Η βιωσιμότητα των μοσχευμάτων κερατοειδούς συνήθως διαρκεί δεκαετίες. Απορρίπτονται από τον οργανισμό αρκετά σπάνια.


Στην περίπτωση του κερατόκωνου η πιθανότητα απόρριψης είναι κάτω από 5 %. Ο λόγος που δεν απορρίπτονται συχνότερα είναι ότι ο κερατοειδής δεν έχει αγγεία. Για τον λόγο αυτό στις συνηθισμένες μεταμοσχεύσεις κερατοειδούς δεν γίνεται έλεγχος ιστοσυμβατότητας, ούτε καν έλεγχος της ομάδας αίματος δότη και λήπτη. Η μετεγχειρητική αγωγή συνίσταται σε κολλύρια που ενσταλλάσονται πάνω στο μάτι κάθε λίγες ώρες τις πρώτες μέρες. Τα κολλύρια σταδιακά ελαττώνονται και συνήθως η θεραπεία σταματά τελείως μετά από 6-12 μήνες. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις χρειάζεται να γίνει χρήση ειδική επιπρόσθετη προεγχειρητική ή μετεγχειρητική αγωγή.


Αν γίνει απόρριψη του μοσχεύματος;
Όταν συμβεί απόρριψη του μοσχεύματος, αυτή συμβαίνει συνήθως εντός του πρώτου χρόνου μετά τη μεταμόσχευση. Ο οφθαλμίατρός σας μπορεί να αναγνωρίσει πρώιμα σημάδια απόρριψης του μοσχεύματος, ώστε τροποποιώντας τη θεραπεία να εμποδίσει την απόρριψη.
Αν παρά ταύτα δεν αντιμετωπιστεί επιτυχώς ένα επεισόδιο απόρριψης, η επέμβαση μπορεί τις περισσότερες φορές να επιχειρηθεί ξανά χωρίς πρόβλημα. Εκτός της απόρριψης του μοσχεύματος, οι επιπλοκές της διαμπερούς κερατοπλαστικής είναι οι ίδιες όπως σε κάθε άλλη ενδοφθάλμια επέμβασης ( πχ καταρράκτη), όπως μόλυνση, φλεγμονή, αιμορραγία, αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης, αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς. Είναι εξαιρετικά σπάνιες και τις περισσότερες φορές αντιμετωπίσιμες.


Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο αστιγματισμός μετά από ολικού πάχους μεταμόσχευση αποτελεί τον κανόνα και όχι την εξαίρεση. Κατά μέσον όρο ο τελικός (μετά την αφαίρεση των ραμμάτων) αστιγματισμός ενός μεταμοσχευθέντος οφθαλμού είναι περί τους 3-5 βαθμούς, γεγονός που καθιστά δύσκολη την βέλτιστη τελική όραση χωρίς γυαλιά ή φακούς επαφής. Αυτό το φαινόμενο είναι πιο έντονο στους νέους κερατοκωνικούς ασθενείς. Υπάρχει ωστόσο δυνατότητα διόρθωσης του μετεγχειρητικού αστιγματισμού και της μυωπίας με τη χρήση εξατομικευμένης excimer laser επιφανειακής φωτοδιαθλαστικής κερατεκτομής (PRK) ή LASIK. Τα αποτελέσματα είναι καλύτερα όταν επιχειρείται εξατομικευμένη διόρθωση με δεδομένα από το μετωπικό κύμα επιφανείας του κερατοειδούς (corneal weavefront).


Εικόνα οφθαλμού μετά από διαμπερή μεταμόσχευση κερατοειδούς .


Dr. Κωνσταντίνος Καραμπάτσας

MD, PhD, MRCOphth, FEBO, FRCS Xειρουργός Οφθαλμίατρος
Επίκ. Καθηγητής Οφθαλμολογίας
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Bristol, UK Επιστημονικός Διευθυντής Τμήματος Κερατοειδούς, Καταρράκτη, Γλαυκώματος του Ελληνικού Οφθαλμολογικού Κέντρου “ΟΡΑΣΙΣ”
Εξειδικεύσεις : Μεταμοσχεύσεις κερατοειδούς, Χειρουργική καταρράκτη, διαθλαστική χειρουργική με laser, επεμβάσεις γλαυκώματος.

#########