Η διεταιρικότητα και η διεπιστημονικότητα, έννοιες κλειδιά για τη σύγχρονη αντιμετώπιση των ασθενών, βάλλονται ευθέως από το νομοσχέδιο για τη λειτουργία των ιατρικών επιστημονικών εταιρειών

Τα συμπεράσματα από το 10ο Ετήσιο Πανελλήνιο Συνέδριο της Επιστημονικής Εταιρείας για τη Μυοσκελετική Υγεία ΕΠΕΜΥ «Μεγαλώνοντας – Η Ηλικιακή Μετάβαση»

Με μεγάλη επιτυχία και υψηλή συμμετοχή, ολοκληρώθηκε το 10ο Ετήσιο Πανελλήνιο Συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας για τη Μυοσκελετική Υγεία ΕΠΕΜΥ, με κεντρικό θέμα το AGEING και τίτλο «Μεγαλώνοντας – Η Ηλικιακή Μετάβαση». Στο συνέδριο, που πραγματοποιήθηκε στο Πόρτο Χέλι από τις 27 Απριλίου έως την 1η Μαΐου, συμμετείχαν 472 σύνεδροι (352 γιατροί διαφόρων ειδικοτήτων και 120 άλλοι επαγγελματίες υγείας και εκπρόσωποι συλλόγων ασθενών) και κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ημερών πραγματοποιήθηκαν πολλές εκδηλώσεις, όπως στρογγυλά τραπέζια, διεπιστημονικές συνεδρίες, συζητήσεις κλινικών περιστατικών με τους ειδικούς, συνεδρίες κλινικών νοσοκομείων καθώς και εφαρμοσμένα σεμινάρια σε επιλεγμένα κλινικά θέματα.

Η πλειονότητα των συνεδριών ασχολήθηκε με το AGEING (Μεγαλώνοντας), που ήταν και το κεντρικό θέμα. Η κα Αναστασία Κουστούρη, Παθολόγος, αναφέρθηκε στο ζήτημα της βάδισης και της γνωσιακής λειτουργίας, αναφέροντας: «Η γήρανση αποτελεί τη βασική αιτία της γνωσιακής έκπτωσης και των διαταραχών της βάδισης. Το 35% των ηλικιωμένων ασθενών που ζουν αυτόνομοι παρουσιάζουν διαταραχές βάδισης, οι οποίες συνδέονται με αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία τους, που περιλαμβάνουν πτώσεις, νοσηλείες, εισαγωγή σε γηροκομεία και θανάτους. Σε μια κοινωνία που γερνά, οι διαταραχές της βάδισης και η γνωσιακή δυσλειτουργία αναμένεται να αυξηθούν δραματικά. Η λειτουργική ανεπάρκεια αυτών συνδέεται και η επιδείνωση της μίας λειτουργίας επηρεάζει ουσιαστικά και την άλλη. Η προσπάθεια κατανόησης αυτής της κοινής διαδικασίας, η ανεύρεση συγκεκριμένων εργαλείων μελέτης τους καθώς και η ανεύρεση κοινού ανατομικού υποστρώματος, μπορεί να οδηγήσει σε παρεμβάσεις με στόχο την ποιότητα ζωής και την αυτονομία των ηλικιωμένων ανθρώπων».

