Τι συμπέρασμα μπορεί να βγει από τις βιοχημικές εξετάσεις;

Από τις εξετάσεις που προαναφέρθηκαν θα προκύψουν συνήθως τα εξής (υπάρχουν και άλλες σπάνιες περιπτώσεις που για πρακτικούς λόγους δεν αναφέρονται στο κείμενο αυτό):
Αν όλες σχεδόν οι εξετάσεις είναι φυσιολογικές μάλλον πρόκειται για ιδιοπαθή οστεοπόρωση σχετιζόμενη με χαμηλή κορυφαία οστική μάζα ή τουλάχιστον αποδραμούσα οστική απώλεια.


Αν διαπιστωθεί διαταραχή της ομοιοστασίας του ασβεστίου, ειδικά δυσαπορρόφηση του (πχ χαμηλό ασβέστιο στα ούρα του 24ώρου, μέτρια αυξημένη παραθορμόνη και χαμηλή βιταμίνη D) και σύγχρονα αυξημένοι οστικοί βιοχημικοί δείκτες πρέπει κατ αρχήν να θεωρηθεί ότι η αυξημένη οστεοκλαστική δραστηριότητα οφείλεται στη δυσαπορρόφηση του ασβεστίου. Αν συνυπάρχουν ακτινολογικά ευρήματα (π.χ. γραμμές Looser) ή ιστολογικά ευρήματα η τελική διάγνωση είναι οστεομαλακία.

Στην περίπτωση αυτή απαιτείται η διόρθωση της δυσαπορρόφησης με ειδική θεραπεία και όχι άμεση χορήγηση αντιοστεοκλαστικών φαρμάκων.
Αν βρεθούν σταθερά αυξημένες τιμές του ασβεστίου των ούρων του 24ώρου, με φυσιολογικό ασβέστιο ορού και παραθορμόνη πιθανόν πρόκειται για νεφρογενή υπερασβεστιουρία.


Αν η παραθορμόνη, το ασβέστιο ορού και το ασβέστιο ούρων 24ώρου βρεθούν αυξημένα μάλλον πρόκεται για πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό και απαιτείται διερεύνηση για ανεύρεση τυχόν παραθυρεοειδικού αδενώματος.


Αν δεν διαπιστωθεί καμμία διαταραχή τόσο της ομοιόστασης του ασβεστίου, όσο των βιοχημικών οστικών δεικτών ενώ συνυπάρχει χαμηλή οστική πυκνότητα χωρίς απώλεια σε προηγηθείσες μετρήσεις, πιθανολογείται η προύπαρξη χαμηλής κορυφαίας οστικής πυκνότητας.


Αν βρεθεί αύξηση της αλκαλικής φωσφατάσης και του οστικού της ισοενζύμου με σύγχρονη αύξηση των βιοχημικών οστικών δεικτών υπάρχει περίπτωση να πρόκειται για την οστική νόσο του Paget, μεταστατική οστική νόσο, αιματολογικό νόσημα με οστική συμμετοχή κλπ. Η διαφορική διάγνωση των νόσων αυτών αρχίζει με σπινθηρογράφημα του σκελετού και λοιπό απεικονιστικό έλεγχο.



Ποιός είναι ο προληπτικός έλεγχος μίας ασυμπτωματικής μετεμμηνοπαυσιακής γυναίκας;

Η συνεχής ενημέρωση των περιεμμηνοπαυσιακών γυναικών για τις πιθανές συνέπειες της εμμηνόπαυσης έχει αυξήσει τα τελευταία χρόνια σε μεγάλο βαθμό τον αριθμό των γυναικών που αυτόβουλα ή με προτροπή του γιατρού τους ελέγχονται προληπτικά για την οστεοπόρωση. Είναι λυπηρό να σημειώσω πάλι ότι μετά τόση προσπάθεια ενημέρωσης του ιατρικού κόσμου δεν ακολουθείται και στο σημείο αυτό μία μεθοδολογία που να χαρακτηρίζεται από πρακτική λογική. Αν λάβουμε υπόψη ότι το εξεταζόμενο άτομο είναι ένα φαινομενικά υγιές άτομο, η φάση αυτή του προληπτικού ελέγχου πρέπει να γίνεται με απλό τρόπο και να περιλαμβάνει τον έλεγχο όχι μόνο της οστικής μάζας, αλλά επιπλέον των πιθανών άλλων συνεπειών της εμμηνόπαυσης και της φυσικής κατάστασης της άμεσα μετεμμηνοπαυσιακής γυναίκας.

Σημειώνω ότι το μυοσκελετικό σύστημα υφίσταται τις συνέπειες της εμμηνόπαυσης, όχι μόνο σαν σκελετός αλλά περισσότερο σα μυϊκό σύστημα. Η μακρόχρονα μυϊκή ατροφία και η επιδείνωσή της στην περίοδο αυτή της ζωής βλάπτουν πολλαπλά την υγεία της γυναίκας επιδεινώνοντας την κακή στάση του κορμού, μειώνοντας δραματικά τα μηχανικά φορτία στα οστά (που ήδη λόγω της διαταραχής του μηχανοστάτη μετά την εμμηνόπαυση θεωρούνται σαν υποφορτίσεις), επιβαρύνουν το καρδιαγγειακό σύστημα και αυξάνουν την υφέρπουσα κατάθλιψη (κυρίως μέσω της αντίληψης από τη μετεμμηνοπαυσιακή γυναίκα της παραμόρφωσης της).

Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας δεν αρκεί για να προλάβουμε ή να λύσουμε το συνολικό πρόβλημα της γυναίκας αυτής.

Οι συνιστώμενες απλές ενέργειες του κλινικού ιατρού στην προληπτική εξέταση της μετεμμηνοπαυσιακής γυναίκας περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

  • Σχολαστική λήψη του γενικού ιστορικού της γυναίκας με ερωτήσεις πάνω σε όλους τους προδιαθεσικούς παράγοντες για ανάπτυξη οστεοπόρωσης (γυναικολογικό ιστορικό, διατροφή, ιστορικό καταγμάτων κλπ.) .
  • Εκτίμηση της ψυχολογικής κατάστασης της γυναίκας, ειδικά της τάσης για κατάθλιψη.
  • Εκτίμηση του κινδύνου καρδιαγγειακού νοσήματος και έλεγχος του λιπιδαιμικού της προφίλ.
  • Μέτρηση όλων των ανθρωπομετρικών παραμέτρων (σωματικός τύπος, πάχους δερματικών πτυχών, μυϊκή ισχύς, κινητικότητα των αρθρώσεων, βαθμός κύφωσης της θωρακικής μοίρας Σ.Σ. και της λόρδωσης της οσφυϊκής μοίρας.
  • Γνωμάτευση γυναικολόγου για την κατάσταση των μαστών, της μήτρας και των εξαρτημάτων.
  • Μέτρηση της οστικής πυκνότητας της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης (εξαιρούνται περιπτώσεις με παραμορφώσεις της σπονδυλικής στήλης που η μέτρηση συνιστάται να γίνεται στο ισχίο).



Ο έλεγχος αυτός θα δείξει πιθανές αποκλίσεις από το φυσιολογικό. Είναι γνωστό ότι το 40% περίπου των άμεσα μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών έχουν T-score στη σπονδυλική στήλη από 1-2.5SD κάτω από το μέσο όρο της κορυφαίας οστικής πυκνότητας, πράγμα που επιβάλει σύμφωνα με τις ενδείξεις της παγκόσμιας οργάνωσης υγείας (WHO) έναρξη προληπτικής αγωγής. Η λογική αυτή μπορεί να οδηγήσει τόσο σε υπερβολές όσο και υποεκτιμήσεις του προβλήματος της μετεμμηνοπαυσιακής γυναίκας. Είναι λογικότερο, απλούστερο και αποτελεσματικότερο να ακολουθούμε την εξής πολιτική μετά τη συνεκτίμηση των προαναφερθέντων στοιχείων.

Σε μείωση του T-score κάτω του -2 SD, πρέπει να ελέγχεται ο ρυθμός της οστικής απώλειας με μέτρηση τουλάχιστο 4 βιοχημικών οστικών δεικτών (2 δεικτών οστικής παραγωγής και 2 δεικτών οστικής απορρόφησης). Μόνο τα άτομα που έχουν επιβάρυνση των βιοχημικών οστικών δεικτών πρέπει να αρχίζουν άμεση προληπτική αγωγή. Αντίθετα σε ανεύρεση φυσιολογικών βιοχημικών οστικών δεικτών πιθανότερα έχουμε μία χαμηλή κορυφαία οστική πυκνότητα που τυχαία βρέθηκε στη μέση ηλικία ή μία προηγούμενη, αλλά τώρα βιολογικά ανενεργό ταχεία οστική απώλεια.

Σε ανεύρεση οστικής πυκνότητας φυσιολογικής (ή και αυξημένης), αλλά με σημαντική επιβάρυνση των παραμέτρων που αναφέρθηκαν πρέπει να θεωρείται σαν άτομο με πολλά πιθανά προβλήματα υγείας στη μετεμμηνοπαυσιακή ηλικία, τα οποία θα πρέπει να αντιμετωπίζονται προληπτικά με στόχο κυρίως την καλή φυσική κατάσταση των γυναικών αυτών, ειδικότερα του μυϊκού ιστού, της στάσης του σώματος και της ψυχολογικής κατάστασης.

Η προγραμματισμένη και ελεγχόμενη άσκηση, η διόρθωση των κακών υγιεινοδιαιτητικών συνηθειών και η ψυχολογική υποστήριξη έχουν ουσιαστική σημασία. Ας μην αφήνουμε λοιπόν μία μετεμμηνοπαυσιακή γυναίκα χωρίς καμμία υποστήριξη του μυοσκελετικού συστήματος, επειδή είχε την «ατυχία» να έχει φυσιολογική οστική πυκνότητα.


#########