Το αίμα είναι ένας ζωντανός ιστός που αφαιρείται από έναν υγιή δότη και χορηγείται – «μεταμοσχεύεται» σε έναν ασθενή δέκτη. Χρησιμοποιείται ο όρος «μεταμοσχεύεται» και γιατί αποδίδει την πραγματική υπόσταση της μετάγγισης αλλά κυρίως για να τονισθεί η σημασία και η δραματικότητα της κλινικής αυτής πράξης. Η διαφορά του αίματος από άλλα μοσχεύματα είναι ότι το αίμα έχει ημερομηνία λήξεως τόσο εκτός όσο και εντός οργανισμού. Ευχάριστη επίσης διαφορά είναι ότι ο κάθε ασθενής έχει (ή θα έπρεπε να έχει) ευκολώτατη πρόσβαση στο αίμα που χρειάζεται, σε αντίθεση με άλλου είδους μοσχεύματα.

Στην πράξη τι γίνεται;
Το αίμα συλλέγεται, ελέγχεται και διακινείται από τις Εθνικές Υπηρεσίες Αιμοδοσίας που έχουν την έδρα τους στα Κρατικά Νοσοκομεία σε όλη την Ελλάδα, στα πλαίσια της οργανωτικής διοικητικής και συντονιστικής εποπτείας των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας.
Ετησίως συλλέγονται 650.000 μονάδες αίματος. Εξ αυτών, πολύ λιγότερες (περίπου το 1/3) προέρχονται από εθελοντές αιμοδότες. Οι υπόλοιπες συγκεντρώνονται από το συγγενικό περιβάλλον των ασθενών, όταν κάτω από πίεση χρόνου και άγχους προσπαθούν να καλύψουν τις επείγουσες ανάγκες του συγγενούς τους και από τους στρατευμένους νέους προκειμένου να λάβουν αιμοδοτική άδεια.
Επαρκούν οι 650.000 μονάδες αίματος για να καλύψουν τις ανάγκες σε αίμα των Ελλήνων ασθενών;
Δυστυχώς δεν επαρκούν, γι’ αυτό και το Υπουργείο Υγείας δέχεται κάθε χρόνο την προσφορά του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού σε αίμα.
Επίσης με την αύξηση του προσδόκιμου επιβιώσεως του πληθυσμού, με την εξέλιξη των θεραπευτικών μεθόδων και με την αύξηση των ατυχημάτων, οι ανάγκες σε αίμα βαίνουν συνεχώς αυξανόμενες.
Υπάρχουν λοιπόν κάποιοι που θα καταλήξουν επειδή δε βρέθηκε αίμα; Μέσα στα τελευταία 30 χρόνια που εργάζομαι στην Αιμοδοσία ποτέ δε συνέβη κάτι τέτοιο, χάρη στη προσπάθεια, επαγρύπνηση και συνεργασία μεταξύ του προσωπικού της Αιμοδοσίας ανά το πανελλήνιο. Σε κάθε επείγουσα ανάγκη, όλοι θα τρέξουν και τελικά το αίμα θα χορηγηθεί εγκαίρως. Γίνεται κατανοητό ότι προκειμένου να καλυφθεί το επείγον περιστατικό, δίνεται προτεραιότητα σε αυτό και αναβάλλονται τακτικά χειρουργεία ή μειώνονται οι προγραμματισμένες μεταγγίσεις προς χρονίους πάσχοντες (καρκινοπαθείς, λευχαιμίες) ή προς πολυμεταγγιζόμενους (μεσογειακή αναιμία). Έτσι λοιπόν χωρίς κανείς να αφεθεί στην τύχη του, όταν δεν υπάρχει επάρκεια, κάποιοι πληρώνουν το κόστος: Οι πολυμεταγγιζόμενοι και οι χρονίως πάσχοντες το πληρώνουν σε σωματική και ψυχική υγεία και ποιότητα ζωής, οι συγγενείς των ασθενών, σε αγωνία και άγχος για την εξεύρεση αίματος και το προσωπικό των Αιμοδοσιών (που έχει εξαντληθεί και πια υπολείπεται σε αριθμό), το πληρώνουν στα στεφανιαία αγγεία τους!
