Αν και οι ρευματικές παθήσεις δεν κάνουν διάκριση ούτε φύλου ούτε ηλικίας  και είναι πολύ συχνές, αποτελώντας έτσι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα υγείας στο γενικό πληθυσμό, ωστόσο η πληροφόρηση του κοινού πάνω στις παθήσεις αυτές είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Στο σύντομο αυτό σημείωμα παρέχονται γενικές πληροφορίες με στόχο να συμβάλλουν στην έγκαιρη αναζήτηση από πλευράς πασχόντων εξειδικευμένης ιατρικής εκτίμησης, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την έγκαιρη διάγνωση και την πρώιμη και αποτελεσματική θεραπευτική παρέμβαση των ρευματικών παθήσεων.

Ρευματικές παθήσεις είναι οι μη τραυματικές και μη χειρουργικές παθήσεις του μυοσκελετικού συστήματος, δηλ. του συστήματος που μας εξασφαλίζει ένα από τα πολυτιμότερα αγαθά, την κίνηση. Με άλλα λόγια είναι παθήσεις των αρθρώσεων, των μυών, των οστών και φυσικά της σπονδυλικής στήλης και των μαλακών μορίων, που βρίσκονται γύρω από τις αρθρώσεις, όπως είναι οι σύνδεσμοι, οι τένοντες και οι ορογόνοι θύλακοι. Ωστόσο, ορισμένες ρευματικές παθήσεις, όπως π.χ. οι αυτοάνοσες,  προσβάλλουν και διάφορα άλλα όργανα ή συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού, όπως π.χ. τους νεφρούς, το δέρμα, τα μάτια, τους πνεύμονες, την καρδιά, τις αρτηρίες, τις φλέβες, το ήπαρ, τον εγκέφαλο κ.λπ.

Ποιες είναι οι ρευματικές παθήσεις;

