Ποιά είναι η σημασία της καλής διατροφής στην πρόκληση της οστεοπόρωσης;

Η διατροφή σε ασβέστιο κατά την παιδική και την εφηβική ηλικία παίζουν κεφαλαιώδη ρόλο στην ανάπτυξη της οστικής πυκνότητας. Η αυξημένη πρόσληψη του ασβεστίου διευκολύνεται από τη βιταμίνη D. Σημαντικής σημασίας είναι επίσης η η ποσότητα χλωριουχου νατρίου που παίρνει το παιδί. Έχει βρεθεί ότι το νάτριο όταν αποβάλλεται από τα νεφρά συμπαρασύρει μαζί και ασβέστιο.

Επομένως χαμηλή πρόσληψη ασβεστίου και και υψηλή απέκκριση ασβεστίου (που επιτυγχάνεται με τη λήψη αλατιού) οδηγεί σε ανάπτυξη χαμηλής κορυφαίας οστικής πυκνότητας στους νέους και οστεοπόρωσης στους ενήλικες. Ένα παιδί χρειάζεται περιπου 800 χιλιοστόγραμμα ασβεστίου την ημέρα, ένας έφηβος 1200 και ένας ενήλικας περίπου 1000 χιλιοστόγραμμα. Μετά την εμμηνόπαυση μειώνεται η ικανότητα του εντέρου να αποροφήσει το ασβέστιο και απιτείται μεγαλύτερη ημερήσια πρόσληψη (περίπου 1500 χιλιοστόγραμμα).

Κύρια πηγή ασβεστίου είναι τα γαλακτοκομικά προϊόντα Στην εικόνα 5 δείχνεται η περιεκτικότητα διαφόρων γαλακτοκομικών προϊόντων σε ασβέστιο. Πρέπει να τονισθεί΄ότι σε πολλά παιδιά, αλλά και ενήλικες υπάρχει δυσανεξία στη λήψη γαλακτοκομικών προϊόντων λόγω έλλειψης του ενζύμου λακτάση. Φαίνεται ότι η ενζυματική αυτή έλλψη είναι ιδιαίτερα συχνή στην Ελλάδα και τη Κύπρο.

Στη σωστή διατροφή παίζει επίσης σημαντικό ρόλο η επαρκής πρόσληψη της βιταμίνης D. Συνήθως επαρκής σύνθεση βιταμίνης D γίνεται απλά με την έκθεση του σώματος στην υπεριώδη ακτινοβολία. Η υπερπροστασία των παιδιών, κυρίως τους χειμερινούς μήνες μπορεί ακόμα και στην Ελλάδα να οδηγήσει σε μειωμένες ποσότητες βιταμίνης D στον οργανισμό.



Τι συμβαίνει στη δημιουργία της οστεοπόρωσης;

Κύρια αιτία οστεοπόρωσης είναι η ορμονική ανεπάρκεια. Μετά την εμμηνόπαυση όλες οι γυναίκες έχουν πολύ χαμηλά επίπεδα της βασικής τους ορμόνης, δηλαδή των οιστρογόνων. Η έλλειψη αυτή οδηγεί, εκτός άλλων επιπτώσεων, σε παραγωγή και δραστηριοποίηση των οστεοκλαστών, δηλαδή των κυττάρων που καταστρέφουν το οστούν. Αντίθετα οι οστεοβλάστες, δηλαδή τα κύτταρα που παράγουν οστούν αδυνατούν να αναπληρώσουν την απώλεια αυτή, με αποτέλεσμα να υπάρχει απώλεια 1-9% οστού το χρόνο. Ρυθμός απώλειας μεγαλύτερος του 2% το χρόνο είναι απαράδεκτος γιατί αν συνεχισθεί μακρόχρονα θα οδηγήσει σε κατάγματα.

Αλλα αιτία οστεοπόρωσης, κυρίως στα ηλικιωμένα άτομα, είναι η κακή απορόφηση του ασβεστίου από έντερο. Η δυσαπορρόφηση του ασβεστίου οδηγεί σε έλλειψη του στο αίμα, οπότε απελευθερώνεται από τα οστά.


Τι συνιστάται για την πρόληψη της οστεοπόρωση και ποιά είναι τα κατάλληλα φάρμακα;

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι αρκετά δύσκολο να διατυπωθεί σε όχι ιατρικό έντυπο. Ο σχεδιασμός της πρόληψης και θεραπείας της οστεοπόρωσης είναι αρκετά πολύπλοκος, αυτό δε είναι ευνόητο αν ληφθεί υπ όψη ότι πρέπει να εκτιμηθούν όλοι οι αιτιολογικοί παράγοντες και να αντιμετωπισθούν συνολικά ή ένας – ένας.