Μοναδική λύση στο πρόβλημα αποτελεί το κάλεσμα σε βοήθεια του ΥΓΙΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ!
Κάθε «νέος» και «νέα» από 18 έως 65 ετών μπορεί να γίνει εθελοντής αιμοδότης και να προσφέρει από 1 έως 4 φορές το χρόνο, σε όποια Υπηρεσία Αιμοδοσίας τον εξυπηρετεί. Η αιμοδοσία είναι μια απολύτως ασφαλής διαδικασία για τον δότη που διαρκεί 15 λεπτά. Το αίμα συλλέγεται σε συσκευασίες μιας χρήσεως, αφού προηγουμένως ελεγχθεί λεπτομερώς το ιστορικό υγείας και η φυσική κατάσταση του δότη. Έτσι θα αποκλειστούν εκείνοι οι οποίοι δεν πρέπει να αιμοδοτήσουν. Άλλωστε όπως είπαμε προηγουμένως και μέσα στο σώμα του δότη, το αίμα έχει ημερομηνία λήξεως. Όσο αίμα παραχθεί μέσα μας σήμερα, σε τρεις μήνες θα έχει καταστραφεί και όσο αίμα παραχθεί αύριο θα καταστραφεί σε τρεις μήνες και μια μέρα και ούτω καθ’ εξής.
Γιατί λοιπόν να μη δώσουμε σήμερα κάτι που έτσι κι αλλιώς θα μας είναι άχρηστο αργότερα; Γιατί να μη δώσουμε την ευκαιρία σε λίγο από το αίμα μας να σώσει κάποιον ασθενή που το χρειάζεται απεγνωσμένα, πριν αχρηστευτεί; Στον υγιή οργανισμό το αίμα αναπληρώνεται άμεσα από τις αποθήκες που κρατείται εφεδρικά και συγχρόνως αυξάνεται η παραγωγή ώστε να φτάσει ακριβώς στην αρχική του ποσότητα. Μετά τη συλλογή του αίματος, αφού βεβαίως έχει εξασφαλιστεί η ασφάλεια του δότη, αρχίζουν οι διαδικασίες ελέγχου, ώστε να εξασφαλιστεί και η ασφάλεια του δέκτη της μεταγγισιοθεραπείας. Ελέγχονται οι ομάδες και οι υποομάδες ώστε να χορηγηθεί σε συμβατό δέκτη. Ελέγχεται η παρουσία τρεπονύματος της συφιλίδος. Και φυσικά το αίμα ελέγχεται για ηπατίτιδες B και C και για HIV. Από το τέλος του 2008 ο έλεγχος γίνεται όχι μόνο με ανοσολογικές μεθόδους (ELISA) αλλά και με τεχνικές μοριακού ελέγχου (NAT) που εξασφαλίζουν ασφαλέστερα και πρωιμότερα αποτελέσματα.
Επειδή υπάρχουν νοσογόνοι μικροοργανισμοί που ακόμα δεν τους γνωρίζουμε και άρα δεν έχουμε αναπτύξει μεθόδους σχετικού εργαστηριακού ελέγχου, επειδή επισυμβαίνουν μεταλλάξεις που τροποποιούν τη συμπεριφορά των παθογόνων ώστε να ξεφεύγουν από τον έλεγχο και τέλος επειδή κάθε εργαστηριακή μέθοδος έχει όρια αξιοπιστίας που προσεγγίζουν αλλά ποτέ δεν είναι 100% γίνεται αντιληπτό ότι απολύτως ασφαλής μετάγγιση για το δέκτη δεν υπάρχει.
Η δυνατότητα που έχουμε να μεγιστοποιήσουμε την ασφάλεια των μεταγγίσεων περνάει υποχρεωτικά μέσα από λήψη λεπτομερούς ιστορικού και την τήρηση των κριτηρίων επιλογής ή απόρριψης του αιμοδότη.
