Η στέβια χαρακτηρίζεται από πολλούς ως «το φυτό της νέας χιλιετίας» και η ζάχαρή του ως «η ζάχαρη του μέλλοντος». Πρόκειται για ένα μικρό βότανο, που φυτρώνει στη βορειοδυτική Παραγουάη και αποτελεί παραδοσιακό γλυκαντικό των αυτοχθόνων.
Σήμερα, η κύρια χρήση της στέβιας είναι η εξαγωγή φυσικών γλυκαντικών ουσιών από τα -χλωρά ή ξηρά- φύλλα της (στεβιοσίδη, ρεμπαουδιοσίδη, κ.ά.). Η στεβιοσίδη, μόνη της ή μαζί με τις άλλες γλυκαντικές ουσίες, είναι μία λευκή, μικροκρυσταλλική ουσία, όπως και η κοινή ζάχαρη, αλλά με μηδενική θερμιδική αξία και 200-300 φορές πιο γλυκιά.
Οι μεγαλύτεροι χρήστες της στεβιοσίδης (που υπάρχει στη στέβια) είναι η βιομηχανία τροφίμων και ποτών. Η εν λόγω γλυκαντική ουσία χρησιμοποιείται επίσης στη ζαχαροπλαστική, αφού υποκαθιστά τη ζάχαρη και, καθώς και στην Ιατρική, αφού μπορεί να καταναλωθεί από άτομα με διαβήτη.
Σε ορισμένες χώρες (ΗΠΑ κ.ά.) επιτρέπεται μόνο ως διαιτητικό συμπλήρωμα, ενώ σε άλλες (Ιαπωνία, Βραζιλία) ως υποκατάστατο της ζάχαρης, ως συμπλήρωμα διατροφής και ως διαιτητικό συμπλήρωμα, χωρίς καμία ανεπιθύμητη ενέργεια.
Στη στέβια αποδίδονται αντιυπερτασικές, αντιβακτηριακές και αντιοξειδωτικές ιδιότητας, ενώ σύμφωνα με τους ειδικούς η στέβια μπορεί να αποτελέσει και όπλο κατά της παχυσαρκίας.
Έχει προταθεί ακόμα και ως πιθανή θεραπεία της οστεοπόρωσης με τον ισχυρισμό ότι μειώνει κατά 75% την πιθανότητα θραύσης στα κελύφη των αβγών των κοτόπουλων, αν προστεθεί στην τροφή τους ένα μικρό ποσοστό σκόνης από φύλλα στέβιας.
Η κρυσταλλική γλυκιά ουσία της στέβιας δεν αλλάζει μορφή, ακόμη και σε θερμοκρασίες 200 βαθμών Κελσίου. Η συγκεκριμένη ιδιότητα επιτρέπει τη χρήση της στη μαγειρική.
Οι έρευνες σχετικά με την ασφάλεια κατανάλωσης του «θαυματουργού» αυτού φυτού, είναι πολύ λίγες και βρίσκονται ακόμη σε πειραματικό στάδιο. Κάποιες από αυτές τις έρευνες αναφέρουν ότι αν το προϊόν της στέβιας τροποποιηθεί γενετικά, η στεβιόλη μπορεί να οδηγήσει σε καρκινογένεση. Επίσης έχει αναφερθεί ότι η στέβια σε εξαιρετικά μεγάλες ποσότητες, μπορεί να επιφέρει προβλήματα γονιμότητας. Τέλος, η στεβιοσίδη, λέγεται ότι μπορεί να οδηγήσει σε δυσαπορρόφηση των υδατανθράκων, όταν καταναλωθεί σε μεγάλες ποσότητες, εμποδίζοντας έτσι την παραγωγή ενέργειας (γλυκόζης) για τα κύτταρα. Αξίζει ωστόσο να αναφέρουμε ότι όλες οι παραπάνω έρευνες αναφέρονται σε ποντίκια και όχι σε ανθρώπους.
Πολιτικές αντιπαραθέσεις και ανησυχίες εξαιτίας των παραπάνω ερευνών, έχουν περιορίσει τη διαθεσιμότητα της στέβια σε διάφορες χώρες. Ο Οργανισμός Φαρμάκων της Αμερικής, για παράδειγμα, επιμένει στη χρήση της ως διαιτητικού συμπληρώματος, αποθαρρύνοντας την ελεύθερη κατανάλωσή της. Πολλές πηγές αναφέρουν βέβαια ότι η κίνηση αυτή έχει περισσότερο να κάνει με εμπορικά συμφέροντα.
Υποστηρίζοντας τη χρήση της στέβιας, θα θίγονταν τα συμφέροντα της βιομηχανίας της ζάχαρης αλλά και των χημικών γλυκαντικών ουσιών… Ένα πιθανό σενάριο είναι ότι μεγάλη εταιρία αναψυκτικών σκοπεύει να προχωρήσει σε αγορά δικαιωμάτων της στέβια, για να τη χρησιμοποιήσει ως συντηρητικό αποκλειστικά στα αναψυκτικά της, μιας και το 2008 εγκρίθηκε το εκχύλισμα rebaudioside-A ως πρόσθετο τροφίμων, με την χρηματοδότηση εταιρίας- κολοσσού τροφίμων.
Πάντως, η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των τριών ευρωπαϊκών χωρών (οι άλλες δύο είναι η Ιταλία και η Πορτογαλία), στις οποίες αναμένεται να χορηγηθεί επίσημη άδεια μετά το 2009 για την καλλιέργεια στέβιας, που εκτιμάται ότι μπορεί να αντικαταστήσει την καπνοκαλλιέργεια…