Υπό το πρίσμα της έλευσης 225 νέων φαρμάκων- κυρίως αντικαρκινικών- τα επόμενα χρόνια, της ανάπτυξης νέων στοχευμένων, αλλά «ακριβών» θεραπειών, και έχοντας ως δεδομένη μια ακραία υπερσυνταγογράφηση εξετάσεων, το μέλλον για την οικονομική διαχείριση του καρκίνου στην Ελλάδα φαντάζει ζοφερό, όπως και της οικονομικής κατάστασης της χώρας εν γένει. Πολύ περισσότερο εάν αναλογιστεί κανείς τη δραματική αύξηση των νοσηλειών για καρκίνο, κατά 60% μέσα σε μία δεκαετία! Την ίδια ώρα, πληθαίνουν οι φωνές  οι οποίες κάνουν λόγο για «την ανάγκη νέας αρχιτεκτονικής ενός  ΕΣΥ που καταρρέει, στερώντας από τους καρκινοπαθείς το δικαίωμα της απρόσκοπτης πρόσβασής σε φάρμακα και υπηρεσίες υγείας».

Αναζητώντας τις πραγματικές επιπτώσεις του καρκίνου στην Οικονομία, κυρίως όμως αναζητώντας λύσεις και εφικτές προτάσεις, το αμφιθέατρο του Μουσείου της Ακρόπολης φιλοξένησε την 1η Ιουλίου τις εργασίες του 1ου Συνεδρίου «Πολιτική και Διαχείριση του Καρκίνου – Βέλτιστη Πρακτική vs. Οικονομικοί Περιορισμοί».

Το στίγμα της δύσκολης κατάστασης που καλούνται να αντιμετωπίσουν από κοινού Ογκολόγοι, Παθολόγοι, Ακτινολόγοι, η Πολιτεία, Δημόσιος και Ιδιωτικός Φορέας, κυρίως όμως οι ίδιοι οι ασθενείς και οι συγγενείς τους, έδωσε ο ένας εκ των τριών συντονιστών του Συνεδρίου, Διευθυντής της Β’ Παθολογικής-Ογκολογικής Κλινικής του νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ,  Πάρις Κοσμίδης, τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Την τελευταία πενταετία, σε παγκόσμια κλίμακα, άρχισαν να εφαρμόζονται 70 νέες θεραπείες για πάνω από 20 διαφορετικά είδη όγκων, χωρίς πολλά από αυτά να αποζημιώνονται. Ως συνέπεια, το συνολικό κόστος θεραπείας του καρκίνου εκτινάχθηκε κατά 11,5% μόνο τον τελευταίο χρόνο, φτάνοντας τα 107 δισ $ το 2015. Η Ελλάδα, όπως ήταν φυσικό, δεν βγαίνει αλώβητη. Πολύ περισσότερο εάν αναλογιστούμε ότι στην Ελλάδα γίνονται κάθε χρόνο τόσες αξονικές τομογραφίες όσες και στη Γερμανία!».

Ωστόσο, όπως επισημάνθηκε από τον καθηγητή Διοικητικής Επιστήμης και Δημοσίου Δικαίου, Ιωάννη Υφαντόπουλο, «παρά τις εξελίξεις στην ανοσοογκολογία, 32% των ασθενών δεν έχουν πρόσβαση σε ιατρό, 28% δεν έχουν πρόσβαση στα φάρμακά τους και, εντέλει, ο παραμελημένος ασθενής θα στοιχίσει περισσότερο στο σύστημα Υγείας, διότι η Ελλάδα είναι η μόνη Ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει προχωρήσει σε αξιολόγηση των νέων τεχνολογιών». Μιλώντας με αριθμούς, ο κ. Υφαντόπουλος ανέφερε ότι «το 6,5% του μπάτζετ για την Υγεία, στην Ελλάδα, πηγαίνει για τον καρκίνο, την ίδια ώρα που τα ογκολογικά συμβούλια των νοσοκομείων ουσιαστικά δεν υφίστανται».

 

Καθώς, λοιπόν, όλα τα συστήματα υγείας αναγκάζονται να ασκούν περιοριστική πολιτική στους προϋπολογισμούς για την υγεία, η Ελλάδα, στη δύσκολη περίοδο που διανύει, υποχρεούται να στραφεί στην εφαρμογή μεθόδων αξιολόγησης κόστους- αποτελεσματικότητας και σε δομικές αλλαγές στη χρηματοδότηση της υγείας.

Πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση. Ναι ή όχι στο μαζικό έλεγχο;

Οι προβληματισμοί γύρω από το αν πρέπει να γίνεται μαζικός έλεγχος πληθυσμού για την πρόληψη και την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου, σε σχέση πάντοτε με την επίπτωση στην Οικονομία, ήταν χαρακτηριστικοί του Συνεδρίου:

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΜΑΣΤΟΥ. Όπως επισημάνθηκε από τη Διευθύντρια του Τμήματος Απεικόνισης Μαστού του νοσοκομείου «ΜΗΤΕΡΑ», Αλεξάνδρα Αθανασίου, «…η μαστογραφία, αν και ακριβή, μπορεί να αποδώσει, αλλά μόνο σε οικονομικά αναπτυγμένες χώρες, όπου έχει φανεί ότι μπορεί να μειώσει τη θνησιμότητα κατά 30% εάν αρχίζει στην ηλικία των 40. Η υπερδιάγνωση δεν είναι μεγαλύτερη από 10% σε αυτές τις χώρες. Καθώς, όμως, υπάρχουν 7 διαφορετικοί τύποι καρκίνου μαστού, τίθεται ο προβληματισμός για το εάν μπορεί να γίνει πιο προσωποποιημένο το screening. Ιδίως για την Ελλάδα δεν μπορούμε να προσομοιώσουμε τα προγράμματα screening της Σκανδιναβίας, της Αυστραλίας και των ΗΠΑ, διότι στη χώρα μας δεν γίνεται σωστή καταγραφή, επειδή πολλά δεδομένα χάνονται μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Παρ΄ όλα αυτά», κατέληξε η κυρία Αθανασίου, «…θα μπορούσε και στην Ελλάδα να γίνεται προσωποποιημένο screening, αφού προηγηθεί οικονομοτεχνική μελέτη η οποία θα τεθεί υπόψη του υπουργείου Υγείας». Όσον αφορά στο υπερηχογράφημα και τη μαγνητική τομογραφία μαστών δεν υπάρχουν μέχρι στιγμής βιβλιογραφικά δεδομένα που να τεκμηριώνουν την αποτελεσματικότητά τους για τη σχετική μείωση της θνησιμότητας από καρκίνο του μαστού στο γενικό πληθυσμό.

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΡΑΧΗΛΟΥ ΜΗΤΡΑΣ. Σύμφωνα με τον Καθηγητή Μαιευτικής και Γυναικολογίας του ΑΠΘ Θεόδωρο Αγοραστό, «…μπαίνουμε σε μια νέα εποχή για την αντιμετώπιση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Το γνωστό μας τεστ Παπανικολάου τείνει να αντικατασταθεί μέσα στα επόμενα χρόνια από το HPV DNA TEST για την ανίχνευση των ογκογόνων τύπων του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων. Το Τεστ Παπανικολάου εμφανίζει ευαισθησία 53%, ενώ το HPV DNS TEST, 100%. Άρα, δεν υπάρχει λόγος να γίνεται Τεστ Παπανικολάου, καθώς εντοπίζει μόνο μία στις 2 γυναίκες με πρόβλημα. Επιπλέον, πολυκεντρική μελέτη και στην Ελλάδα επιβεβαίωσε  την υπεροχή του HPV DNA TEST έναντι του Τεστ Παπανικολάου και από πλευράς αποτελεσματικότητας και από πλευράς κόστους, καθώς με το νέο τεστ είναι δυνατή η  επιμήκυνση των μεσοδιαστημάτων ελέγχου. Απαιτείται, ωστόσο, να εκπονηθεί Εθνικό Πρόγραμμα Προληπτικού Ελέγχου (για τις γυναίκες ηλικίας 30-60 ετών) σε συνδυασμό με εμβολιασμό.

ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΣ ΓΙΑ HPV. Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι οι τύποι 16 και 18 του HPV που ευθύνονται για αλλοιώσεις στον τράχηλο της μήτρας προσβάλλουν επίσης παιδιά, εφήβους, άνδρες και γυναίκες, προκαλώντας καρκίνο και καλοήθεις αλλοιώσεις σε άλλα όργανα, λ.χ. πρωκτό, πέος, στοματική κοιλότητα, αμυγδαλές, φάρυγγα, κόλπο, αιδοίο. Είναι προφανές ότι ο προτεινόμενος για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας εμβολιασμός θα προσφέρει προστασία στα εμβολιαζόμενα άτομα και από τους υπόλοιπους καρκίνους, τόσο σε γυναίκες όσο και σε άνδρες. Μάλιστα, η κυκλοφορία του νέου, 9δύναμου αντι-HPV εμβολίου, το οποίο προφυλάσσει από  5 επιπλέον ογκογόνους τύπους του ιού (31,33,45,52,58) θα οδηγήσει σε θεαματική αύξηση της προσφερόμενης προστασίας, περιορίζοντας μακροπρόθεσμα τα οικονομικά κόστη που προκύπτουν από τη θεραπεία και νοσηλεία. Η πρόβλεψη είναι ότι από την 3η-4η θέση, ο καρκίνος αυτός μπορεί να πέσει στην 19η ή 20ή θέση. Σύμφωνα με τον κ. Αγοραστό, «…το εμβόλιο είναι ασφαλές και αποτελεσματικό στις ηλικίες από 11-25 ετών, αλλά και σε ένα μεγαλύτερο ηλιακό φάσμα, από 9 έως 45 ετών ή και περισσότερο. Ωστόσο, στην Ευρώπη είναι πολύ χαμηλή η κάλυψη του πληθυσμού από το εμβόλιο διότι δεν υπάρχει η κατάλληλη ενημέρωση. Αντίθετα, στην Αυστραλία έχουν σχεδόν εξαφανιστεί τα κονδυλώματα. Εάν ο συγκεκριμένος εμβολιασμός γίνει συνείδηση και στη χώρα μας, τότε η γυναίκα θα κάνει τεστ κάθε 8 χρόνια (συνολικά 3-4 τεστ και εμβόλια στη ζωή της). Θα πρέπει, όμως, η Πολιτεία να βγει μπροστά και να ενημερώσει, όπως έγινε και με το AIDS».

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΗ. Μαζικός πληθυσμιακός έλεγχος σε όλους τους άνδρες δεν συνιστάται καθότι έτσι οδηγούμαστε σε υπερδιάγνωση καρκίνων που δεν είναι κλινικά σημαντικοί, καθώς και σε υπερθεραπεία που επηρεάζει την ποιότητα της ζωής των ανδρών, φυσικά και τα οικονομικά του συστήματος υγείας. Είναι χαρακτηριστικά όσα τόνισε ο Διευθυντής της Γ΄ Ουρολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ Γεράσιμος Αλιβιζάτος: «…Για κάθε 1.410 άνδρες που ελέγχουμε με psa και δακτυλική εξέταση, οι 48 χειρουργούνται αλλά μόνο για τον έναν είμαστε σίγουροι ότι του σώσαμε τη ζωή. Για τους άλλους 47 έχουμε αμφιβολίες. Αυτό που  προτείνεται είναι η εφαρμογή screening σε ορισμένες ηλικίες και κατηγορίες ασθενών και με επιλεκτικές διαγνωστικές πρακτικές. Σε γενικές γραμμές, άνδρες άνω των 45 ή 50 και με υψηλό psa στις ηλικίες 40 και 60 ετών θα πρέπει να είναι στο στόχο μας. Η εξέταση σε άνδρες υψηλού κινδύνου θα πρέπει να γίνεται κάθε 2 χρόνια, ενώ σε άνδρες χαμηλού κινδύνου κάθε 4 χρόνια. Επιπλέον, εάν εκτιμούμε ότι ο άνδρας έχει προσδόκιμο ζωής μεγαλύτερο της 15ετίας, τότε να γίνονται εξετάσεις και μετά την ηλικία των 75 ετών».

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΠΝΕΥΜΟΝΟΣ. Ο προληπτικός έλεγχος (screening) σε πληθυσμούς υψηλού κινδύνου δεν έχει εφαρμοστεί στον καρκίνο του πνεύμονα. Εν τούτοις, όπως επισημάνθηκε από τον πνευμονολόγο του νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ Δημήτρη Κυρούση, στον πρωτογενή καρκίνο του πνεύμονα, με όζο μεγέθους μικρότερου του ενός εκατοστού, η επιβίωση για το 88% των ασθενών είναι τουλάχιστον 10ετής, κάτι που αναδεικνύει την αξία της έγκαιρης διάγνωσης. Επιπλέον, μια πολυκεντρική μελέτη στις ΗΠΑ, σε 55.000 άτομα υψηλού κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου του πνεύμονα, έδειξε ότι η θνητότητα μειώθηκε κατά 20% σε όσους εντάχτηκαν στο σκέλος της κατ’ έτος παρακολούθησης με αξονική τομογραφία θώρακα χαμηλής ακτινοβολίας. Η μελέτη λογίζεται πολύ σοβαρά υπόψη, με την επισήμανση όμως ότι θα πρέπει να υπάρχει η κατάλληλη υποδομή στα νοσοκομεία για ένα τόσο μαζικό πρόγραμμα ελέγχου, ενώ θα πρέπει θα συνυπολογισθεί και η παράμετρος των πολλών ψευδώς θετικών ευρημάτων.