Ένα από τα βασική θέματα που απασχόλησαν επίσης το συνέδριο, ήταν το προωθούμενο από το ΚΕΣΥ και το Υπουργείο Υγείας νομοσχέδιο για τη λειτουργία των ιατρικών επιστημονικών εταιρειών και της διοργάνωσης ιατρικών συνεδρίων. Το νομοσχέδιο, με τη σημερινή του μορφή, φαίνεται ότι θέτει σοβαρά εμπόδια στη λειτουργία των εταιρειών που αποτελούνται από ιατρούς διαφορετικών ειδικοτήτων. Ο Πρόεδρος της ΕΠΕΜΥ κ. Παναγιώτης Τρόντζας τόνισε: «Η διεταιρικότητα και η διεπιστημονικότητα που με τόσο κόπο αναπτύχθηκε στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια δεν πρέπει να στοχοποιηθούν. Συμφωνούμε με την ανάγκη εξορθολογισμού του συνεδριακού τοπίου και των επιστημονικών εταιρειών στην Ελλάδα αλλά η αποδοχή και ισχυροποίηση αποκλειστικά και μόνον των εταιρειών ιατρικών ειδικοτήτων σηματοδοτεί οπισθοδρόμηση. Η διεθνής τάση είναι αυτή της συνεργασίας και της ολιστικής αντιμετώπισης του ασθενούς μέσω ομάδας διαφορετικών ιατρικών ειδικοτήτων, παραϊατρικών εξειδικεύσεων αλλά και με τη συμμετοχή των ίδιων των ασθενών και των Ενώσεων τους».

Σύμφωνα με τον κ. Τρόντζα, η ΕΠΕΜΥ – μαζί με άλλες αντίστοιχες επιστημονικές εταιρείες – θα στείλει στο ΚΕΣΥ και στο Υπουργείο Υγείας τροποιητική πρόταση για την ταυτοποίηση και τον έλεγχο των επιστημονικών εταιρειών (πέραν των εταιρειών των ιατρικών ειδικοτήτων), οι οποίες, αφού πιστοποιηθούν, θα πρέπει να αφεθούν αυτόνομες να συνεχίσουν το έργο τους για τη συνεχιζόμενη ιατρική εκπαίδευση και την ενημέρωση του κοινού.

Για το θέμα της Διεταιρικότητας και της Διεπιστημονικότητας, ο Καθηγητής κ. Κώστας Συρίγος, Ογκολόγος, τόνισε: «Το εύρος της ιατρικής επιστήμης και η μεγάλη εξειδίκευση έχουν καταστήσει την ιατρική μη εποπτεύσιμη από έναν επιστήμονα. Οι μεγάλες θεραπευτικές επιλογές, από διαφορετικούς τομείς της ιατρικής επιστήμης και η εκτεταμένη χρήση της τεχνολογίας απαιτούν τη συνεργασία μεταξύ των γιατρών, ώστε να επιλεγεί η βέλτιστη διαγνωστική και θεραπευτική προσέγγιση για κάθε ασθενή. Για να καταστεί αυτό δυνατό, πρέπει ο κάθε γιατρός να αποβάλλει κάθε είδους επιστημονικούς εγωισμούς, να θέσει σε δεύτερο επίπεδο τις προσωπικές πεποιθήσεις και απόψεις του και να συνεργαστεί με τους συναδέλφους του σε σχέση ισοτιμίας και με κοινό έδαφος την τεκμηριωμένη επιστημονική γνώση. Μόνο έτσι θα ληφθούν οι βέλτιστες αποφάσεις για κάθε ασθενή».

Επί του θέματος, έκανε αναφορά και ο Πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Αθήνας Κων/νος Λουράντος στον εναρκτήριο χαιρετισμό του, καθώς στάθηκε ιδιαίτερα «στην ανάγκη της συνεργασίας όλων των επαγγελματιών υγείας», ενώ παράλληλα έκανε ειδική αναφορά στη φύση του φαρμάκου, το οποίο – όπως επεσήμανε – αποτελεί «κοινωνικό αγαθό» και δείκτης μέτρησης της ευημερίας μια κοινωνίας, η οποία κρίνεται και από τη «δυνατότητα πρόσβασης σε ποιοτικά φάρμακα με την ευθύνη και την καθοδήγηση του επαγγελματία υγείας».

Ο Αντιπρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών κ. Ευριπίδης Μπιλιράκης, κηρύσσοντας την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου, επισήμανε από την πλευρά του την ανάγκη της «προάσπισης του κύρους και της αξιοπρέπειας του ιατρικού επαγγέλματος καθώς και της αυτοτέλειας των ιατρικών συλλόγων και των επιστημονικών εταιρειών».

