Μιλώντας για προβλήματα των φωνητικών χορδών που έχουν βάση ψυχογενή, θέλουν δηλαδή ιδιαίτερη προσωπικότητα και ψυχοκοινωνικές συνθήκες για να παρουσιαστούν και εξελιχθούν, θα σταθούμε για λίγο στη φωνητική υγιεινή και στη σχέση της με τους όζους των φωνητικών χορδών που είναι πιο συνηθισμένο και αντιπροσωπευτικό από τα ψυχογενή φωνητικά προβλήματα.

 

Τι πρέπει να προσέξουμε λοιπόν:  

Α. Η ένταση της φωνής μας πρέπει συνήθως να είναι ανάμεσα στα 45-65 dB, μία μέση ένταση δηλαδή συζήτησης όταν είμαστε σε κλειστό χώρο.

Β. Αν κάπου έχουμε μιλήσει ιδιαίτερα πολύ ή πιο δυνατά απ’ ό,τι συνήθως, πρέπει κατόπιν να προσφέρουμε μια φωνητική ξεκούραση, δηλαδή αφωνία για κάμποσο στον εαυτό μας (οικονομία φωνής).Το ψιθύρισμα βλάπτει σχεδόν τόσο όσο και οι δυνατές φωνές. Όταν συνιστούμε αφωνία αυτή πρέπει να είναι πλήρης.

Γ. Όταν αυξάνουμε την έντασή μας πρέπει πριν να αυξάνουμε τον αέρα που έχουμε στους πνεύμονές μας.Η αναπνοή μας πρέπει να είναι διαφραγματική και όχι θωρακική, όπως συνηθίζεται ιδιαίτερα σε ανθρώπους με προβλήματα στις φωνητικές χορδές.

Δ. Είναι άλλο η ένταση και άλλο η συχνότητα της φωνής. Όταν αυξάνω την ένταση μου δεν σημαίνει ότι πρέπει να αυξάνω και τη συχνότητα της φωνής μου.Οι γυναίκες ιδιαίτερα συχνά αντί να φωνάζουν, τσιρίζουν. Αυτό σημαίνει ότι αυξάνουν τη συχνότητα της φωνής μας και όχι την ένταση.

Ε. Πρέπει, όταν μιλάμε, να κάνουμε παύσεις, να τηρούμε δηλαδή τα σημεία στίξης. Αυτό μας δίνει τη δυνατότητα να πάρουμε αναπνοή και να καταπιούμε.

ΣΤ. Βεβαίως, το τσιγάρο, το αλκοόλ, το ανθρακικό, οι πολλοί καφέδες, η πολλή ζάχαρη βλάπτουν τις χορδές.

Ζ. Ο βήχας, ο ξερόβηχας, το «ηχηρό καθάρισμα» του λαιμού τραυματίζουν τις φωνητικές χορδές.

Το να προσπαθήσουμε να μιλήσουμε ενώ είμαστε κρυωμένοι, ή να ανταγωνιστούμε την ένταση της τηλεόρασης ή ενός πάρτυ, ιδιαίτερα ενώ είμαστε κουρασμένοι,ή να λύνουμε τις διαφορές μας, μικρές ή μεγάλες, με φωνητικό στρες, προετοιμάζει τις φωνητικές χορδές για πρόβλημα.Επίσης όταν σηκώνουμε βάρη ή σπρώχνουμε και συγχρόνως μιλάμε αυτό είναι κάτι που κουράζει ιδιαίτερα το λαιμό και το κάνουμε συχνά, χωρίς να το καταλαβαίνουμε.

Η. Η μυϊκή ένταση στην περιοχή του λαιμού, που μπορεί να οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, η χρήση λανθασμένης συχνότητας φωνής, η προσπάθεια να αντηχήσει δυνατά η φωνή χωρίς να τής δίνεται η κατάλληλη προετοιμασία και θέση για κάτι τέτοιο, η εκτός χρόνου, σε σχέση με την αναπνοή, και απότομη προσαγωγή των φωνητικών χορδών, επίσης, συνιστούν σαφείς παράγοντες δημιουργίας προβλήματος.Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν ιδιαιτερότητες και κάνουν την κάθε περίπτωση ξεχωριστή.Έτσι οι ασθενείς με προβλήματα στις φωνητικές χορδές πρέπει α εξετάζονται με βάση το ιστορικό του ο καθένας (ιατρικό, κοινωνικό, επαγγελματικό), τις συνήθειές του και τα θέλω του.Με βάση αυτά και την κλινική παρατήρηση πρέπει να δημιουργείται εξατομικευμένο πρόγραμμα φωνητικής αγωγής το οποίο να διδάσκετε και μέσα σ’ ένα εξάμηνο να μπαίνουν στόχοι κατάκτησης στη βελτίωση της φωνητικής κατάστασηςτου ασθενούς.

 

 Μαρία Ρουσοχατζάκη

Λογοπαθολόγος M.S., C.C.C. – Συγγραφέας Παιδικών Βιβλίων

www.mrous.gr

#########