Οι ρευματικές παθήσεις είναι πολλές, περίπου 200, και ταξινομούνται σε 6 μεγάλες ομάδες:
1. Φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις
Στην ομάδα αυτή περιλαμβάνονται πολλές παθήσεις που κατατάσσονται σε τέσσερις υποομάδες, από τις οποίες οι δύο πρώτες περιλαμβάνουν τις σοβαρότερες ρευματικές παθήσεις. Οι τέσσερις υποομάδες είναι:
α) Αυτοάνοσες ρευματικές παθήσεις (ρευματοειδής αρθρίτιδα, σύνδρομο Sjφgren, συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, αγγειίτιδες, σκληρόδερμα κ.λπ.)
β) Οροαρνητικές σπονδυλαρθρίτιδες (αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα, ψωριασική αρθρίτιδα, αντιδραστική αρθρίτιδα κ.λπ.)
γ) Κρυσταλλογενείς αρθρίτιδες (ουρική αρθρίτιδα κ.λπ.)
δ) Διάφορες άλλες φλεγμονώδεις αρθρίτιδες (ρευματικός πυρετός, ιογενής αρθρίτιδα, οικογενής μεσογειακός πυρετός, σαρκοειδική αρθρίτιδα κ.ά.)
2. Οστεοαρθρίτιδα.  Είναι όχι μόνο η συχνότερη ρευματική πάθηση, αλλά και η συχνότερη χρόνια πάθηση του ανθρώπου, και χαρακτηρίζεται πρώτον από φθορά του αρθρικού χόνδρου που καλύπτει την επιφάνεια των οστών μέσα στην άρθρωση και δεύτερον από υπερπλασία των οστών στην παρυφή της άρθρωσης. Έτσι σχηματίζονται τα λεγόμενα οστεόφυτα, που ο κόσμος τα ξέρει ως “άλατα”, αλλά καμία σχέση δεν έχουν με το αλάτι που τρώμε. Η Οστεοαρθρίτιδα αφορά συνήθως μία και μερικές φορές δύο ή περισσότερες αρθρώσεις των άνω και κάτω άκρων ή/και αρθρώσεις της σπονδυλικής στήλης. Η οστεοαρθρίτιδα μπορεί να εντοπίζεται σε οποιαδήποτε άρθρωση του μυοσκελετικού συστήματος, αλλά συχνότερα προσβάλλει τις αρθρώσεις της σπονδυλικής στήλης, του γόνατος, των χεριών και του ισχίου.
3. Οσφυαλγία. Είναι ο πόνος που εντοπίζεται στη μέση και πολλές φορές συνοδεύεται από ισχιαλγία, δηλ. επέκταση του πόνου κατά μήκος του μηρού και της κνήμης. Η οσφυαλγία είναι η πιο συχνή επώδυνη παθολογική κατάσταση από το μυοσκελετικό σύστημα και τα αίτια της είναι πολλά. Τα συχνότερα είναι τα λεγόμενα “μηχανικά αίτια”, όπως οι μυοσυνδεσμικές βλάβες, η οστεοαρθρίτιδα της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, η δισκοκήλη,  η σπονδυλολίσθηση κ.λπ., και ακολουθούν τα φλεγμονώδη ρευματικά αίτια, όπως η αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα κ.λπ., και σπανιότερα διάφορες άλλες παθήσεις, όπως οστεοπόρωση κ.ά.
4. Αυχεναλγία. Είναι ο πόνος που εντοπίζεται στον αυχένα, δηλ. στο πίσω μέρος του λαιμού, και μπορεί να αντανακλάται προς την κεφαλή, τον ώμο ή και κατά μήκος του άνω άκρου. Αν και είναι λιγότερο συχνή από την οσφυαλγία, η αυχεναλγία είναι επίσης ένα συχνό επώδυνο μυοσκελετικό σύμπτωμα. Τα αίτια της αυχεναλγίας είναι ανάλογα με εκείνα της οσφυαλγίας.
5. Παθήσεις εξωαρθρικού ρευματισμού. Οι παθήσεις αυτές αφορούν τα λεγόμενα περιαρθρικά μαλακά μόρια. Τέτοια μόρια είναι π.χ. οι μύες, οι τένοντες και οι ενθέσεις τους, δηλ. οι θέσεις πρόσφυσής τους πάνω στα οστά, τα τενόντια έλυτρα, δηλ. οι σωληνωτές θήκες που περιβάλλουν τους τένοντες, και οι ορογόνοι θύλακοι, δηλ. οι μικρές κύστεις που περιέχουν ελάχιστη ποσότητα υγρού και έχουν ως κύρια αποστολή τη μείωση της μηχανικής τριβής κατά τη σύσπαση των μυών και την κίνηση των αρθρώσεων. Επομένως στις παθήσεις εξωαρθρικού ρευματισμού περιλαμβάνονται περιαρθρίτιδες, τενοντοελυτρίτιδες, ενθεσοπάθειες, ορογονοθυλα-κίδες, σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα, ινομυαλγία κ.ά.
6. Μεταβολικές παθήσεις των οστών. Στην ομάδα αυτή περιλαμβάνονται η οστεοπόρωση, η οστεομαλάκυνση, η νόσος του Paget κ.ά. Η οστεοπόρωση είναι η συχνότερη πάθηση των οστών και χαρακτηρίζεται πρώτον από χαμηλή οστική μάζα, δηλ. από λιγότερη ποσότητα οστού, και δεύτερον από διαταραχή της μικροαρχιτε-κτονικής δομής των οστών με αποτέλεσμα τη μείωση της αντοχής τους και τον αυξημένο κίνδυνο κατάγματος.

Είναι συχνές οι ρευματικές παθήσεις;

Οι ρευματικές παθήσεις είναι πολύ συχνές και μάλιστα είναι από τις συχνότερες παθήσεις του ανθρώπου. Πρόσφατα το Ελληνικό Ίδρυμα Ρευματολογικών Ερευνών πραγματοποίησε με τη συνεργασία πολλών γιατρών ρευματολόγων την πρώτη πανελλήνια επιδημιολογική έρευνα στο γενικό πληθυσμό ενηλίκων της χώρας μας (Εικόνα 2) με κύριους στόχους την εκτίμηση της συχνότητας και των επιπτώσεων των ρευματικών παθήσεων στο γενικό πληθυσμό καθώς και την αναζήτηση παραγόντων κινδύνου που ευνοούν την ανάπτυξη των παθήσεων αυτών.