 

 

Οι σημαντικότερες στιγμές του Συνεδρίου και η συμμετοχή των συλλόγων ασθενών

Από τις σημαντικές στιγμές, ξεχωρίζει η συνεδρία που ήταν αφιερωμένη στις σχέσεις και στην επικοινωνία μεταξύ ιατρού και ασθενούς, στην οποία μίλησαν ο ιατρός, Καθηγητής κ. Κώστας Συρίγος, ο ασθενής κ. Γρηγόρης Τάμπασης, εκπρόσωπος του Συλλόγου Υποστήριξης Ρευματοπαθών Δυτικής Αττικής «ΙΗΣΩ», καθώς και ο ειδικός της επικοινωνίας κ. Κώστας Μάντζιαρης. Όπως τονίστηκε: «H επικοινωνία του ασθενή με το γιατρό του αποτελεί καθοριστικό σημείο για την επιτυχή έκβαση κάθε θεραπείας. Είναι μια ολόκληρη επιστήμη, με ειδικές τεχνικές και δεξιότητες που αποσκοπούν στην εγκατάσταση σχέσης εμπιστοσύνης, στην κατανόηση από πλευράς γιατρού των προτεραιοτήτων και αναγκών του ασθενή και από πλευράς ασθενή της σοβαρότητας της κατάστασης και των θεραπευτικών επιλογών που έχει και τέλος στην εξασφάλιση των δικαιωμάτων του ασθενή. Δυστυχώς πρόκειται για έναν τομέα που δεν περιλαμβάνεται στην εκπαίδευση των ιατρικών σχολών της πατρίδας μας, ούτε σε προπτυχιακό, ούτε σε μεταπτυχιακό επίπεδο».

Στη διάρκεια μίας άλλης συνεδρίασης για τη Ρευματοειδή αρθρίτιδα, δόθηκε έμφαση στο ζήτημα της «διαχείρισης των ασθενών με χρόνια φλεγμονώδη αρθρίτιδα και μερική επίτευξη των θεραπευτικών στόχων». Ο κ. Piet van Riel, Καθηγητής Ρευματολογίας στην Ολλανδία, αναφέρθηκε στις «πολλαπλές διαστάσεις της Υγείας, οι οποίες ξεπερνούν τη στενή διάσταση της σωματικής υγείας και συμπεριλαμβάνουν την ψυχοκοινωνική υγεία αλλά και τη δυνατότητα του ασθενή να διαχειρίζεται ο ίδιος την ασθένεια του και να επανεντάσσεται στο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον με πλήρη λειτουργικότητα». Ο κ. van Riel αναφέρθηκε στο γεγονός ότι «πολλές από αυτές τις αρχές ξεκίνησαν στην αρχαία Ελλάδα αλλά μετά ξεχάστηκαν για χιλιετίες» και περιέγραψε με λεπτομέρειες τους τρόπους με τους οποίους οι ανάγκες των ασθενών μπορούν να αξιολογηθούν και να ικανοποιηθούν «με τη συμμετοχή των ίδιων και με τη βοήθεια αρκετών υποστηρικτικών προγραμμάτων που είναι ήδη διαθέσιμα ή μπορεί να αναπτυχθούν στο μέλλον».

Στη συνεδρία των ασθενών, με τη συμμετοχή εκπροσώπων όλων των Ενώσεων και Συλλόγων Ρευματοπαθών της χώρας, αλλά και ιατρών, εξετάστηκε επίσης το θέμα της κατηγορίας των ασθενών με χρόνιες φλεγμονώδεις παθήσεις που δεν ανταποκρίνονται πλήρως στη φαρμακευτική θεραπεία. Ο καθηγητής κ. Γεώργιος Κήτας ανέπτυξε το θέμα της συστηματικής συλλογής στοιχείων για την κατάσταση του ασθενούς, και πως αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην έρευνα αλλά και να αλλάξουν την καθημερινή κλινική πράξη. Στόχος είναι, όπως ανέφερε, «η εξατομίκευση, η προσωποποίηση και η άμεση εφαρμογή όλων των μοντέλων θεραπείας».