Έτσι, οι δυο παράλληλοι στόχοι των Υπηρεσιών Αιμοδοσίας, είναι επίτευξη επάρκειας και βέλτιστης ασφάλειας στις μεταγγίσεις. Επάρκεια μπορεί να επιτευχθεί με τη μείωση της ζήτησης μεταγγίσεων ή με την αύξηση της προσφοράς. Όλα τα νοσοκομεία έχουν Επιτροπή Μεταγγίσεων η οποία συνήθως υπολειτουργεί ή δε λειτουργεί. Αποστολή της επιτροπής μεταγγίσεων είναι να αξιολογεί την αναγκαιότητα εκάστης μετάγγισης και την ορθολογική χρήση του αίματος και των παραγώγων του, όπως επίσης να εκπαιδεύσει τους θεράποντες ιατρούς ώστε να μη πανικοβάλλονται και υπερμεταγγίζουν τους ασθενείς τους αλλά αντιθέτως να δίνουν το χρόνο σε άλλα θεραπευτικά σχήματα (όπως σίδηρος, ερυθροποιητίνη) να δράσουν και να βοηθήσουν τον χειρουργικό ασθενή να καλύψει μόνος του την αναιμία του, χωρίς να εκτεθεί στους κινδύνους μιας μετάγγισης.
Η αύξηση της προσφοράς στοχεύει στη δημιουργία συνειδητοποιημένων τακτικών εθελοντών αιμοδοτών. Ταυτόχρονα η κάλυψη των αναγκών αποκλειστικά από εθελοντική αιμοδοσία εξασφαλίζει την μέγιστη δυνατή ασφάλεια. Για παράδειγμα στη Σκωτία, όπου το συλλεγόμενο αίμα προέρχεται αποκλειστικά από εθελοντές, κατά την έκρηξη του AIDS και τη μαζική μετάδοσή του σε πολυμεταγγιζόμενους, δεν είχαν ούτε ένα κρούσμα. Γίνεται αντιληπτό ότι ο εθελοντής έχει καλύτερο επίπεδο υγείας, παρακολουθείται τακτικά, απαντάει ειλικρινά στις ερωτήσεις του ιστορικού και χαρακτηρίζεται από ευσυνειδησία και αίσθημα κοινωνικής προσφοράς, άρα υπερέχει συγκρινόμενος με τους ευκαιριακούς κατ’ ανάγκην αιμοδότες.
Η ιδέα της εθελοντικής αιμοδοσίας δημιουργείται σαν αποτέλεσμα γενικότερης παιδείας από τις μικρές ηλικίες.
Όπως μας έχει γίνει σαφής η αναγκαιότητα ύπαρξης ασφαλιστικών φορέων, όπως αδιαμαρτύρητα καταβάλουμε κάθε μήνα τις εισφορές μας στα ασφαλιστικά μας ταμεία ώστε να έχουμε τη δυνατότητα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης όποτε και εφ’όσον τη χρειαστούμε για τον εαυτό μας ή για τους οικείους μας, ακριβώς έτσι πρέπει να αιμοδοτούμε συνειδητά όσο μπορούμε για να καλύψουμε τους άλλους ανθρώπους που το έχουν ανάγκη σήμερα ή τους εαυτούς μας όταν πια δεν θα μπορούμε να αιμοδοτήσουμε. Ας μην υπεκφεύγουμε! Ας καταθέτουμε κάθε χρόνο τις «εισφορές» μας και μακάρι να μην κάνουμε χρήση ποτέ! Είναι σίγουρο πως δε θα πάνε χαμένες. Κάποιος τις χρειάζεται για να ζήσει!

 

Ελένη Πολυχρονάκη
Αιματολόγος, Διευθύντρια Ε.Σ.Υ., Δρακοπούλειο Κέντρο Αιμοδοσίας ΝΕΕΣ,Κοργιαλένειο-Μπενάκειο Ειδικεύτηκε στην Αιματολογία στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών , Α΄ΠΠ Κλινική.Η Διδακτορική Διατριβή της με θέμα «Μετεωρολογικοί Παράγοντες και Καρδιαγγειακή θνησιμότητα στην περιοχή της Αθήνας» στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Εργαστήριο Υγιεινή και Επιδημιολογίας.University of Texas , Health Science Center at Houston, Fellow in Hematology-Oncilogy

#########