Η έρευνα αυτή έδειξε ότι το 27% των ενηλίκων, δηλ. των ατόμων 19 ετών και πάνω, παρουσιάζει κάποιο ρευματικό νόσημα. Δηλ., συνολικά, περίπου 2.400.000 Έλληνες ενήλικες πάσχουν από ρευματικές παθήσεις. Η συχνότητα των ρευματικών παθήσεων ως συνόλου είναι σημαντικά μεγαλύτερη στις γυναίκες (34%) από ό,τι στους άνδρες (20%), ενώ αυξάνει επίσης σημαντικά με την πρόοδο της ηλικίας από 4% σε άτομα ηλικίας 19-29 ετών σε 52% σε άτομα ηλικίας 70 ετών και πάνω (Εικόνα 3).
Σε ό,τι αφορά τις 6 μεγάλες ομάδες των ρευματικών παθήσεων συχνότερη είναι η συμπτωματική οστεοαρθρίτιδα των περιφερικών αρθρώσεων και της σπονδυ-λικής στήλης με συχνότητα 13,1% και ακολουθούν η οσφυαλγία με συχνότητα 11%, η αυχεναλγία με 4,8%, η ομάδα των διαφόρων ρευματικών παθήσεων με 4,4%, οι παθήσεις του εξωαρθρικού ρευματισμού με 4,3% και η ομάδα των φλεγμονωδών ρευματικών παθήσεων με 2,1%. Στις φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις, που είναι και οι σοβαρότερες, περιλαμβάνονται οι αυτοάνοσες με συχνότητα 1,1%, οι οροαρνητικές σπονδυλαρθρίτιδες με 0,5% και οι κρυσταλλογενείς αρθρίτιδες επίσης με 0,5%. Οι πιο συχνές φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η ουρική αρθρίτιδα, η αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα, η ψωριασική αρθρίτιδα, το σύνδρομο Sjφgren, η ρευματική πολυμυαλγία και ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος.
Για την εκτίμηση της συχνότητας της οστεοπόρωσης έγινε ξεχωριστή έρευνα στις γυναίκες τριών από τις περιοχές της Εικόνας 2 με μέτρηση της οστικής τους πυκνότητας στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης ή/και στο ισχίο και βρέθηκε ότι το 28% των Ελληνίδων ηλικίας 50 ετών και πάνω παρουσιάζουν οστεοπόρωση.

Πως θα καταλάβει κανείς ότι μπορεί να έχει ρευματική πάθηση;

Υπάρχουν ορισμένα συμπτώματα και κλινικά σημεία των ρευματικών παθήσεων, τα οποία αναφέρονται παρακάτω και τα οποία βοηθούν στο να καταλάβει κανείς ότι μπορεί να έχει κάποια ρευματική πάθηση και έτσι να απευθυνθεί στο ρευματολόγο, δηλ. στο γιατρό που έχει ειδικευτεί στις ρευματικές παθήσεις. Συμπτώματα μιας πάθησης είναι τα υποκειμενικά ενοχλήματα που αισθάνεται ο ασθενής και τον οδηγούν στο γιατρό, ενώ κλινικά σημεία μιας πάθησης είναι τα αντικειμενικά ευρήματα που διαπιστώνει ο γιατρός κατά την κλινική εξέταση του ασθενούς. Σε ορισμένες παθήσεις τα κλινικά σημεία είναι οφθαλμοφανή ή εντυπωσιακά, ώστε μπορεί να τα παρατηρήσει και ο ίδιος ο ασθενής. Τέτοια σημεία, σε ό,τι αφορά τις ρευματικές παθήσεις, είναι π.χ. η διόγκωση, δηλ. το πρήξιμο μιας άρθρωσης,  η ερυθρότητα μιας άρθρωσης, η δυσκολία ή/και ο πόνος σε κινήσεις μιας άρθρωσης ή της μέσης κ.λπ.

Ποια είναι τα συμπτώματα και τα κλινικά σημεία των ρευματικών παθήσεων;

Οι ρευματικές παθήσεις είναι πολλές και τα συμπτώματά τους καθώς και τα κλινικά τους σημεία ποικίλλουν. Τα κύρια αλλά και κοινά χαρακτηριστικά συμπτώματα των ρευματικών παθήσεων είναι:
Πόνος στο μυοσκελετικό σύστημα που ανάλογα με τη μορφή και την εντόπιση της πάθησης μπορεί να αφορά αρθρώσεις, τένοντες, ορογόνους θυλάκους, μυς, οστά,  τη μέση ή τον αυχένα.
Δυσκαμψία των αρθρώσεων, δηλ. δυσκολία στην κίνηση των αρθρώσεων, μετά από την ανάπαυση.
Διαταραχή των κινητικών λειτουργιών των αρθρώσεων ή της περιοχής του μυοσκελετικού συστήματος που έχουν προσβληθεί από την πάθηση.
Στις φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις και ιδιαίτερα στις αυτοάνοσες, που συχνά προσβάλλονται, εκτός από το μυοσκελετικό σύστημα, και άλλα όργανα ή συστήματα, μπορεί να εμφανιστούν επιπλέον και γενικά συμπτώματα, όπως πυρετός και καταβολή δυνάμεων, ή εξωαρθρικά συμπτώματα, όπως εξανθήματα στο δέρμα, εξελκώσεις στο στόμα, κοκκίνισμα ή πόνος στα μάτια, τριχόπτωση, κεφαλαλγία, βήχας, δύσπνοια κ.ά.
Τα συνηθέστερα κλινικά σημεία των ρευματικών παθήσεων είναι:
Οίδημα, δηλ. πρήξιμο, ή διόγκωση μιας ή περισσότερων αρθρώσεων (Εικόνα 4).