ΧΡΟΝΙΑ ΜΥΕΛΟΓΕΝΗΣ ΛΕΥΧΑΙΜΙΑ.  Σύμφωνα με όσα υπογράμμισε στο συνέδριο  η αναπληρώτρια καθηγήτρια Οικονομικής Ανάλυσης Κοινωνικής Πολιτικής και Οικονομικών της Υγείας, Μαίρη Γείτονα, «…όλες οι μελέτες για τέσσερις κατηγορίες αιματολογικών καρκίνων με 9 θεραπευτικούς παράγοντες, αποδεικνύουν ότι- παρά τις υψηλές τιμές- οι θεραπείες είναι αποδοτικές και οι ασθενείς πρέπει να έχουν πρόσβαση σε αυτές.

Παρακολουθώντας έναν ασθενή. Απεικονιστική ογκολογία και βιοδείκτες

Με τη βελτίωση των νεοπλασματικών θεραπειών, αυξάνεται ο αριθμός των καρκινοπαθών που επιβιώνουν ελεύθεροι νόσου για πολλά χρόνια. Στο Συνέδριο, λοιπόν, εύλογα τέθηκε το ερώτημα «πως πρέπει να γίνεται η παρακολούθησή τους».

Σύμφωνα λοιπόν, με τον Διευθυντή της Β΄Παθολογικής-Ογκολογικής Κλινικής του νοσοκομείου Metropolitan, Χρήστο Χριστοδούλου, «…κεφαλαιώδης παράγοντας στην παρακολούθηση του ασθενούς είναι το ιστορικό και οι εξετάσεις του, ανάλογα με τη μορφή καρκίνου. Λ.χ. είναι αναγκαίος ο πιο εντατικός έλεγχος στον καρκίνο του παχέος εντέρου, ενώ δεν είναι αναγκαίες πολλές απεικονιστικές εξετάσεις και καρκινικοί δείκτες στον καρκίνο του μαστού».

Από την πλευρά του, ο Παθολόγος-Ογκολόγος του 251 Γ.Ν. Αεροπορίας Ιωάννης Μούντζιος, υπογράμμισε ότι «…όσον αφορά στη σταδιοποίηση του όγκου μπορεί να απαιτούνται πολλές εξετάσεις. Αν δεν υπάρχει κατάχρηση εξετάσεων μπορεί τα οφέλη- και τα οικονομικά- να είναι σημαντικά. Αυτή τη στιγμή όμως υπάρχει υπερσυνταγογράφηση εξετάσεων».                                                                                                    

Στον περιορισμό του κόστους με την ορθολογική χρήση των βιοδεικτών αναφέρθηκε η αναπληρώτρια Διευθύντρια της Α΄ Παθολογικής-Ογκολογικής Κλινικής του νοσοκομείου Metropolitan,  Έλενα Λινάρδου, τονίζοντας ότι «…με τους βιοδείκτες προσδιορίζουμε πώς και σε ποιους ασθενείς η θεραπεία θα έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, χωρίς αστοχίες, άρα με τον τρόπο αυτό να περιορίσουμε και το κόστος. Πλέον, και στο πλάσμα των ασθενών μπορούμε να βρούμε τους βιοδείκτες, με μια απλή εξέταση. Η χρήση τους πρέπει να επεκταθεί γιατί φέρνει το σωστό φάρμακο στον σωστό ασθενή. Έχουμε νομοθετημένη την αποζημίωση συγκεκριμένων βιοδεικτών. Θέλουμε να συμβεί και με άλλους βιοδείκτες».

