Με το σύνθημα «Ταξιδεύουμε, ανακαλύπτουμε, μοιραζόμαστε. – Όταν ο διάλογος είναι ανοιχτός, οι δυνατότητές μας είναι απεριόριστες», διακεκριμένοι επιστήμονες από την Ελλάδα και το εξωτερικό συμμετείχαν στην διημερίδα με θέμα: «Η υπερφόρτωση με σίδηρο και η αντιμετώπισή της. Το σήμερα και το αύριο», η οποία διοργανώθηκε από το Αιματολογικό Τμήμα και το Κέντρο Μεσογειακής Αναιμίας του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Πατρών, στο Macedonia Palace από τις 26 έως τις 28 Φεβρουαρίου. Οι ομιλητές, ειδικοί στον χώρο της αιμοσιδήρωσης, ανέλυσαν τις τελευταίες εξελίξεις από την διεθνή και την ελληνική εμπειρία στον τομέα αυτό. «Η υπερφόρτωση του οργανισμού με σίδηρο προκύπτει συνήθως από συστηματικές μεταγγίσεις, όπως συμβαίνει στους ασθενείς με θαλασσαιμία, γνωστή και ως Μεσογειακή Αναιμία
.
Η περίσσεια σιδήρου προκαλεί τοξικότητα σε ζωτικά όργανα, όπως η καρδιά και το ήπαρ, και συνεπώς, στους ασθενείς που λαμβάνουν μεταγγίσεις ανά τακτά χρονικά διαστήματα, υπάρχει ανάγκη για συστηματική αποσιδήρωση», εξηγεί η κα. Αλεξάνδρα Κουράκλη-Συμεωνίδου, Επιμελήτρια Ά στην Αιματολογική Κλινική ΠΠΓΝ Πατρών, η οποία προέδρευσε στην διημερίδα.
Για την αντιμετώπιση της υπερσιδήρωσης, οι ιατροί έχουν στην φαρέτρα τους τρεις χηλικούς παράγοντες, δηλαδή σκευάσματα που δεσμεύουν την περίσσεια σιδήρου και την αποβάλλουν από τον οργανισμό
Τα συμπεράσματα από την χρήση του deferasirox στην Μεσογειακή και την Δρεπανοκυτταρική αναιμία αναλύθηκαν εκτενώς, με έμφαση στα πιο πρόσφατα δεδομένα από την μεγαλύτερη από τις προοπτικές μελέτες (EPIC), τα οποία ανακοινώθηκαν στις 7 Δεκεμβρίου 2009 στην Ν. Ορλεάνη κατά την διάρκεια του 51ου ετήσιου Συνεδρίου της Αμερικανικής Αιματολογικής Εταιρείας (American Society of Hematology, ASH).
«Ειδικά για την δράση του σκευάσματος στην καρδιά, τα δεδομένα της EPIC καταδεικνύουν ότι η διετής θεραπεία με deferasirox σε δόσεις των 30 έως 40 mg/kg/ημέρα είναι αποτελεσματική στην απομάκρυνση του σιδήρου από την καρδιά σε ασθενείς με θαλασσαιμία με ήπια, μέτρια ή σοβαρή καρδιακή αιμοσιδήρωση», ανέφερε στην ομιλία του ο κ. Αντώνης Καττάμης, Επίκουρος Καθηγητής Παιδιατρικής Αιματολογίας Α΄ Παιδιατρικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ». Τέλος, συζητήθηκε επίσης η αντιμετώπιση των ανεπιθύμητων ενεργειών της θεραπείας με deferasirox και ειδικότερα ο χειρισμός της πιθανής επίδρασης στην νεφρική λειτουργία.
Άλλα ζητήματα υπήρξαν οι καρδιαγγειακές επιπλοκές της θαλασσαιμίας, που αποτελούν σημαντικό αίτιο νοσηρότητας αλλά και θνησιμότητας των πασχόντων, καθώς και οι ηπατικές επιπλοκές από ηπατίτιδα C και αιμοσιδήρωση. Από τις ομιλίες αυτές κατέστη φανερή η ανάγκη για ενδελεχή παρακολούθηση των πασχόντων και για έγκαιρη και αποτελεσματική αποσιδήρωση των ζωτικών οργάνων. Χαρακτηριστικά περιστατικά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, παρουσιάσθηκαν από διάφορες μονάδες μεσογειακής αναιμίας, ενώ ακολούθησε συνεδρία με θέματα καθημερινής πρακτικής αλλά και θεωρητικής γνώσης του θέματος «αποσιδήρωση» με ερωτήσεις και απαντήσεις από τους συνέδρους, ψηφοφορία και σχολιασμό.
Αναφορά έγινε, επίσης, και σε μία άλλη μεγάλη κατηγορία νοσημάτων που προδιαθέτει σε δευτεροπαθή από μεταγγίσεις κυρίως αιμοσιδήρωση, τα μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα. Η ανάγκη για αποσιδήρωση των πασχόντων αναγνωρίζεται τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερο, ιδίως στις περιπτώσεις εκείνες που αναμένεται καλύτερο προσδόκιμο επιβίωσης με την εφαρμογή νεότερων θεραπειών, όπως το deferasirox.
Η διημερίδα ολοκληρώθηκε με τις μελλοντικές εφαρμογές της θεραπείας αποσιδήρωσης, όπου και δόθηκαν σημαντικά στοιχεία για τον ρόλο της αποσιδήρωσης στην συγγενή αιμοχρωμάτωση, στην μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων, και στην συνέργια του deferasirox με αντιμυκητιασική αγωγή για την αντιμετώπιση σοβαρών μυκητιασικών λοιμώξεων.
Στην συνάντηση συμμετείχαν αιματολόγοι, παθολόγοι, παιδίατροι, βιολόγοι, βιοχημικοί, καρδιολόγοι, νεφρολόγοι και ηπατολόγοι, οι οποίοι προέρχονταν από τον χώρο των αιμοσφαιρινοπαθειών και από αιματολογικά τμήματα που ασχολούνται με την αντιμετώπιση πασχόντων από μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα. Το ενδιαφέρον των συμμετεχόντων παρέμεινε ζωηρό καθ΄ όλη την διάρκεια της διημερίδας, ενώ οι συζητήσεις που ακολουθούσαν κάθε συνεδρία δικαίωσαν τους διοργανωτές για την επιλογή των θεμάτων και των ομιλητών.