Τα χαρακτηριστικά του πρηξίματος ή της διόγκωσης της άρθρωσης είναι πολύ χρήσιμα στη διάγνωση των ρευματικών παθήσεων. Όταν η διόγκωση της  άρθρωσης ή των αρθρώσεων είναι “σκληρή” στην ψηλάφηση, είναι δηλ. οστική, τότε πρόκειται για οστεοαρθρίτιδα. Αντίθετα, όταν το πρήξιμο ή η  διόγκωση οφείλεται σε οίδημα μαλακών μορίων ή σε συλλογή υγρού μέσα στην άρθρωση, τότε πρόκειται για κάποια φλεγμονώδη ρευματική πάθηση, όπως είναι π.χ. η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η ψωριασική αρθρίτιδα κ.ά.
Ευαισθησία στην πίεση των αρθρώσεων που έχουν προσβληθεί από την πάθηση.
Απώλεια του εύρους των κινήσεων των αρθρώσεων ή της περιοχής του μυοσκελετικού συστήματος που έχουν προσβληθεί από την πάθηση.
Παραμόρφωση. Για παράδειγμα, στην οστεοαρθρίτιδα ή σε προχωρημένα στάδια φλεγμονωδών ρευματικών παθήσεων, που δεν έχει γίνει έγκαιρη διάγνωση ή/και ορθή θεραπευτική παρέμβαση, μπορεί να αναπτυχθούν παραμορφώσεις των αρθρώσεων που έχουν προσβληθεί από τις παθήσεις αυτές.
Σε ασθενείς με φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις μπορεί να εμφανιστούν και επιπλέον κλινικά σημεία, όπως:
Ερυθρότητα, δηλ. κοκκίνισμα, στις αρθρώσεις που έχουν προσβληθεί.
Θερμότητα, δηλ. αυξημένη τοπική θερμοκρασία,  στις αρθρώσεις που έχουν προσβληθεί.

Ποιες είναι οι επιπτώσεις των ρευματικών παθήσεων στους ίδιους τους ασθενείς, στο κοινωνικό σύνολο, στο σύστημα υγείας και στην εθνική οικονομία;

Στην πανελλήνια επιδημιολογική έρευνα του Ελληνικού Ιδρύματος Ρευματολογικών Ερευνών έγινε εκτίμηση των επιπτώσεων των ρευματικών παθήσεων και μάλιστα σε σύγκριση με τις επιπτώσεις όλων των άλλων ομάδων νοσημάτων, χρησιμοποιώντας τους παρακάτω έξι δείκτες νοσηρότητας:
α)   Χρόνιο πρόβλημα υγείας
β)   Μακροχρόνια λειτουργική ανικανότητα
γ)   Βραχυχρόνιος περιορισμός των δραστηριοτήτων
δ)   Επίσκεψη σε γιατρό
ε)   Λήψη φαρμάκων με ιατρική συνταγή
στ) Λήψη φαρμάκων χωρίς ιατρική συνταγή.
Από την ανάλυση των δεδομένων της έρευνας βρέθηκε ότι σε σύγκριση με όλες τις άλλες ομάδες παθήσεων στο επίπεδο του γενικού πληθυσμού ενηλίκων, οι ρευματικές παθήσεις είναι το πιο συχνό αίτιο 4 δεικτών νοσηρότητας (Εικόνα 5) και ευθύνονται για το:
α) 39% των χρόνιων προβλημάτων υγείας
β) 47% της μακροχρόνιας λειτουργικής ανικανότητας
γ) 26% του βραχυχρόνιου περιορισμού των δραστηριοτήτων (απουσίες από
την εργασία κ.λπ.) και
δ) 20% όλων των ιατρικών επισκέψεων,
ενώ είναι το δεύτερο αίτιο 2 δεικτών νοσηρότητας (Εικόνα 5)

και ευθύνονται για το:
α) 24% της χρήσης φαρμάκων με συνταγή και
β)18% της χρήσης φαρμάκων χωρίς συνταγή.

#########