Σήμερα η πρόληψη της οστεοπόρωσης θεωρείται ότι πρέπει να επιδιώκεται όσο το δυνατόν ενωρίτερα. Με τη λογική αυτή οτιδήποτε μπορεί να συμβάλλει στην αποφυγή μελλοντικών καταγμάτων είναι ιδιαίτερα επιθυμητό. ΄Ετσι, επιδιώκεται αριστοποίηση της κορυφαίας οστικής πυκνοτητα, καθυστέρηση και ελαχιστοποίηση της μετεμμηνοπαυσιακής οστικής απώλειας και αποφυγή οιουδήποτε παράγοντα που προδιαθέτει σε κατάγματα στην τρίτη ηλικία, κυρίως των πτώσεων.

Η πρωτογενής πρόληψη στοχεύει στην επίτευξη όσο το δυνατόν υψηλής κορυφαίας αοστικής πυκνότητας. Επαναλαμβάνεται η μεγάλη σημασία της σωστής λήψης γαλακτοκομικών προϊόντων και τονίζεται ότι μόνο το 25% των κοριτσιών άνω των 11 ετών παίρνει τις συνιστώμενες ποσότητες γαλακτοκομικών.

Στην κρίσιμη περίοδο της εμμηνόπαυσης είναι απαραίτητη η έγκαιρη εντόπιση των γυναικών που πρέπει να αρχίσουν γρήγορα θεραπεία. Τα άτομα αυτά είναι βασικά εκείνα που έχουν κληρονομική προδιάθεση, πρόωρη εμμηνόπαυση, πτώχη διατροφή σε ασβέστιο και πλούσια σε αλάτι, δεν ασκούνται, καπνίζουν και έχουν χαμηλό σωματικό βάρος.

Η στρατηγική που ακολουθείται στις περιπτώσεις αυτές είναι η θεραπεία υποκατάστασης με οιστρογόνα (κυρίως όταν υπάρχει προωρη εμμηνόπαυση). Η ορμονική θεραπεία υποκατάστασης έχει μεγάλη σημασία εκτός από την οστεοπόρωση στην πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων που συχνά παρουσιάζονται μετά την εμμηνόπαυση, επίσης δε στη διόρθωση των γυναικολογικών επιπτώσεων της οστεοπόρωσης και τη βελτίωση της ψυχολογικής κατάστασης της εμμηνοπαυσιακής γυναίκας.

Παρά τις ευεργετικές δράσεις των οιστρογόνων η συμμόρφωση των γυναικών σε ορμονική θεραπεία είναι σχετικά πτωχή. Αυτό οφείλεται στους συνυπάρχοντες κινδύνους από τη θεραπεία με οιστρογόνα. Οι κίνδυνοι αυτοί είναι η ανάπτυξη καρκίνου του ενδομητρίου (πράγμα που αποφεύγεται με σύγχρονη χορήγηση προγεσταγόνων και τεχνητή εμμηνορυσία), η ανάπτυξη ορμονοεξαρτώμενου καρκίνου του μαστού και η θρομβοεμβολική νόσος. Όλες οι γυναίκες που υποβάλλονται σε ορμονική θεραπεία υποκατάστασης πρέπει να υποβάλλονται σε τακτικό μαστολογικό έλεγχο κυρίως με μαστογραφία.

Σε περίπτωση αντένδειξης ορμονικής θεραπείας υποκατάστασης χορηγούμε για την πρόληψη της οστεοπόρωσης ειδικά φάρμακα που αναστέλλουν τη λειτουργία των οστεοκλαστών. Τέτοια φάρμακα είναι η καλσιτονίνη και τα διφωσφονικά.

Η καλσιτονίνη είναι μία ειδική για τα οστά ορμόνη που αναστέλλει τη δράση των οστεοκλαστών. Η ορμόνη αυτή είναι χωρίς σοβαρές παρενέργειες, εκτός από την πρόκληση ναυτίας και εξάψεων μετά την ενδομυϊκή λήψη. Πράγματι μετά λήψη καλσιτονίνης αναστέλλεται η οστική απώλεια, ενώ υπάρχει περίπτωση η οστική πυκνότητα να αυξηθεί. Πρόσφατα θεωρείται πρακτικότερη η ενδορρινική λήψη του φαρμάκου αυτού.

Τα διφωσφονικά είναι ισχυρές αντιοστεοκλαστικές χημικές ουσίες που δεσμεύουν τις οστεοκλάστες, πιθανόν δε τις καταστρέφουν. Μετά λήψη διφωσφονικών, κυρίως αμινοδιφωσφονικών (σπουδαιότερα είναι η αλενδρονάτη και η ρισενδρονάτη) αναστέλλεται η απώλεια του οστού, ενώ συγχρόνως λόγω της δράσης των οστεοβλαστών αυξάνεται η οστική μάζα.

