από καρδιακή ανεπάρκεια. Αυτή τη στιγμή πραγματοποιούνται μελέτες σε μη διαβητικούς ασθενείς για να δούμε το μέγεθος του οφέλους του φαρμάκου αυτού και σε αυτή τη κατηγορία ασθενών. Από τους GLP-1 αγωνιστές η λιραγλουτίδη πρώτη έδειξε μείωση καρδιαγγειακών θανάτων μέσω μείωσης εμφραγμάτων και εγκεφαλικών, μειώνοντας λίγο αλλά σημαντικά τη πίεση και βελτιώνοντας τη χοληστερίνη. Μπαίνουμε στην εποχή που και ο καρδιολόγος θα έχει θέση στην αντιδιαβητική αγωγή των ασθενών ανάλογα με το προφίλ του κάθε ασθενή.

  • Ο Καθηγητής Καρδιολογίας της Α’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής του Γ.Ν.Α. “Ιπποκράτειο” κ. Κωνσταντίνος Τούτουζας, αναφέρθηκε στις σημαντικές εξελίξεις που προκύπτουν από την έρευνα στον τομέα των διακαθετηριακά εμφυτεύσιμων βαλβίδων για την θεραπεία της σοβαρού βαθμού αορτικής στένωσης. Νεώτερες μελέτες που παρουσιάστηκαν στο συνέδριο του Αμερικανικού Κολλεγίου Καρδιολογίας στη Νέα Ορλεάνη το Μάρτιο του 2019 αποδεικνύουν ότι η εφαρμογή της διαδερμικής αντικατάστασης της αορτικής βαλβίδας (TAVI) σε ασθενείς χαμηλού χειρουργικού κινδύνου, είναι λιγότερο επικίνδυνη για τον ασθενή και εξ ίσου αποτελεσματική στον 1ο και 2ο χρόνο παρακολούθησης, συγκριτκά με την κλασσική χειρουργική αντιμετώπιση. Στην τυχαιοποιημένη μελέτη «PARTNER 3» οι ασθενείς με σοβαρού βαθμού αορτική στένωση που υποβλήθηκαν σε TAVI είχαν 46% μείωση στον κίνδυνο θανάτου, εγκεφαλικού επεισοδίου και επανεισαγωγών στο νοσοκομείο σε ένα χρόνο, σε σχέση με την ανοικτή χειρουργική επέμβαση (με τον κίνδυνο για θάνατο ή σοβαρό εγκεφαλικό να μειώνεται κατά 66%). Σε έτερη τυχαιοποιημένη μελέτη την «Evolut Low-Risk» στην ίδια κατηγορία ασθενών, διαπιστώθηκε επίσης ότι η TAVI με αυτοεκπτυσσόμενη βιοπροσθετική βαλβίδα δεν ήταν κατώτερη από την χειρουργική αντικατάσταση ως προς τον κίνδυνο για θάνατο ή εγκεφαλικό επεισόδιο σε δύο χρόνια, με αμφότερες τις μεθόδους να παρουσιάζουν συγκρίσιμο κίνδυνο για θάνατο 4,5% και σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο (1,1% για την TAVI και 3,5% για την ανοιχτή επέμβαση). Σε αυτές τις μελέτες η μέση ηλικία ήταν 73 και 74 έτη (ενώ σήμερα η μέση ηλικία των ασθενών είναι περί τα 82 έτη), ο υπολογιζόμενος χειρουργικός κίνδυνος για ανοιχτή επέμβαση αντικατάστασης ήταν πολύ χαμηλός (κατά μέσον όρο 1,9%) και τα αποτελέσματα αυτά υποστηρίζονται από μεγάλο αριθμό συμμετεχόντων ασθενών (950 και 1468 ασθενείς αντίστοιχα). Επιπλέον οι διακαθετηριακά εμφυτευμένες βαλβίδες πέτυχαν καλύτερη λειτουργικότητα με μεγαλύτερο στόμιο βαλβίδας και χαμηλότερες πιέσεις κατά μέσο όρο σε σχέση με τις χειρουργικά τοποθετημένες. Στον αντίποδα παρουσίασαν μεγαλύτερα ποσοστά παραβαλβιδικής διαφυγής, αιμορραγίας και ανάγκης εμφύτευσης βηματοδότη. Τα παραπάνω ευρήματα από δίνουν ελπίδα για βελτίωση των τεχνικών και αύξηση των διαθέσιμων επιλογών στους ασθενείς με σοβαρού βαθμού αορτική στένωση. Αναμφισβήτητα η ανάγκη για μικρότερη ταλαιπωρία του ασθενούς, λιγότερες επιπλοκές και η εξέλιξη της τεχνολογίας των βιοπροσθετικών βαλβίδων θα δώσουν μεγάλη ώθηση στην χρήση των διακαθετηριακά εμφυτευόμενων βαλβίδων στο κοντινό μέλλον. Το συνολικό πραγματικό όφελος των ασθενών όμως μένει να φανεί μεσοπρόθεσμα αφότου έχουν περάσει περισσότερα χρόνια και συσσωρευτεί αρκετή εμπειρία στους ασθενείς χαμηλότερου χειρουργικού κινδύνου.

#########