Στις τοποθετήσεις των ασθενών δόθηκε  έμφαση στην προσπάθεια βελτίωσης συνολικά των παραμέτρων της ποιότητας ζωής, όπως είναι η καλή ψυχική υγεία, η φυσική δραστηριότητα και η άσκηση, η σωστή διατροφή, η αποφυγή κακών συνηθειών (π.χ. κάπνισμα). Ο κ. Λεωνίδας Φωτιάδης, Πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Ασθενών με Αυτάνοσα Ρευματικά Νοσήματα «ΑΚΕΣΩ» επεσήμανε ότι «εξατομικευμένη αντιμετώπιση των χρόνιων ρευματικών νοσημάτων σημαίνει πως κάθε ασθενής πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ξεχωριστή περίπτωση και πως πολλές φορές για την ολιστική αντιμετώπιση της υγείας ενός ασθενούς απαιτείται η συνεργασία διαφορετικών ιατρικών ειδικοτήτων». Ο θεράπων ιατρός και ο ασθενής μοιράζονται την επιθυμία για ύφεση, ωστόσο, σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα μόνον το 15-25% των ασθενών επιτυγχάνουν την ύφεση. Όπως τόνισε ο κ. Φωτιάδης, «ο καλύτερος τρόπος για να επιτευχθεί η ύφεση είναι η απρόσκοπτη πρόσβαση σε ποικίλες θεραπευτικές επιλογές και σε καινοτόμες θεραπείες».

Ο κ. Κήτας τέλος αναφέρθηκε στις τρεις βασικές συνιστώσες και στην ευθύνη τους για την επιτυχή αντιμετώπιση οποιουδήποτε ασθενούς με χρόνιο μυοσκελετικό νόσημα: «τον ίδιο τον ασθενή, τους λειτουργούς παροχής υπηρεσιών υγείας και το κοινωνικό σύνολο. Η καλή απόδοση και η συνεργασία αυτών των βασικών συνιστωσών μπορούν να φέρουν το βέλτιστο αποτέλεσμα στην πορεία της νόσου».

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασε και η συνεδρίαση της Γ΄ Πανεπιστημιακής Παθολογικής Κλινικής στο Νοσοκομείο «Η ΣΩΤΗΡΙΑ», στην οποία τονίστηκε η ανάγκη της συνεργασίας μεταξύ των ιατρικών ειδικοτήτων για την επιτυχημένη διάγνωση και αντιμετώπιση της ασθένειας. Συγκεκριμένα παρουσιάσθηκε ο τρόπος που αντιμετωπίσθηκε με επιτυχία στην κλινική «ασθενής με ηωσινοφιλικό σύνδρομο» μέσα από τη συνεργασία του Αν. Καθηγητή κ. Γιώργου Μπάμια, Γαστρεντερολόγου και των Ακαδημαϊκών Υποτρόφων κ.κ. Σταμάτη Καρακατσάνη, Αιματολόγου και Εύης Ζαμπέλη, Ρευματολόγου, υπό την επίβλεψη του Δ/ντή της κλινικής Καθηγητή Κων. Συρίγου, Ογκολόγου.

Αξίζει να αναφερθεί τέλος το γεγονός της πρόσκλησης από την οργανωτική επιτροπή του συνεδρίου στην τελετή έναρξης, μία νέας συγγραφέως, της Κάλλιας Παπαδάκη, που έχει βραβευθεί με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας 2017, η οποία συγκίνησε το ακροατήριο διαβάζοντας ένα διήγημα που έγραψε ειδικά για την περίπτωση, αναφερόμενο στην πορεία της ζωής και στα συναισθήματα ενός γιατρού του ΕΣΥ μέχρι την ημέρα της συνταξιοδότησής του.

 

#########