Τα διφωσφονικά απορροφώνται πολύ δύσκολα από το έντερο, για το λόγο δε αυτό απαιτείται να λαμβάνονται με άδειο στομάχι και μεγάλη ποσότητα νερού. Σε περιπτώσεις παθήσεων του γαστρεντερικού συστήματος, κυρίως προβλήμάτων του οισοφάγου συνιστάται να αποφεύγονται. Πάντως στο μεγαλύτερο αριθμό των γυναικών είναι καλά ανεκτά και μετά συνεχή χορήγηση επί πολλά χρόνια.

Η διάρκεια της θεραπείας της μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης πρέπει να ορίζεται από τον θεράποντα γιατρό, ανάλογα με την εξέλιξη του νοσήματος. Με τις σημερινές πάντως αντιλήψεις επιβάλλεται μακρόχρονη θεραπεία, ίσως μεγαλύτερη της πενταετίας.

Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις συνιστάται η συστιματική άσκηση των γυναικών σε γυμναστήρια ή στο σπίτι με ορισμένες απλές ασκήσεις




Με την θεραπεία σταθεροποιείται η οστεοπόρωση;

Φαίνεται ότι η διακοπή οιασδήποτε θεραπείας οδηγεί σε νέα οστική απώλεια. Πάντως το τελικό αποτέλεσμα της θεραπείας είναι εξάπαντος θετικό. Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι τουλάχιστον κατά τη διαρκεια της θεραπείας μειώνεται σημαντικά ο κίνδυνος εμφάνισης οστεοπορωτικών καταγμάτων, κυρίως της σπονδυλικής στήλης και του ισχίου. Επομένως υπάρχει μία γενική κοινονικοοικονομικη ωφέλεια μετά θεραπεία της οστεοπόρωσης. Αυτό είναι εμφανέστερο εφ όσον η θεραπεία διαρκεί επί μεγάλο χρονικό διάστημα, πιθανόν για όλη τη ζωή της οστεοπορωτικής γυναίκας.

Μετά τα ανωτέρω φαίνεται ότι σήμερα διαθέτουμε αποτελεσματικά φάρμακα για την αποκατάσταση των οστεοπορωτικών ασθενών. Αυτό είναι εμφανέστερο στις περιπτώσεις που η θεραπεία αρχίζει πριν την εμφάνιση καταγμάτων. Γενικά η οστεοπόρωση είναι σήμερα ένα από τα μετεμμηνοπαυσιακά νοσήματα που αντιμετωπίζονται καλύτερα.



Τι προσφέρει το οικείο περιβάλλον τον οστεοπορωτικό ασθενή;

Η βοήθεια της οικογένειας και των φίλων είναι περισσότερο χρήσιμη στα ηλικιωμένα οστεοπορωτικά άτομα που έχουν υποστεί κατάγματα και έχουν σοβαρά προβλήματα κινητικότητας. Στα άτομα αυτά κάθε βοήθεια είναι ανεκτίμητη. Η σωστή διατροφή, η ενθάρρυνση για κίνηση και κοινωνική συμμετοχή, η οικονομική βοήθεια στη λήψη της θεραπείας, η προστασία από τους κινδύνους πτώσης κ.α. παίζουν κεφαλαιώδη ρόλο. Τα ηλικιωμένα άτομα έχουν δικαιώματα και πρέπει να τααπολαμβάνουν στις κρίσιμες στιγμές της ζωής τους. Η περιθωριοποίηση του ηλικιωμένου οδηγεί γρήγορα σε κατάθλιψη και αδιαφορία για επιβίωση. Το κράτος πρέπει επίσης να συμπαρίσταται στις οικογένειες που έχουν ηλικιωμένα άτομα, παρέχοντάς τους οικονομική βοήθεια, νοσηλευτική επίβλεψη και σωστή ιατροφαρμακευτική κάλυψη.

 

Γεώργιος.Π. Λυρίτης

Καθηγητής Ορθοπαιδικής Πανεπιστημίου Αθηνών
Διετέλεσε Διευθυντής του Εργαστηρίου Παθήσεων Μυοσκελετικού Συστήματος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίοιυ Αθηνών
Πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Οστεοπόρωσης (Ε.Λ.Ι.Ο.Σ) Μέλος του
International College of Surgeons της Societe Internationale Orthopedique et Traumatologique της American Society of Bone Metabolism Research κλπ. Εχει συγγράψει 4 βιβλία και εχει δημοσιεύσει πάνω από 250 εργασίες σε ελληνικά και διεθνή επιστημονικά περιοδικά.

#########