Στο θέμα της σχέσης «κόστους εξετάσεων- αποτελεσματικότητας» αναφέρθηκε και ο επίκουρος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας, Αθανάσιος Βοζίκης, επισημαίνοντας ότι «…από το 2000 έως το 2010 οι νοσηλείες για καρκίνο αυξήθηκαν κατά 60%! Τα οφέλη των γενετικών εξετάσεων είναι αρκετά αλλά πρέπει να τα ομαδοποιήσουμε, να εξασφαλίσουμε καθολική κάλυψη, να είναι προσβάσιμα στους πολίτες και να βοηθηθεί η φαρμακοβιομηχανία να παράγει τέτοια προϊόντα».  Παίρνοντας το λόγο ο έτερος συντονιστής του Συνεδρίου, επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Υγείας, Κυριάκος Σουλιώτης, προσδιόρισε το πρόβλημα στις τιμές αποζημίωσης και στο ρόλο της Πολιτείας: «Η Πολιτεία συνήθως αναρωτιέται, ποια είναι η επίπτωση στον προϋπολογισμό στον χρόνο που τρέχει, χωρίς να υπολογίσει ποια μπορεί να είναι τα μακροχρόνια οφέλη από την αποζημίωση  εξετάσεων και νοσηλειών».

Φαρμακευτική θεραπεία. Γενόσημα & Βιοομοειδή. Μια πρόκληση για το μέλλον

Όπως επισημάνθηκε στη διάρκεια του Συνεδρίου, τα συνολικά παγκόσμια ετήσια κέρδη από ογκολογικά φάρμακα ετησίως ανέρχονται στα $100 δισεκατομμύρια. Μεταξύ των ογκολογικών φαρμάκων κάποια είναι μικρά μόρια ενώ άλλα βιολογικοί παράγοντες.

  • Τα γενόσημα είναι αντίγραφα μικρών μορίων, και έχουν σημαντικά μικρότερο κόστος από τα πρωτότυπά. Υπολογίζεται ότι η παγκόσμια αγορά τους θα ανέλθει στα $350 δισεκατομμύρια το 2016.
  • Τα βιοομοειδή είναι τα αντίγραφα των βιολογικών παραγόντων. Η παγκόσμια αγορά των βιοομοειδών υπολογίζεται ότι θα φτάσει τα $390 δισεκατομμύρια το 2019.

Δεδομένης της γιγαντιαίας παγκόσμιας δαπάνης σε αντικαρκινικά φάρμακα ετησίως, η χρήση γενοσήμων και βιοομοειδών, κάτω από τις κατάλληλες προϋποθέσεις, θα μπορούσε να συμβάλλει σε μια σημαντική μείωση του κόστους καταπολέμησης του καρκίνου.

«Η τάση γενικότερα, πάντως, είναι υπέρ των στοχευμένων θεραπειών, οι οποίες…», όπως τόνισε ο επιστημονικός συνεργάτης της ΕΣΔΥ, Βασίλειος Φραγκουλάκης, «…έχουν αυξήσει την επιβίωση, αλλά με ένα δυσβάσταχτο κόστος. Με τις στοχευμένες θεραπείες δεν υπάρχει αναλογική σχέση αποτελεσματικότητας και κόστους. Το συμπέρασμα το οποίο προκύπτει είναι ότι πρέπει να υπάρξει ανεξάρτητη, επιστημονική, τυποποιημένη τεκμηρίωση και αποτίμηση εναλλακτικών παρεμβάσεων».

Στην ανάγκη απλοποίησης του νομοθετικού πλαισίου για τη  συνεργασία εμπλεκόμενων φορέων σχετικά με την εκπόνηση κλινικών μελετών, αναφέρθηκε ο Διευθυντής Της Παθολογικής-Ογκολογικής Κλινικής της Βιοκλινικής Θεσσαλονίκης, Ιωάννης Μπουκοβίνας, , επισημαίνοντας ότι «…υπάρχει ανικανότητα εφαρμογής του υφιστάμενου πλαισίου. Απαιτείται πολλή δουλειά στην πρόληψη του καρκίνου και προσβασιμότητα στα νέα φάρμακα. Επιπλέον, χρειάζεται να δημιουργηθεί Εθνικό Δίκτυο Έρευνας για τον Καρκίνο, που θα συντονίζει λ.χ. τις κλινικές μελέτες».

Στο ίδιο θέμα και με ιδιαίτερα σκληρή γλώσσα αναφέρθηκε ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ Πασχάλης Αποστολίδης, ο οποίος έκανε λόγο για «ανάλγητο κράτος, που απουσιάζει συστηματικά και προτιμά να αντικαθίσταται από τις ΜΚΟ».  Σύμφωνα με τον κ. Αποστολίδη, «…το ίδιο το κράτος σαμποτάρει τις κλινικές μελέτες μέσω κακών διοικήσεων των νοσοκομείων και των ΥΠΕ. Οι φαρμακευτικές εταιρείες, παρ’ όλα αυτά,  είναι διατεθειμένες να καλύψουν  το κόστος των κλινικών δοκιμών φάσεων Ι, ΙΙ και ΙΙΙ ».

Θεραπευτικά πρωτόκολλα και μητρώα ασθενών με καρκίνο

Πολλές φορές, νέες θεραπείες προσφέρουν κάποιο επιπλέον θεραπευτικό αποτέλεσμα, αλλά αυτό πραγματοποιείται με ένα οικονομικά δυσβάσταχτο κόστος με αποτέλεσμα να εγείρονται αμφιβολίες για την βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας στο εγγύς μέλλον. Καθοριστικό ρόλο για τον περιορισμό αυτού του κινδύνου έχουν τα θεραπευτικά πρωτόκολλα και τα μητρώα ασθενών, καθώς – όπως τονίστηκε στο συνέδριο- και τα δύο σχετίζονται άμεσα με την οικονομική διαχείριση του καρκίνου. Τα Θεραπευτικά Πρωτόκολλα αποτελούν επιστημονικά τεκμηριωμένη περιγραφή της φαρμακευτικής αντιμετώπισης συγκεκριμένων νόσων ή παθολογικών καταστάσεων. Καταρτίζονται και αναθεωρούνται σε τακτική βάση από τις αναγνωρισμένες από το ΚΕΣΥ Ιατρικές-επιστημονικές Εταιρείες και, όπως επισημάνθηκε από τους συνέδρους, απαιτείται διαφάνεια, ανοιχτή διαβούλευση με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, δυνατότητα αντιρρήσεων/ενστάσεων καθώς και δευτεροβάθμια αξιολόγηση.

Όσον αφορά στα αξιόπιστα δεδομένα μητρώου καρκίνου, αυτά θα πρέπει να παρέχουν θεμελιώδεις πληροφορίες για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της πρόληψης του καρκίνου, τον έλεγχο της νόσου και τα προγράμματα θεραπείας.

Αλλαγές στη χρηματοδότηση της Υγείας

Ιδιαίτερη αίσθηση έκαναν οι προτάσεις των συνέδρων για αλλαγές στη χρηματοδότηση της Υγείας, όπως του κ. Λυκούργου Λιαρόπουλου, ομότιμου καθηγητή Οργάνωσης και Οικονομικών της Υγείας του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος έκανε λόγο για κατάρρευση του ΕΣΥ.                                                                                                                                            «…Κάτω από συνθήκες ακραίας φτώχειας υπάρχει αδυναμία πρόσβασης στις υπηρεσίες Υγείας. Το ΕΣΥ έχει καταρρεύσει. Η υποχρηματοδότηση των νοσοκομείων είναι ακραία επικίνδυνη και γίνεται σαφές πλέον ότι χρειάζεται νέα αρχιτεκτονική στο ΕΣΥ», επισήμανε ο κ. Λιαρόπουλος.  «…Προτείνεται κατάργηση των ασφαλιστικών εισφορών Υγείας. Η δημόσια δαπάνη θα χρηματοδοτείται αποκλειστικά από φορολογικά έσοδα σε όλες τις πηγές, όπως το Εισόδημα, την Περιουσία και τον Πλούτο. Αναγκαία προϋπόθεση είναι η πλήρως ηλεκτρονική διαχείριση, χρέωση και παρακολούθηση της κατανάλωσης στον τομέα της Υγείας και η διασύνδεσή της με τη φορολογική αρχή, για χρήστες και παρόχους. Στο χρόνο της ετήσιας φορολογικής εκκαθάρισης θα υλοποιείται η Κοινωνική Πολιτική στην Υγεία (δωρεάν ή επιδοτούμενη κάλυψη) με βάση το εισόδημα. Το νέο Σύστημα Υγείας προϋποθέτει μεταξύ άλλων αναμόρφωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και κατάργηση των Εφημεριών στα δημόσια Νοσοκομεία. Η Εισαγωγή θα γίνεται αποκλειστικά μόνο για «προγραμματισμένες» νοσηλείες μέσω της ΠΦΥ, ενώ τα  επείγοντα περιστατικά θα κατευθύνονται από το ΕΚΑΒ αποκλειστικά στα νέα αυτόνομα ΚΕΠ (Κέντρα Επείγουσας Περίθαλψης) 24ωρης λειτουργίας. Και ακόμη…», κατέληξε ο κ. Λιαρόπουλος, «…δεν χρειαζόμαστε 140 νοσοκομεία. Τα περισσότερα από αυτά είναι ερείπια. Χρειαζόμαστε 10 νέα νοσοκομεία που να είναι ανοιχτά 8 με 4».

Στην εξαρχής κατασκευή κάποιων νοσοκομείων ή στον εξορθολογισμό όσων υπάρχουν, αναφέρθηκε και ο Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου ΥΓΕΙΑ, Ανδρέας Καρταπάνης, κάνοντας λόγο για την ανάγκη σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα λ.χ. στον μηχανολογικό εξοπλισμό, αλλά και για την επέκταση της μηχανογράφησης, η οποία, όπως είπε, «βρίσκεται σε νηπιακή μορφή».

Στο ίδιο μήκος κλίμακος για εξορθολογισμό του management των νοσοκομείων και η τοποθέτηση της Διδάκτορος Ιατρικής, Όλγας Οικονόμου, υπό το πρίσμα της έλευσης 225 νέων φαρμάκων- κυρίως ογκολογικών- τα επόμενα χρόνια.

Από την πλευρά του, ο αντιπρόεδρος του ΕΟΠΥΥ Παναγιώτης Γεωργακόπουλος επεσήμανε ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να υπάρξει ενιαίος φορέας που θα τιμολογεί τις υπηρεσίες υγείας, ενώ χαρακτήρισε επιτυχημένο το μοντέλο κάλυψης εξωνοσοκομειακών δαπανών για τον καρκίνο, για τα έτη 2014 και 2015, το οποίο και συνεχίζεται.

Εθελοντισμός: Ενημέρωση και Καινοτομία

Ξεχωριστό ενδιαφέρον, στη διάρκεια του συνεδρίου, παρουσίασαν οι τοποθετήσεις για τον εθελοντισμό, καθώς όπως έγινε αντιληπτό από αυτές, το κυριότερο έργο υλοποιείται από τις 35 ΜΚΟ Καρκινοπαθών που δραστηριοποιούνται σε όλη την Ελλάδα για περισσότερα από 10 χρόνια, με το κράτος να είναι απόν. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά η Πρόεδρος Δ.Σ. του Κ.Ε.Φ.Ι. , Ζωή Γραμματόγλου, «…οι ΜΚΟ έχουν αναλάβει την παροχή ολοκληρωμένης υποστήριξης ασθενών και των συγγενών τους σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, χωρίς την παραμικρή στήριξη από την Πολιτεία. Είναι εξοργιστικό αυτό που γίνεται, λ.χ. με την ανακουφιστική αγωγή των καρκινοπαθών. Στην Ελλάδα, στο Δημόσιο Σύστημα, δεν λειτουργεί κανένας ξενώνας για τους καρκινοπαθείς, όταν τέτοιοι ξενώνες υπάρχουν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, ακόμη και τις οικονομικά πιο αδύναμες. Ως συνέπεια, στη χώρα μας, 9 στους 10 καρκινοπαθείς πεθαίνουν κάτω από συνθήκες που δεν δεικνύουν αξιοπρέπεια. Εάν λειτουργούσαν ξενώνες, οι ασθενείς θα είχαν καλύτερη πρόσβαση σε ανακουφιστική αγωγή ή ψυχολογική υποστήριξη, ενώ και τα νοσοκομεία θα ανακουφίζονταν από τα ράντζα». Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που έφερε η Διευθύντρια του Ογκολογικού Τμήματος του Νοσοκομείου Άγιος Ανδρέας της Πάτρας, Αθηνά Χριστοπούλου, για τις 6.000 Ελληνίδες με μεταστατικό καρκίνο μαστού που έχουν φτωχή πρόγνωση και καλούνται να διαχειριστούν τη νόσο τους με τη βοήθεια των ΜΚΟ ή μέσω της βραβευμένης πλατφόρμας  επικοινωνίας SPARC, αλλά όχι με τη βοήθεια της Πολιτείας.

 

 

 

 

 

 

#########